Παγκόσμια πρεμιέρα κάνει την Κυριακή 9 Μαρτίου, στις 22:30, η ταινία ντοκιμαντέρ του 27ου Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, «Η επιστροφή του Ιβάν» . Ειδικότερα, το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε σε Ουκρανία και Ρωσία, με βασικό αφηγητή τον Ιβάν Αβράμοφ και αφορά τον την ταυτότητα τη μνήμη και τον χρόνο σε φόντο πολέμου.
Η ταινία ντοκιμαντέρ παίζεται στον κινηματογράφο «Μακεδονικόν» και από την επόμενη μέρα και έως τις 22 Μαρτίου, θα είναι διαθέσιμη διαδικτυακά στην «Πλατφόρμα» του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης
Ένας πόλεμος σε εξέλιξη, στερεί σε έναν άνθρωπο τη δυνατότητα επιστροφής στο κατεχόμενο χωριό του και έτσι, με τη βοήθεια της μνήμης και της αφήγησης, ταξιδεύει στον γενέθλιο τόπο του, φαντασιακά. Ταυτόχρονα προσπαθεί να κατανοήσει τι τού ανήκει πια και πώς οι φίλοι του άλλαξαν απόψεις και …στρατόπεδο. Ο ρωσόφωνος δημοσιογράφος και συγγραφέας Ιβάν Αβράμοφ είναι ο «πρωταγωνιστής» της ταινίας ντοκιμαντέρ του Θωμά Σίδερη, με τίτλο «Η επιστροφή του Ιβάν», που συμμετέχει στους Ανοιχτούς Ορίζοντες του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε σε Ουκρανία και Ρωσία, με βασικό αφηγητή τον Ιβάν Αβράμοφ, ο οποίος σήμερα ζει με την οικογένειά του στο Κίεβο και αναμετράται με τα φαντάσματα του παρελθόντος. Απαγγέλει το Ρέκβιεμ της Άννας Αχμάτοβα, δεν θέλει να δει ούτε να ακούσει τους παλιούς φίλους του που υποστηρίζουν τη Ρωσία, παραπονείται ότι δεν του φτάνει η σύνταξη για να ζήσει, αναφέρεται σε ανύποπτο χρόνο στον ορυκτό πλούτο της Ουκρανίας -πολύ πριν από την επάνοδο Τραμπ στον προεδρικό θώκο, και ελπίζει κάποτε να επιστρέψει στον πατρογονικό τόπο του, το κατακτημένο από τους Ρώσους Ουρζούφ, για να προσκυνήσει τους τάφους των γονιών και των παππούδων του.
Επιπλέον, νιώθει θλίψη για τους ανυπεράσπιστους ανθρώπους στη δίνη παγκόσμιων γεωπολιτικών εξελίξεων και τη συγκρότηση των πολλαπλών ταυτοτήτων σε έναν κατακερματισμένο κόσμο.
«Επειδή η ταινία θεωρητικά έχει πολλά κέντρα βάρους, με απασχολούσε σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας της, αλλά και στη διάρκεια του μοντάζ, πού θα ήταν το κύριο κέντρο βάρος. Αν θα ήταν στον πόλεμο, αν θα ήταν στην αφήγηση του Ιβάν για το σήμερα, αν θα ήταν στην αφήγηση του Ιβάν για το τότε, αν θα ήταν μια ταινία που θα μιλούσε για τις γεωπολιτικές εξελίξεις», δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο δημοσιογράφος και κινηματογραφιστής, Θωμάς Σίδερης, καταλήγοντας πως «δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά, αλλά μία ταινία για τη μνήμη, την ταυτότητα και τον χρόνο, όπου στο παρασκήνιο εκτυλίσσεται ο πόλεμος».
Ο Ιβάν Αβράμοφ, ασκώντας τη δημοσιογραφία ως επάγγελμα στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε έναν κόσμο που έπαψε να υπάρχει, στο σοβιετικό σύστημα, προσπαθεί να οργανώσει τα θραύσματα της μνήμης του και της ταυτότητάς του στη νέα εποχή, επιστρέφοντας κάθε τόσο νοητά στο Ουρζούφ, προκειμένου να γράψει ένα ημερολόγιο για τον πόλεμο. Ένα γράμμα από έναν παλιό συμφοιτητή του από το κρατικό πανεπιστήμιο της Μόσχας, όμως, τού ανατρέπει τα δεδομένα, με αποτέλεσμα το παρελθόν και το παρόν να δίνουν μάχη. Από τη μια, ο λόγιος πατέρας του που πολεμούσε τους Ναζί, ο «μεγάλος πατριωτικός πόλεμος», οι «δρακόντιοι σταλινικοί νόμοι».
