Ειδοποιήσεις ανά λεπτό. Ήρθε ένα καινούργιο email, κάποιος έκανε like, διαφορετικοί ήχοι για το SMS, το What’s Αpp, το Viber, τα μηνύματα. «Kλείνεις» τα notifications για να ηρεμήσεις κι ακούς του διπλανού σου, του συνεργάτη σου, ενός αγνώστου. Δεν ησυχάζεις. Κι ύστερα πηγαίνεις για φαγητό, σε μια παράσταση, να παρακολουθήσεις μια ταινία στο σινεμά. Από το θρίλερ «Black Bag» (Σκιές στο σκοτάδι) με την Κέιτ Μπλάνσετ μέχρι το βραβευμένο «Αnora» με τη συνοδεία ποπ κορν, αλλά και τσιπς που βγαίνουν βασανιστικά αργά από τη συσκευασία, μάσημα τσίχλας, συνομιλίες, ψίθυροι, αντίλαλοι από την οθόνη.
Η ηχορύπανση είναι πλέον παντού. Άλλος κάνει βίντεο κλήση σα να βρίσκεται μόνος στο σαλόνι του σπιτιού του ενώ την ίδια στιγμή ακούγονται τραγούδια στο κινητό, κόρνες, γαβγίσματα, βίντεο από το TikTok σαν επίμονο ζάπινγκ στην οθόνη, με τη διαφορά πως κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να εκτίθεται στη διάθεση του άλλου, στο σάουντρακ της ζωής του.
Κάθε τόσο σου έρχεται και υπενθύμιση στο smart watch, το οποίο, είναι τόσο «έξυπνο» που επιμένει να σε προειδοποιεί ότι δεν πρέπει να είσαι εκτεθειμένος σε τόσο «loud environment» ή εκκωφαντικό περιβάλλον σε ελεύθερη μετάφραση.
Ζούμε στην εποχή των υψηλών ντεσιμπέλ. Μπορεί να έχεις ανοσία στον θόρυβο, να έχεις μάθει να εργάζεσαι σε …αντίξοες συνθήκες αλλά υπάρχουν στιγμές που θέλεις την ηρεμία σου. Απόλυτη σιωπή. Ούτε δόνηση στο τηλέφωνο, ούτε μουσική στο εστιατόριο, ούτε φωνές στο διπλανό τραπέζι από τον κύριο ή την κυρία που θέλει να αφηγείται έναν παραληρηματικό μονόλογο με κάθε λεπτομέρεια.
Πότε έγιναν όλα τόσο… δυνατά; Δύσκολα μπορείς πλέον να συγκεντρωθείς, να χαλαρώσεις, να αποδράσεις. Προσπαθείς να κάνεις διαλογισμό για να έρθεις σε μια ισορροπία, ανάμεσα σε ασκήσεις γιόγκα και αναπνοές. Η αναζήτηση για ησυχία σε έναν ολοένα και πιο θορυβώδη κόσμο μοιάζει μάταιη.
Ενός λεπτού σιγή λοιπόν. Φοράμε ακουστικά, ορισμένοι κοιμούνται με ωτασπίδες, δεν ακούμε, δεν βλέπουμε, ξυπνάμε με θόρυβο, με πράσινα, κόκκινα και μπλε φωτάκια από το τηλέφωνο, ζούμε με ακτινοβολία και μας αρέσει. Το έχουμε αποδεχτεί. Ίσως επειδή έχουμε μια συν-εξαρτημένη σχέση με το θόρυβο. Περπατάμε και ακούμε podcast, μαγειρεύουμε και έχουμε το ραδιόφωνο ανοιχτό, ταυτόχρονα με την τηλεόραση, για να μην νιώθουμε μοναξιά. Ή τουλάχιστον αυτή είναι η δικαιολογία.
