Εχει χαρακτηριστεί ήδη παιδίθαύµα της υποκριτικής, µετά την ερµηνεία του στη µίνι σειρά του Netflix, «Adolescence» («Εφηβεία»). Και πράγµατι, ο 15χρονος Owen Cooper, ο οποίος υποδύεται τον Jamie Miller, έναν 13χρονο κατηγορούµενο για τον φόνο µιας συµµαθήτριάς του, συγκλονίζει µε την ερµηνεία του έχοντας λάβει ευρύτατη αναγνώριση από κριτικούς και κοινό. Μάλιστα, ο υπέροχος συµπρωταγωνιστής του, Stephen Graham, συνέκρινε τον Cooper µε τον θρυλικό ηθοποιό Ρόµπερτ ντε Νίρο, δηλώνοντας ότι πιστεύει πως θα τον διαδεχθεί. Μακάρι! Ασφαλώς, το ζητούµενο είναι ο Owen να έχει ανάλογη εξέλιξη και να µη χαθεί.
Τα παιδιά-θαύµατα του κινηµατογράφου έχουν γράψει τη δική τους ιστορία, καθηλώνοντας µε ένα ταλέντο που υπερέβαινε την ηλικία τους. Από τη χρυσή εποχή του Χόλιγουντ µέχρι τις πιο πρόσφατες δεκαετίες, κάποια παιδιά ηθοποιοί κατάφεραν να γίνουν σύµβολα µιας εποχής ή και να αλλάξουν την αντίληψή µας για την παιδική ερµηνεία στην τέχνη του σινεµά.
Σίρλεϊ Τεµπλ
Πολλά από αυτά δεν είχαν ανάλογη συνέχεια. Οπως συνέβη µε τη θρυλική Σίρλεϊ Τεµπλ, η οποία ήταν το απόλυτο παιδίθαύµα του παλιού Χόλιγουντ µέσα από τις ταινίες «Χάιντι» (1937) και «Μικρή πριγκίπισσα» (1939). Το κορίτσι αυτό έφερε σε όλους το χαµόγελο στην περίοδο της Μεγάλης Υφεσης. Εξαιρετικά χαρισµατική παρουσία, µε φυσική γοητεία, χιούµορ και χορευτικές ικανότητες, ήταν αναµφίβολα το πιο εµπορικό όνοµα των ’30s στις ΗΠΑ. Στη συνέχεια, όµως, εξαφανίστηκε.
Τέιτουµ Ο’Νιλ
Ακόµη ένα πρώιµο µεγάλο ταλέντο ήταν η Τέιτουµ Ο’Νιλ, η οποία κέρδισε το Οσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου στα 10 της χρόνια για την ερµηνεία της στην ταινία «Χάρτινο φεγγάρι» (1973) – η νεότερη νικήτρια στην ιστορία της Αµερικανικής Ακαδηµίας. Από εκεί και πέρα, ωστόσο, την πήρε η κάτω βόλτα. Η κόρη του ηθοποιού Ράιαν Ο’Νιλ έµπλεξε µε ναρκωτικά, έγραψε δύο (!) αυτοβιογραφίες και πέρα από κάποιες γκεστ εµφανίσεις… µηδέν εις το πηλίκον. Αλλά ούτε ο Μακόλεϊ Κάλκιν, το αστέρι της σειράς ταινιών «Μόνος στο σπίτι», είχε ανάλογη συνέχεια. Ηταν το απόλυτο είδωλο των ’90s, µε κωµικό timing και συναισθηµατικό βάθος: θα γινόταν, τότε, το πιο καλοπληρωµένο παιδί-ηθοποιός της εποχής. Αλίµονο, όµως. Ενα παιδί που δεν µεγάλωσε ποτέ…
Βασιλάκης Καΐλας
Ενα από τα πιο χαρακτηριστικά παιδιάθαύµατα του ελληνικού κινηµατογράφου σίγουρα υπήρξε ο Βασιλάκης Καΐλας, ο οποίος επίσης δεν είχε ανάλογη συνέχεια. Ξεχώρισε κυρίως στη δεκαετία του 1960 για τη συγκινητική του παρουσία, την αυθόρµητη υποκριτική του και το ταλέντο του να εκφράζει έντονα συναισθήµατα, κάτι σπάνιο για ένα τόσο µικρό αγόρι. Παρότι παιδί, είχε τη µοναδική ικανότητα να µεταδίδει καηµούς και αγωνίες µε τρόπο αυθεντικό και άµεσο.
∆εν έπαιζε τον ρόλο· τον βίωνε, γεγονός που έκανε το κοινό να τον νιώθει δικό του παιδί. Οι ρόλοι του σε ταινίες όπως «Ο λουστράκος» (1962) ήταν συνήθως εκείνοι του φτωχού παιδιού, του ορφανού ή του παιδιού που αγωνιζόταν για την οικογένειά του – εικόνες που ταίριαζαν στη µεταπολεµική Ελλάδα.
Τζόντι Φόστερ
Απ’ την άλλη, υπάρχουν περιπτώσεις ηθοποιών που δεν έµειναν στην καταξίωση που γνώρισαν µικροί. Η Τζόντι Φόστερ υποδύθηκε στα 13 της την ανήλικη πόρνη, δίνοντας µια από τις πιο ώριµες και σοκαριστικές ερµηνείες της δεκαετίας του ’70 στην ταινία «Taxi driver» του Σκορσέζε, για την οποία µάλιστα προτάθηκε για Οσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου. Πάντως, το πιο σηµαντικό στην περίπτωσή της είναι άλλο: πέρασε από παιδί-θαύµα σε κορυφαία οσκαρική ενήλικη ηθοποιό. Το ταλέντο, που διέθετε σε περίσσεια, δεν πήγε στράφι.
Κρίστιαν Μπέιλ
Αλλά και ο µικρός Κρίστιαν Μπέιλ, ο οποίος κατάφερε µόλις στα 13 του να σηκώσει στις πλάτες του ολόκληρη την επική ταινία του Στίβεν Σπίλµπεργκ «Η αυτοκρατορία του ήλιου» (1987), δεν έµεινε εκεί. Ως ενήλικος έδωσε δυνατές ερµηνείες, άλλοτε ως Μπάτµαν και άλλοτε, πάλι, ως ψυχασθενής δολοφόνος στο «American Psycho». Καθόλου άσχηµα. Τα παιδιά-θαύµατα ήταν πάντοτε σηµαντικά στη βιοµηχανία του θεάµατος, γιατί αναδεικνύουν την αθωότητα, την αδικία και το τραύµα µέσα από τα µάτια ενός παιδιού, ενώ συνήθως προκαλούν συγκινησιακή ταύτιση και κοινωνικό προβληµατισµό. Και, βέβαια, παραδείγµατα όπως του 15χρονου Owen Cooper της µίνι σειράς «Adolescence» («Εφηβεία»), αποδεικνύουν πως η υποκριτική δεν έχει ηλικία όταν υπάρχει φυσικό ταλέντο και σωστή καθοδήγηση. Αρκεί, βέβαια, αυτό το ταλέντο να µην καεί µες στην πρώιµη µεγάλη επιτυχία του. Εξάλλου, αυτή δεν είναι παρά µόνο µια (πολλά υποσχόµενη) αρχή. Το εάν έπεται συνέχεια, µένει φυσικά να αποδειχθεί…
Κυριακάτικη Απογευματινή