Από την άλλη, το σήμερα, οι παλιοί φίλοι του, που άλλαξαν με ευκολία «στρατόπεδο», οι διαψεύσεις και φαντάσματα του παρελθόντος, που αναβιώνουν μέσα από τη δυστυχία, που συνεχίζεται. Τα πιο πρόσφατα γεγονότα στην ανατολική Ουκρανία είναι ακόμη ζεστά στη μνήμη, η Μαριούπολη, τα κατεστραμμένα χωριά του πολέμου, όπου απελπισμένοι χωρικοί προσπαθούσαν να επιβιώσουν ανάμεσα σε αποσχιστές, ρωσόφιλους, φιλοουκρανούς, πολιτοφύλακες και αυτόκλητους υπερασπιστές της όποιας εθνικής συνείδησης και μνήμης, σε έναν κόσμο αβέβαιο και ανεξέλεγκτα βίαιο.
Ο θεατής βλέπει την καθημερινότητα του Ιβάν, ο οποίος, κατά τη διάρκεια των σκηνών δράσης, και ενώ παίζει σκάκι, διαβάζει ή τρώει, «ξετυλίγει» την ιστορία του πατέρα του και τη συμμετοχή του στον μεγάλο πατριωτικό πόλεμο. Ταυτόχρονα γράφει ένα ημερολόγιο για τον σημερινό πόλεμο. «Η ταινία έχει μια off αφήγηση, την οποία την κάνω εγώ, αλλά στην πραγματικότητα η δική μου αφήγηση ακολουθεί τα δικά του μονοπάτια και εγώ πατώ πάνω στα δικά του ίχνη. Την ίδια ώρα προσπαθώ και εγώ να καταλάβω τι στην ευχή συμβαίνει στην ανατολική Ουκρανία» αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Άλλωστε οι ρευστοί χώροι και οι ρευστές ταυτότητες των ανθρώπων, δηλαδή οι άνθρωποι δεν έχουν μια ξεκαθαρισμένη εθνική ταυτότητα ή αυτό αλλάζει μέσα στα χρόνια, ενδιαφέρει προσωπικά τον Θωμά Σίδερη και επιπλέον είναι το θέμα του διδακτορικού του. «Η περιοχή της Ανατολικής Ουκρανίας είναι ένας εξαιρετικά ρευστός χώρος, όπου εκεί θα βρεις ρωσόφιλους, ρωσόφωνους, αποσχιστές και ανθρώπους που αντιμάχονται την κυβέρνηση του Κιέβου. Αυτή η ρευστότητα του χώρου δεν προέκυψε τώρα -δηλαδή μετά την εισβολή του 2022, προϋπήρχε δεκαετίες πριν από την κατάρρευση Σοβιετικής Ένωσης κι ακόμα πιο πίσω» λέει χαρακτηριστικά.
Μάλιστα, «Η επιστροφή του Ιβάν» είναι το τελευταίο μέρος της τριλογίας του σκηνοθέτη για τον πόλεμο, μετά τα «Ρόδια του Ναγκόρνο Καραμπάχ», όπου εκεί οι ήρωες είναι οι άνθρωποι που εγκαταλείπουν τα σπίτια τους κυνηγημένοι από τον πόλεμο, αφήνοντας πίσω τους τα πάντα και τον «Γάμο στο Αφρίν», που σύμφωνα με τον σκηνοθέτη αφορά έναν επίσης ρευστό χώρο, που άλλαξε πάρα πολλές φορές χέρια, περνώντας σε Τούρκους, σε Σύρους αντάρτες, σε τζιχατιστές της ISIS κτλ.
Για τα γυρίσματα της ταινίας, ο Θωμάς Σίδερης χρειάστηκε να ταξιδέψει τέσσερις φορές στην περιοχή: μία φορά στο Κίεβο και τρεις φορές στις υπόλοιπες περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας. «Επίσης, λόγω του ότι επισκέφτηκα τη Μόσχα το φθινόπωρο του 2024, έχει και πλάνα από τη Ρωσία. Δηλαδή, κατάφερα να επισκεφτώ και τις δύο χώρες μέσα σε διάστημα 12 μηνών, κάτι που για μένα ήταν πολύ σημαντικό για να μπορέσω να έχω μία όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη εικόνα» λέει. Όσο για τις διαφορές μεταξύ Μόσχας και Κιέβου, αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Είναι τελείως διαφορετική η κατάσταση, γιατί το Κίεβο υφίσταται τις συνέπειες του πολέμου, κάτι που δεν συμβαίνει με τη Μόσχα, που είναι πολύ μακριά τα πολεμικά μέτωπα. Εκεί, η ζωή κυλάει όπως θα κυλούσε κανονικά, ενώ το Κίεβο δέχεται βομβαρδισμούς, οι άνθρωποι ήταν πολύ πιο επιφυλακτικοί και υπήρχε ένας τεράστιος φόβος για την κινηματογράφηση».
Λόγω του ότι ένα μέρος του ντοκιμαντέρ εξελίσσεται στην ανατολική Ουκρανία, ο ίδιος κινηματογράφησε Ουκρανούς αλλά και Ρώσους στρατιώτες, να αφηγούνται τις δικές τους περιπέτειες για τον πόλεμο, γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους. «Βλέπουμε επίσης απλούς χωρικούς σε τοπία γκρίζα, χιονισμένα και μπαρουτοκαπνισμένα από τον πόλεμο, με διαλυμένα σπίτια, οι οποίοι είναι μόνοι τους. Έχω χαρακτηριστικά έναν παππού και μία γιαγιά, των οποίων η ζωή έχει διαλυθεί. Οι συγχωριανοί τους φοβούμενοι έχουν φύγει από το χωριό, οπότε είναι σχεδόν μόνοι τους και σού λένε: “δεν ξέρω πού να πάω, δεν ξέρω τι να κάνω”. Και αυτό πραγματικά εμένα με συγκινεί» δηλώνει.