Συντροφιά. Είμαστε πολυάσχολοι και δεν το κρύβουμε. Για την ακρίβεια το φωνάζουμε, με την αγωνία να νιώσουμε σπουδαίοι. Να ψηλώσουμε λίγο ακόμη. Κι αν ορισμένοι λαχταράμε απλώς την ησυχία; Αυτός τελικά είναι ο ορισμός της ήρεμης πολυτέλειας. Καμία σχέση με τη μόδα και τα πολυτελή υλικά όπως το κασμίρ και το βαμβάκι που δεν προδίδουν την ετικέτα τους.
Κι αν τελικά η ηχορύπανση του τώρα είναι επιζήμια για την ευεξία μας, αυξάνοντας τα επίπεδα άγχους και την πίεση μας, προκαλώντας κόπωση κι επηρεάζοντας την ψυχική μας υγεία σε ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή; Γιατί ούτε στον ύπνο μας ηρεμούμε. Βλέπουμε σειρές αγκαλιά με τον υπολογιστή, χαζεύουμε βίντεο στο κινητό, μας νανουρίζει κάποιος ήχος, αντί να μετράμε προβατάκια και να κάνουμε έναν θετικό απολογισμό της ημέρας, σε έναν τελετουργικό διαλογισμό.
Μέρα και νύχτα, με τόσες φωνές και θόρυβο, δεν μπορείς πλέον να συγκεντρωθείς με τόσες ειδοποιήσεις και ερεθίσματα. Το φιλτράρισμα του θορύβου απαιτεί ενέργεια και μπορεί να μειώσει την ικανότητά μας να είμαστε παραγωγικοί. Πώς χαμηλώνει η ένταση της μουσικής στο αυτοκίνητο αυτομάτως όταν θέλουμε να παρκάρουμε; Πώς χτυπάει ένα «μπιπ» όταν πάμε να υπερβούμε το όριο ταχύτητας μέσα στην πόλη; Κάπως έτσι.
Ευκαιρία λοιπόν να δοκιμάσουμε να κάνουμε μια παύση. Nα αφήσουμε στη θήκη τους τα ακουστικά. Να ακούσουμε το θρόισμα των φύλλων, τα πουλιά να κελαηδούν, να αναζητήσουμε τη σιωπή, να εστιάσουμε στους χτύπους της καρδιάς.
Και ναι, δεν είναι όλοι οι ήχοι ίδιοι. Προσωπικά μου αρέσει να περπατάω και να ακούω podcasts σε συνέχειες. Όταν θέλω να συγκεντρωθώ, έχω συγκεκριμένες λίστες τραγουδιών που ακούω σαν μουσικό χαλί. Κλασική μουσική, όπερα, τζαζ. Για έναν ανεξήγητο λόγο μου είναι πιο δύσκολο να συγκεντρωθώ με άγνωστα τραγούδια…
Πηγαίνω στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος για να εμπνευστώ, στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη Λίλιαν Βουδούρη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών αλλά και στο Starbucks ακόμη, ξέρεις ότι περιτριγυρίζεσαι από φοιτητές, δεν μπορείς να μοιράζεσαι δυνατά από το τηλέφωνο συνταγή για σπαγκέτι. Σέβεσαι τους άλλους, η σιωπή είναι χρυσός, χωρίς τα κλισέ.
Θα επιβιώσουμε με αμοιβαία σιωπή, διαλογισμό και αναπνοές. Κρύβοντας το κινητό μας σε ένα συρτάρι του σπιτιού μας. Με το τηλέφωνο στο αθόρυβο. Σε λειτουργία πτήσης. Για να νιώσουμε ξανά γαλήνη. Επιλέγοντας αντί για τηλεόραση ή σκρολάρισμα στο TikTok, έναν περίπατο. Με ένα παλιομοδίτικο ξυπνητήρι κι ένα παρατεταμένο «ντριν» για το ξεκίνημα της μέρας μας. Όπως τότε που ο μοναδικός ήχος ήταν το κουδούνι του σχολείου, η τρυφερή φωνή της μητέρας ή του πατέρα για να ξυπνήσεις. Μια ζωή χωρίς ringtones, την φωνή της Alexa ή της Siri ή του GPS στο αυτοκίνητο. Λευκός θόρυβος για λευκές νύχτες.
Κυριακάτικη Απογευματινή