Πριν από χρόνια συζητείτο εντόνως η αναγκαιότητα της ψήφισης νόμου που να απαγορεύει στις κυβερνήσεις να υπερβαίνουν τον προϋπολογισμό των δαπανών, ενώ αντίστοιχα να προβλέπεται κατά το γερμανικό μοντέλο «κόφτης» στο δημόσιο χρέος. Παρά τη γενικευμένη συζήτηση, τέτοιος νόμος δεν υπήρξε. Η Ελλάδα τελικά χρεοκόπησε δημοσιονομικά το 2011, στη βάση της αλλαγής προτύπου στον υπολογισμό των ελλειμμάτων της.
Σήμερα η κυβέρνηση συζητά την ψήφιση νόμου που να απαγορεύει τη μείωση του βασικού μισθού. Αντίθετα, θα επιτρέπεται στη βάση του υπολογισμού του πληθωρισμού και της παραγωγικότητας η χωρίς όρια αύξησή του. Ο παλιός νόμος περί «κόφτη» χρέους και δαπανών απέπνεε κλίμα απαισιοδοξίας για την προοπτική της οικονομίας της χώρας και για τις πολιτικές που ακολουθούσαν κυβερνήσεις επί δεκαετίες. Η σημερινή πρόθεση νόμου για την απαγόρευση μείωσης του βασικού μισθού αποπνέει αισιοδοξία για το μέλλον της οικονομίας και της παραγωγής της χώρας σε βάθος κυβερνήσεων στο μέλλον. Η Ελλάδα πολιτικά και θεσμικά νιώθει αυτήν την αισιοδοξία εξαιτίας του εξορθολογισμού των δαπανών της, της ακρίβειας των λογιστικών της στοιχείων και της αξιοπιστίας της ως προς την εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων προς τους πιστωτές.
Η εποχή Μητσοτάκη με την έννοια αυτή οδηγεί σε ένα μέλλον πολύ υπεύθυνο, υπολογισμένο και ορθολογικό σε σύγκριση με το παρελθόν της «καμένης γης» και των τοκοχρεολυσίων χωρίς ελπίδα, των δεκαετιών 1980-2010.Η πορεία καταστροφής του τότε βαρύνει σε κάθε περίπτωση τις κυβερνήσεις Α. Παπανδρέου και Σημίτη, αλλά συνυπευθυνότητα έχουν και άλλες κυβερνήσεις, και της Κεντροδεξιάς, που δεν πέτυχαν ή δεν πρόλαβαν την αναστροφή της πορείας προς το οικονομικό χάος και τη σαρωτική απώλεια των περιουσιών, δημόσιων και ιδιωτικών. Η νέα εποχή αποπνέει αισιοδοξία, αλλά και ευθύνη για τις επερχόμενες κυβερνήσεις και όχι μόνον για την παρούσα.