Το βασικό για τη λειτουργικότητα και την κανονικότητα σε μια χώρα είναι να διαθέτει ισχυρή κυβέρνηση. Με σταθερότητα και ορίζοντα διακυβέρνησης. Αυτό το διαθέτει η Ελλάδα και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό. Με πρωθυπουργό τον κ. Μητσοτάκη, κυβέρνηση πλειοψηφίας της Νέας Δημοκρατίας στο Κοινοβούλιο και συνταγματικό όριο θητείας τον Ιούνιο του 2027. Επίσης από πλευράς κυβέρνησης έχει διακηρυχθεί ένα πλάνο πυκνών πολιτικών ανασυγκρότησης της χώρας σε όλα τα επίπεδα, με αναβάθμιση των δομών και των προοπτικών της μέσω πλέγματος μεταρρυθμίσεων.
Αυτό που δεν έχει η χώρα είναι αντιπολίτευση. Ισχυρή, αξιόπιστη, συγκροτημένη ως προς τον προγραμματικό της λόγο αλλά και ως προς τον τεκμηριωμένο κοινοβουλευτικό έλεγχο αντιπολίτευση. Το συγκεκριμένο προβάλλεται διαρκώς, μπορεί και δικαιολογημένα, ως πολύ σημαντικό ζήτημα. Αφορά όμως το μέλλον και την προοπτική του κοινοβουλευτικού συστήματος. Επί του παρόντος αυτό που δεσπόζει είναι μια πλήρης απορρύθμιση των κομμάτων της Κεντροαριστεράς – Αριστεράς, πλην του ΚΚΕ και μια σχετική αύξηση της επιρροής σε εκλογικά κοινά κομμάτων στα δεξιά της Κεντροδεξιάς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα σε συνθήκες πλήρους αποδόμησης και εσωστρέφειας ξεκινά το προγραμματικό συνέδριο του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν πτωτική σταθερή τάση στη διαδρομή για τις επερχόμενες, φέτος το καλοκαίρι, ευρωεκλογές και με σημαίνοντα στελέχη του κόμματος να έχουν στραφεί ενάντια στη νέα ηγεσία του κόμματος, τον κ. Κασσελάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητά προσανατολισμό και την πολιτική του «μοίρα». Οι συνθήκες αυτές δεν δίνουν σημαντικό πλεονέκτημα στο τρίτο κόμμα σε κοινοβουλευτική δύναμη, το ΠΑΣΟΚ, που συνεχίζει να βρίσκεται σε μια αναιμικών χαρακτηριστικών αυξητική πορεία των ποσοστών του σε επίπεδο δημοσκοπήσεων, όχι όμως ανάκτησης του χαρακτήρα της εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης έναντι της Κεντροδεξιάς.
Καταλήγουμε στο εξής: Έχουμε απορρύθμιση στην αντιπολίτευση, που δεν αφορά την κυβέρνηση Μητσοτάκη, άρα τη διακυβέρνηση της χώρας…