Αντίο, μαέστρο. Προχθές το ξημέρωμα «Σταμάτησαν του ρολογιού οι δείκτες» για τον Μίμη Πλέσσα, από τους τελευταίους στυλοβάτες της ελληνικής μουσικής. Μια ανάσα προτού συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής. Το 2012 συναντηθήκαμε, καθ’ οδόν για Κυπαρισσία, με την καλλιτεχνική ομάδα του για συναυλία που δρομολογούσε στην περιοχή. Μείναμε τρεις μέρες μαζί. Τον «ακτινογράφησα» στη σκηνή, στα γεύματα, στο encore, στο παρατεταμένο χειροκρότημα από το κοινό του. Κάποια στιγμή, τον ρώτησα: «Πώς κοιμάστε τα μεσημέρια με τόσο θόρυβο;». Αφενός, η σοπράνο Μαργαρίτα Γκινοσάτη, με τις κορόνες της, αφετέρου η παραγωγός/ερμηνεύτρια Μπέσσυ Γιαννοπούλου, η επίσης ερμηνεύτρια Φιντέ Κοκσάλ… Και κρουστά, πνευστά σε κρεσέντο… Όλο το τιμ «δυναμίτιζε» μελωδικά το σύμπαν του. Εκείνος τούς καθοδηγούσε. Μετρώντας τις ώρες για να «αγκαζάρει» το πιάνο και να επιδοθεί σε ευφάνταστα remixes – με έμπνευση την τζαζ.
Δεκαετίες πριν ήδη είχε γράψει ιστορία, αφήνοντας λαμπρό αποτύπωμα στην ελληνική μουσική. Απάντησε λοιπόν στο ερώτημά μου για τους ταλαντούχους μεν, «εκκωφαντικούς» δε καλλιτέχνες που τον συνόδευαν: «Συνήθεια, κορίτσι μου». Και μειδίασε. Κομψά. Μήνες αργότερα, στο σπίτι του, στην Καλλιτεχνούπολη, σε συνέντευξη που μου παραχώρησε, μου εξηγούσε ότι οι συνεργάτες του ήταν «αντικείμενα μελέτης», «ζωντανές παρτιτούρες» που τις «φίλτραρε». Τους υποδείκνυε «αδυναμίες, ντεφό. Και τα φόρτε τους». Επιδιδόταν σε αυτοσχέδια «κοκτέιλ», ως γνώστης και της Χημείας. Πρώτες ύλες, οι καλλιτέχνες και οι νότες: Σέταρε μουσικές με όργανα και φωνές, στήνοντας, στο μυαλό του πρώτα και έπειτα on stage, διαχρονικά -εκ του αποτελέσματος- καλλιτεχνικά προϊόντα.
Κορυφαίος επιστήμονας
Μου μίλησε και για τη γνωστή-άγνωστη επιστημονική πλευρά του. Σπούδασε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στα 50s, στην Αμερική, εκπόνησε το μεταπτυχιακό του στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ της Νέας Υόρκης. Και, ναι, ήταν όσο γλυκός φαινόταν. Ταυτόχρονα, αυστηρός, απαιτητικός, λεπτολόγος. Η απώλειά του δεν αιφνιδίασε. Τουλάχιστον τέσσερα χρόνια η κατάσταση της υγείας του ήταν επιβαρυμένη. Εγκατέλειψε τα εγκόσμια μια εβδομάδα προτού γιορτάσει τα εκατοστά του γενέθλια. Σχεδόν τρεις εβδομάδες πριν από την ονομαστική του εορτή, του Αγίου Δημητρίου. Τραγική ειρωνεία; Μαζί και αναμενόμενο. Δεν θα εντυπωσίαζε αν μαθαίναμε πως γνώριζε ότι θα «έφευγε» αυτόν τον Οκτώβριο· είναι σαν τη μαθηματική νομοτέλεια που και διέπει το σύμπαν και καθόριζε την ύπαρξή του. Ο κύκλος του «άνοιξε» στις 12/10/1924 κι «έκλεισε» στις 5/10/2024. Όλη του η ζωή ένας εκατονταετής «sweet October», που υπερχείλιζε από ευγένεια, φινέτσα, γλύκα.
Κώστας Μακεδόνας, Μπέσσυ Μάλφα και 28 ακόμα καλλιτέχνες βρίσκονται σε πυρετό προβών ενόψει της πρεμιέρας της παράστασης «Μίμης Πλέσσας: Γενέθλια 100 – τα κινηματογραφικά», στις 10/10 στο «Παλλάς». Λόγω της απώλειάς του, επισημαίνει η Μπέσσυ Αργυράκη, «θα αλλάξει ονομασία».
