Στη χώρα μας περίπου δεκαπέντε χρόνια μετά τη χρεοκοπία επικρατούν αισθήματα ηττοπάθειας, ταυτοτικής αναζήτησης, πικρίας για τα όσα χάθηκαν ή, μιλώντας για πολιτική, για το τέλος των φαντασιώσεων και των συνθημάτων. Από το 2019 και μετά, στην πρώτη αμιγώς και πολλαπλά αυτοδύναμη κυβέρνηση, διαχειρίζεται τις κοινές τύχες μας ένας πρωθυπουργός, ο Κ. Μητσοτάκης, που χαρακτηρίζεται από ψυχραιμία, λογική και μεθοδικότητα. Η χώρα κινείται προς τα εμπρός και προς τα πάνω.
Η Ελλάδα αναζήτησε και αναζητεί προφίλ και διεθνοπολιτική οντότητα βασισμένη απολύτως σε αξιόπιστους δείκτες. Για την οικονομία, τις επιχειρήσεις, το κράτος. Αλλά και συμμαχίες στη διεθνή πολιτική, τους εξοπλισμούς, τον γεωπολιτικό της ρόλο. Η Ελλάδα κινείται με θετικό και βάσιμο τρόπο, αλλά χωρίς άλματα. Αυτό μπορεί και να στενοχωρεί αρκετούς, αφού και εκ της φύσης τους είναι ανυπόμονοι και ονειροπόλοι. Θα ήθελαν για παράδειγμα με ένα «μαγικό ραβδί» να σβήσουν οι εφιάλτες του παρελθόντος και να βρεθούν σε αυτόν τον παράδεισο του μέλλοντος που εύχονται στα παιδιά τους.
Ο πρωθυπουργός δεν ενθαρρύνει τα άλματα και δεν αγαπά την κενότητα. Είναι επίμονος και συνεπής σε αυτά που λέει. Οι Έλληνες στη βάση αυτή θα πρέπει να βρουν και αυτοί από την πλευρά τους τη βάση μιας νέας καθημερινότητας και να συμβάλουν σε ένα νέου τύπου και όχι προϊόν αναπαλαίωσης διεθνές «είναι» για τη χώρα. Για παράδειγμα, μια ταινία όπως η «Maria» για την Κάλλας και κάποιες δηλώσεις από το Λονδίνο της βασικής πρωταγωνίστριας, Αντζελίνας Τζολί, μπορούν να βοηθήσουν στην αυτοπεποίθηση αλλά και τον τρόπο που σκέπτονται :«Περισσότερο στην Ελλάδα μου άρεσαν οι άνθρωποι. Ναι, λατρεύω τους Έλληνες. Πέρασα υπέροχα στην Ελλάδα. Ήμουν τόσο χαρούμενη που ξεκινήσαμε τα γυρίσματα της ταινίας στην Ελλάδα. Είχα πολύ μεγάλη υποστήριξη και υπέροχες συζητήσεις με τους ανθρώπους που γνώρισα. Πώς να παίξεις τη Μαρία αν δεν συνδεθείς, δεν μιλήσεις με Έλληνες».