Το συμβολικό φιλμ Super 8 και η χρήση της πρώτης κάμερας
Ο 57χρονος σήμερα Θωμάς Σίδερης ονειρευόταν να γίνει σκηνοθέτης από τότε που πήγαινε στο δημοτικό, ενώ ως παιδί είχε μια πολύ μεγάλη αγάπη για τον σοβιετικό κινηματογράφο. «Στο δημοτικό έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο για τους σοβιετικούς σκηνοθέτες, οπότε από πολύ μικρός και βλέποντας και σχετικά αφιερώματα στην ΕΡΤ, αγαπούσα πολύ τον σοβιετικό κινηματογράφο και είχα ζητήσει από τον πατέρα μου να μου πάρει μία κάμερα» θυμάται. Λίγα χρόνια αργότερα, πήγε ο ίδιος -με τα λεφτά που του είχε δώσει ο πατέρας του- στην Ομόνοια και αγόρασε μια κάμερα Super 8, ενώ με την ίδια κάμερα που απέκτησε στα 13 του χρόνια, γύρισε μέρος της σημερινής ταινίας.
«Η μηχανή αυτή είχε να λειτουργήσει 44 χρόνια. Κι όμως δούλεψε! Βέβαια, είχε ξεκολλήσει ο μηχανισμός με τις μπαταρίες, όμως τον στερέωσα με μπόλικη λευκή ταινία, με αποτέλεσμα να μοιάζει η μηχανή με …τραυματία πολέμου. Αλλά κατάφερα να γυρίσω ένα κομμάτι της ταινίας με την παιδική μου μηχανή Super 8» λέει με συγκίνηση.
Το ίδιο φιλμ έπαιξε βασικό ρόλο στην ταινία, καθώς ένα φιλμ Super 8 έστειλε σε ανύποπτο χρόνο στον Ιβάν ένας παλιός συμφοιτητής του από τη Μόσχα, λέγοντάς του την προσωπική του θέση για αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία, ενώ και ο ίδιος ο σκηνοθέτης κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων επισκέφτηκε ένα κατάστημα με κινηματογραφικά είδη στο Κίεβο για να αγοράσει έναν φακό για ενθύμιο κι εκεί ανακάλυψε μία σοβιετική κάμερα Super 8, μέσα στην οποία διαπίστωσε ότι υπήρχε ένα φιλμ.
«Όταν έστειλα το δικό μου φιλμ για εμφάνιση και επεξεργασία στις Βρυξέλλες, προκειμένου να μου στείλουν πίσω ψηφιοποιημένο το υλικό, έστειλα και το φιλμ που βρήκα στο κατάστημα και είχε μέσα σκηνές από την Ουκρανία, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν στην ταινία» σημειώνει. Το υλικό αυτό έχει πάρα πολλούς κόκκους στην εικόνα, όμως, σύμφωνα με τον ίδιο, «ο κόκκος στον κινηματογράφο είναι μια ανησυχία, μια συναισθηματική αναταραχή και μια αβεβαιότητα, κάτι που δεν είναι βέβαιο, δεν είναι καλά φωτισμένο, δεν είναι ξεκάθαρο».
Το σενάριο της ταινίας συνυπογράφει με τη δημοσιογράφο Σοφία Προκοπίδου, η οποία ήταν ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον Ιβάν Αβράμοφ και στον Θωμά Σίδερη. «Η Σοφία και λόγω καταγωγής και λόγω ενδιαφέροντος και δημοσιογραφικής εργασίας πάνω στα ζητήματα μετά την εισβολή της Ρωσία στην Ουκρανία, εντόπισε τον συγκεκριμένο άνθρωπο και ήταν αυτή, η οποία στην πραγματικότητα μου προσέφερε την ιστορία. Επίσης, με τις γνώσεις της και τις πολλές συζητήσεις που είχαμε, με βοήθησε να καταλάβω το γενικότερο πλαίσιο, το οποίο γνώριζε καλύπτοντας ως δημοσιογράφος πριν από δεκαετίες την περιοχή και φέροντας κυρίως στο φως ανθρώπινες ιστορίες, που είναι η άλλη όψη του πολέμου» επισημαίνει ο σκηνοθέτης.
Η ταινία «Η επιστροφή του Ιβάν», συμπαραγωγής του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, διαρκεί 95 λεπτά και θα κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο πλαίσιο του 27ου ΦΝΘ στον κινηματογράφο «Μακεδονικόν», την Κυριακή 9 Μαρτίου, στις 22:30. Από την επόμενη μέρα και έως τις 22 Μαρτίου, θα είναι διαθέσιμη διαδικτυακά στην «Πλατφόρμα» του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.