Το να διατηρεί μια χώρα αξιόμαχες Ένοπλες Δυνάμεις δεν μπορεί να είναι μια γραφειοκρατική υπόθεση. Πολύ περισσότερο ένα πεδίο άσκησης πελατειακής μικροπολιτικής. Η Ελλάδα είχε και έχει έναν επιπλέον λόγο να διατηρεί Ένοπλες Δυνάμεις όχι μόνον άρτια εξοπλισμένες αλλά και σε απόλυτη ετοιμότητα για πόλεμο. Η αιτία είναι η μόνιμη απειλή από την επιθετική γειτονική Τουρκία. Στην παρούσα φάση της ιστορίας, που οι ψευδαισθήσεις για αιώνια ειρήνη έχουν καταρρεύσει, με τους πολέμους στην Ουκρανία και την Εγγύς Ανατολή να έχουν υπενθυμίσει την πραγματικότητα, η Ελλάδα και η κυβέρνηση κινούνται συντονισμένα και με αποφασιστικότητα στην ανασυγκρότηση των εθνικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Από τη μία πλευρά η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξοπλίζει με σύγχρονους εξοπλισμούς Στρατό, Ναυτικό και Αεροπορία, κλείνοντας μια περίοδο πολύ δυσχερή εξαιτίας της δημοσιονομικής προσαρμογής των μνημονίων, ενώ τώρα πλέον αποκαθιστά την ευταξία σε επίπεδο και αριθμό ανώτερων αξιωματικών. Μπορεί να χρησιμοποιούνται τεχνικοί όροι όπως «ατζέντα 2030» αλλά η ουσία είναι η δομή και η επετηρίδα στους στρατιωτικούς να αποκατασταθούν και οι αξιωματικοί να νιώσουν το βάρος και την ευθύνη των βαθμών τους, τη σημασία του αξιώματός τους και την ευχέρεια στις αποδοχές τους.
Οι αποφάσεις και οι επιλογές του υπουργού Άμυνας, κ. Δένδια, δείχνουν τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται η ανασυγκρότηση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Με τις διαδοχικές έκτακτες κρίσεις περιορίσθηκαν κατά 793 οι ταξίαρχοι, αρχιπλοίαρχοι, συνταγματάρχες, πλοίαρχοι και σμήναρχοι. Γιατί φυσικά δεν μπορεί να έχουμε έναν όγκο αξιωματικών, για παράδειγμα 600 πλοιάρχους για 25 καράβια, και ταυτόχρονα να επιδιώκουμε ορθολογισμό των δαπανών, αύξηση μισθών, εκπαίδευση σοβαρή στο πεδίο.
Κυβερνήσεις δεκαετιών αντιμετώπισαν τις Ένοπλες Δυνάμεις ως κλάδο ψηφοφόρων. Στην παρούσα φάση που τα έθνη και οι στρατοί τους επιστρέφουν στο προσκήνιο και τους ρόλους τους, η Ελλάδα οργανώνεται και στο πεδίο αυτό για κάθε ενδεχόμενο, με σοβαρότητα.
Εφημερίδα Απογευματινή