Η περίοδος που ξεκινά μετά την ανάληψη των καθηκόντων από τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, είτε είναι αυτός ο Ντ. Τραμπ είτε η Κάμαλα Χάρις, είναι πολύ σημαντική για την Ελλάδα. Αποτελεί ουσιαστικά την τελική φάση μια μακράς και κοπιώδους προσπάθειας που ξεκινά από τον Αύγουστο του 2018, όταν εξήρχετο τυπικά η χώρα από την περίοδο των μνημονίων, και φθάνει μέχρι τον Ιούνιο του 2027, που θα έχει τυπικά εθνικές, κοινοβουλευτικές εκλογές.
Η βάση της εξέλιξης της χώρας και των δημοσιονομικών ή δομικών της στοιχείων στηρίχθηκε στη σταθερότητα της διακυβέρνησης, που με την ψήφο τους οι πολίτες υπερασπίστηκαν και καθόρισαν σε διαδοχικές εκλογές, προκρίνοντας την ισχυρή διακυβέρνηση Μητσοτάκη έναντι όλων. Όπου όλα είναι οι δυστοκίες αλλά και οι κρίσεις που προκύπτουν στη διαδρομή, είτε με αιτίες συντριπτικά ζητήματα και προβλήματα διάρθρωσης στην Ελλάδα είτε από διεθνείς εμπλοκές και επιπλοκές.
Σε μια Ευρώπη που όπως όλα δείχνουν -και οι εκλογές στην Αυστρία- έχει να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί μια νέα δεξιά πραγματικότητα, αντί της σοσιαλδημοκρατίας με ολίγον από «πράσινους» και της σύμπραξης με τη Χριστιανοδημοκρατία, σε έναν «μεσαίο χώρο» θετικών προσδοκιών, που ουσιαστικά κατέρρευσε τα προηγούμενα χρόνια, η Ελλάδα έχει πλεονέκτημα στην πολιτική σταθερότητα της διακυβέρνησής της.
Μισόν αιώνα μετά τη μεταπολίτευση και την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας, η ευθύνη των προσώπων στην ηγεσία, το κεντρικό επιτελείο αλλά και τη διάταξη του κόμματος καθίσταται εξόχως σημαντική. Οι πολίτες έχουν αναθέσει την ευθύνη της διακυβέρνησης πλήρως στη Νέα Δημοκρατία. Άρα η βαθιά κρίση ηγεσίας, δομών, και ιδεολογίας στην Κεντροαριστερά-Αριστερά αλλά και οι φιλοδοξίες που καλλιεργούνται βασίμως σε ένα πλέγμα σχηματισμών στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας δεν δικαιούνται να επηρεάσουν την παρούσα διακυβέρνηση. Αυτή είναι και η ευθύνη όλων των τάσεων στην κυβερνώσα Κεντροδεξιά…