Διακρίσεις
Το παλμαρέ του περιλαμβάνει 3.320 τραγούδια. Έντυσε μουσικά 104 ταινίες και 70 θεατρικά. Το 1951 απέσπασε το πρώτο έπαθλο μουσικής του Πανεπιστημίου της Μινεσότα και τον επόμενο χρόνο βραβεύτηκε ως ο πέμπτος καλύτερος πιανίστας στις ΗΠΑ. Διακρίθηκε συνολικά με τέσσερα βραβεία στην Ελλάδα και οκτώ στην αλλοδαπή. Με δεκάδες χρυσούς και πλατινένιους δίσκους, τιμήθηκε το 2001 από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο, με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα για την προσφορά του στον πολιτισμό. Ανακάλυψε/καθιέρωσε με τα κομμάτια του τους Τζένη Βάνου, Νάνα Μούσχουρη, Μαρινέλλα, Γιάννη Πουλόπουλο, Γιάννη Βογιατζή, Στράτο Διονυσίου κ.ά.
Άφησε εποχή με διαχρονικά τραγούδια, όπως «Τι σου ‘κανα και πίνεις», «Θα πιω απόψε το φεγγάρι», «Του αγοριού απέναντι», «Άνοιξε πέτρα», «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου», «Έκλαψα χθες», «Ποια νύχτα σε έκλεψε», «Όλα δικά σου μάτια μου», «Αν σ’ αρνηθώ, αγάπη μου», «Ποιος το ξέρει», «Μέθυσε απόψε το κορίτσι μου», «Ξημερώνει Κυριακή»… Η λίστα είναι ατελείωτη.
Η Φίνος Φιλμ, μεταξύ άλλων φορέων πολιτισμού, ανακοίνωσε για τον χαμό του: «Μίμης Πλέσσας. Ένα όνομα, μια ιστορία, ένας μύθος με διακρίσεις που λίγοι έχουν καταφέρει». «Ένας κορυφαίος συνθέτης, σπουδαίος επιστήμονας και γλυκός άνθρωπος έφυγε από κοντά μας. Μοναδικός ο Μίμης Πλέσσας. Όπως μοναδικές είναι και οι στιγμές που θα μας χαρίζει για πάντα με τις νότες του», ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Βασανίστηκε από τους Γερμανούς
Βούλιαξε στη φτώχεια, βασανίστηκε από τους Γερμανούς κι επέζησε, έκανε οικογένεια. Και για πολλούς ταυτίστηκε με τη Λουκίλα Καρρέρ. Από τον προηγούμενο γάμο του απέκτησε τον Αντώνη Πλέσσα. Με τη Λουκίλα (του), που γνώρισε το 1986, απέκτησε το 1998 την Ελεάνα, «το γέλιο μου», όπως μου έλεγε. Στην αγκαλιά της συντοπίτισσάς του Ζακυνθινής «έσβησε». Αναπόφευκτα, εκείνη θα σήκωνε το βαρύ φορτίο να μας ενημερώσει για το φινάλε του: «Έπεσε “Βαθιά Σιωπή”. “Κι εσύ δεν θα ’σαι πλάι μου, Αστέρι της Ζωής μου.” Καλό ταξίδι ψυχή μου. Καλή μας αντάμωση».
Ο πρόεδρος της Ακαδημίας του CERN στη Γενεύη, Δημήτρης Νανόπουλος, ήταν επιστήθιος φίλος του. Όπως και το καλλιτεχνικό του alter ego, Γιώργος Κατσαρός, που επικεντρώθηκε στο «χιούμορ του. Πέρασε στην Ιστορία ανάμεσα στους καλύτερους». Λέγοντάς του ότι ήμουν Κερκυραία, μου έλεγε – επιστρατεύοντας το χιούμορ του: «Τον Κατσαρό τον ξέρω καλύτερα απ’ ό,τι ο ίδιος τον εαυτό του. Δεν φαντάζεσαι το κοκτέιλ της κερκυραϊκής φυσούνας και της ζακυνθινής πονηριάς». Τι μένει; Η επιστολή του, το 1965. Στον Φίνο: «Ο πλούτος δεν μετριέται μονάχα από το περιεχόμενο της τσέπης, αλλά και της καρδιάς – και εκεί, νομίζω, είμαι κροίσος». Αντίο, μαέστρο – της καρδιάς όλης της Ελλάδας. Και «point de reference», σημείο αναφοράς, όπως θα επισήμαινε, ως γαλλομαθής, ο ίδιος, για τον εαυτό του. Ομοίως και για άλλους κολοσσούς του πολιτισμού μας. Για χιουμοριστικό φινάλε -επειδή έτσι θα το ήθελε-, υπήρξε και γλωσσοπλάστης. Το κόλεΐ του το αποκαλούσε «κολεόσκυλο».