ΜΕΣΑ στους πρώτους μήνες του 2024 έρχονται σωρευτικά κρίσιμα νομοσχέδια για τη συγκρότηση της επόμενης Ελλάδας. Ξεχωρίζουμε μεταξύ αυτών την επιστολική ψήφο για τους ομογενείς σε όλο τον κόσμο, που δομεί την Ελλάδα του κοσμοπολιτισμού και των 20.000.00 Ελλήνων, αυτό για τα μη κρατικά πανεπιστήμια, που σχετίζεται άμεσα και με τη διεθνοποίηση της ελληνικής παιδείας, αλλά και της χώρας ως τοπόσημου παγκόσμιου πολιτισμού για τη Δύση, τις νέες ρυθμίσεις του υπουργείου Δικαιοσύνης, τόσο σε σχέση με τις ποινές σε συγκεκριμένα αδικήματα, όσο και -το πιο σημαντικό- σε σχέση με την εκτέλεση των ποινών αλλά και τη λειτουργία των δικαστηρίων και τον εύλογο χρόνο έκδοσης δικαστικών αποφάσεων.
ΠΕΡΑ από αυτά τα νομοσχέδια, που είναι τα πιο προβεβλημένα, ή τις τυχόν ρυθμίσεις περί αναγνώρισης γάμου ομοφύλων, που δεσπόζει στην επικαιρότητα, υπάρχει σειρά νομοσχεδίων που θα καθορίσουν την πραγματικότητά μας, αλλά και την επόμενη Ελλάδα . Για παράδειγμα, το νομοσχέδιο για τα αυθαίρετα αλλά και τους δημοτικούς δρόμους, μαζί με αυτά περί ψηφιοποίησης της πολεοδομίας ή εκείνα του υπουργείου Οικονομικών για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής ή οι ρυθμίσεις του υπουργείου Εσωτερικών για τη νέα συγκρότηση και επιλογή στελεχών στο Δημόσιο.
ΠΑΡΑΤΗΡΕΙΤΑΙ ένα έλλειμμα στη στρατηγική επικοινωνίας της κυβέρνησης. Αυτή εξελίσσεται στη βάση των νομοσχεδίων που έρχονται προς δημόσια διαβούλευση αρχικά, κοινοβουλευτική συζήτηση, ψήφισή τους στη συνέχεια και εφαρμογή τους. Είναι κυβερνητική ενημέρωση τελικά και όχι πολιτική επικοινωνία, «οραματική» για το πλαίσιο της νέας χώρας που δομείται. Αυτό που λείπει είναι η «κεφαλαιοποίηση» της πραγματικότητας που επιφέρουν οι κυβερνητικές πολιτικές και πρωτοβουλίες για τη δομή, τη λειτουργία και το προφίλ της Ελλάδας. Η περιγραφή των νομοσχεδίων υπό τον γενικό τίτλο «μεταρρυθμίσεις» δεν δίνουν τη θεώρηση πραγμάτων της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία τελικά απαντά δομικά στο ερώτημα «τι Ελλάδα θέλουμε».