Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία σημειώνει πλεονάσματα με σημαντικές προσδοκίες ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης και σημαντική ανάσχεση της φοροδιαφυγής, δίνουν την ευκαιρία στην κυβέρνηση με μείωση φόρων και αύξηση μισθών και εισοδημάτων να διορθώσει τις αδικίες της εποχής των μνημονίων.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, στην πρώτη του επίσκεψη σε υπουργείο που ήταν το Οικονομικών μετά τον ανασχηματισμό, σημείωσε με έμφαση αυτόν τον κεντρικό στόχο της διακυβέρνησης. Τις θετικές εξελίξεις στην εθνική οικονομία, που επιβεβαιώθηκε και από την τελευταία αναβάθμιση του πάντα αυστηρού διεθνούς οίκου αξιολόγησης Moody’s, οι Έλληνες θα πρέπει να τις δουν στο «πορτοφόλι» τους σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Είναι γεγονός ότι την τελευταία διετία παρατηρείται μια πλήρης δυσαρμονία μεταξύ του κόστους ζωής στη χώρα με τον πληθωρισμό της ακρίβειας σε προϊόντα, υπηρεσίες και κατοικία και του ύψους των μισθών και των συντάξεων. Παρ’ όλα αυτά, οι πολίτες διατήρησαν την ψυχραιμία και την πειθαρχία τους, παρακολουθώντας τις κυβερνητικές ανακοινώσεις και το πλάνο που ο πρωθυπουργός εξήγγειλε στη βάση των προγραμματικών δηλώσεων των κυβερνήσεών του, αλλά και στη συζήτηση των ετήσιων προϋπολογισμών.
Αλλά οι συνθήκες, όπως διαμορφώθηκαν μετά την κρίση της πανδημίας και τα θερμά μέτωπα συγκρούσεων στην Ουκρανία και την Εγγύς Ανατολή, σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που προερχόταν από συνθήκες δημοσιονομικής χρεοκοπίας την προηγούμενη δεκαετία, μοιάζουν ασφυκτικές για το μέσο νοικοκυριό και επιχείρηση. Οι επιδοματικές πολιτικές μπορεί να έδωσαν κάποιες «ανάσες» στις πλέον ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όμως τελικά δεν βελτιώνουν δραστικά την καθημερινότητα στην πλειοψηφική μέση τάξη της χώρας.
Οι θετικοί δείκτες για την Ελλάδα ακόμη και στις δυστοπικές σημερινές συνθήκες για την Ευρώπη θα πρέπει να περάσουν πλέον στους πολίτες με πιο μόνιμο και πιο δραστικό τρόπο. Αυτό θα επιχειρηθεί με ορίζοντα εξαγγελιών τη ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο και συγκεκριμένες προβλέψεις στην κατάρτιση του Προϋπολογισμού για το 2026.
Εφημερίδα Απογευματινή