Ο Κώστας Μπακογιάννης και ο Χάρης Δούκας χωρίς γραβάτα και οι δύο, αλλά κυρίως αφήνοντας έξω από το Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ μικροπολιτικές φιοριτούρες, έδειξαν -ως γενικό συμπέρασμα- πώς μπορεί να λειτουργήσει μια πραγματικά ανοιχτή τηλεμαχία ανάμεσα σε πολιτικούς προς όφελος του δημόσιου διαλόγου, της πόλης και των πολιτών. Αμφότεροι μπήκαν στο στούντιο για μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης, με απευθείας διαλόγους μεταξύ τους, που συχνά εξελίχθηκαν σε κόντρα αλλά πάντοτε κρατώντας ψηλά το επίπεδο της συζήτησης, χωρίς κραυγές και εύκολους εντυπωσιασμούς. Ο απευθείας διάλογος ήταν τέτοιας ποιότητας ώστε νόμιζε κανείς ότι το debate θα συνεχιζόταν απρόσκοπτα χωρίς την παρουσία των δύο δημοσιογράφων της ΕΡΤ, Λήδας Μπόλα και Μάκη Προβατά. Ο συντονιστής δε Γιώργος Κουβαράς δεν χρειάστηκε ούτε μία φορά να επαναφέρει στην τάξη τους δύο μονομάχους.
Όσον αφορά το περιεχόμενο, ήταν από την αρχή εμφανής η πρόθεση του νυν δημάρχου να εμφανιστεί συναινετικός, πρόθυμος να συνεργαστεί με τον αντίπαλό του και, από την άλλη, εμφανή και δυναμικά ήταν τα επιθετικά μπασίματα του κ. Δούκα που μπήκε για να «χτυπήσει» τον αντίπαλό του εκεί που «πονάει». Εξού η πρώτη, πρόσωπο με πρόσωπο, παρέμβασή του αφορούσε (τι άλλο;) τον Μεγάλο Περίπατο, το κόστος του, αλλά κυρίως το αρνητικό αποτύπωμα που άφησε στην καθημερινότητα των Αθηναίων. Και όταν αργότερα η συζήτηση ήρθε στην Πανεπιστημίου, χαρακτήρισε «βατερλό» την όλη κατάσταση, σημειώνοντας ότι δεν πρόκειται για εμβληματικό έργο αλλά για απλή διαπλάτυνση πεζοδρομίων. «Η Ομόνοια δεν κόστισε τίποτα, το Σύνταγμα ενάμισι εκατομμύριο ευρώ και η Πανεπιστήμιου λιγότερο από τρία εκατομμύρια», απάντησε ο κ. Μπακογιάννης, χωρίς να αποφύγει την αυτοκριτική για τη μεγάλη καθυστέρηση, σημειώνοντας όμως ότι τα λάθη που έγιναν ήταν και διδακτικά, αναφερόμενος στην έγκαιρη ολοκλήρωση του Θεάτρου Λυκαβηττού και στις εργασίες ανακαίνισης που έγιναν στον Εθνικό Κήπο. Στη συνέχεια ο κ. Μπακογιάννης, μιλώντας ειδικότερα για τον Μεγάλο Περίπατο, σημείωσε: «Η αρχική σύλληψη ήταν σωστή. Το τελικό έργο αποζημιώνει. Είναι ο πρώτος πράσινος δρόμος της πόλης. Πολλά δέντρα, υποδομές για ανθρώπους με αναπηρία».
Διαφωνίες
Η πρώτη κόντρα ήρθε σχετικά με το πράσινο στην πόλη, όταν ο κ. Δούκας έκανε τις δικές του παρατηρήσεις ερωτηθείς «πού θα βρει ελεύθερους χώρους στην πρωτεύουσα να φυτέψει 25.000 δέντρα στην επόμενη τετραετία», για να παρέμβει ο κ. Μπακογιάννης, λέγοντας: «Η Αθήνα δεν προχωράει με σχόλια και συνθήματα, κύριε καθηγητά». Διάσταση επίσης καταγράφηκε και στο θέμα των καμερών, στην ενότητα που αφορούσε την ασφάλεια των Αθηναίων. Ο Κώστας Μπακογιάννης εμφανίστηκε κατηγορηματικά υπέρ της τοποθέτησης νέων καμερών, αντιθέτως με τον Χάρη Δούκα που δήλωσε ότι για τον ίδιο δεν είναι προτεραιότητά του. «Λέμε “ναι” στις κάμερες στη γειτονιά. Πιάνουν ακόμη και την ηχορύπανση. Σε 450 σημεία συμφωνήσαμε με τον κύριο Οικονόμου να τοποθετηθούν κάμερες», είπε ο κ. Μπακογιάννης. «Δεν είναι προτεραιότητά μου. Δεν μου ζήτησαν κάμερες οι Αθηναίοι, μου ζήτησαν έναν αστυνομικό, έναν δημοτικό αστυνομικό», είπε ο κ. Δούκας, για να επανέλθει ο κ. Μπακογιάννης, λέγοντας: «Μιλάτε στον άνθρωπο που δίνει μάχη για την αστυνόμευση από την πρώτη μέρα. Ας διεκδικήσουμε μαζί παραπάνω αστυνόμευση και κάμερες».
Ο Χάρης Δούκας σε μία από τις παρεμβάσεις του απευθύνθηκε στον Κώστα Μπακογιάννη για τα πεζοδρόμια, κάνοντας λόγο για την ανάγκη διπλασιασμού του προϋπολογισμού ώστε να εκλείψουν τα προβλήματα σε ΑμεΑ, ανθρώπους με καροτσάκια και τρίτης ηλικίας. «Η Αθήνα είναι μια εχθρική πόλη», παραδέχθηκε ο κ. Μπακογιάννης, όσον αφορά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ΑμεΑ. «Δίνουμε μάχη για να την κάνουμε κάθε μέρα λίγο πιο φιλική», συμπλήρωσε.
Εμφανής ωστόσο ήταν η πρόθεση του Χάρη Δούκα να πάρει αποστάσεις από το ΠΑΣΟΚ, λέγοντας στο κλείσιμο ότι ναι μεν ο ίδιος προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ και τον στηρίζει το ΠΑΣΟΚ, αλλά χαρακτήρισε τον συνδυασμό του ως «πρόταση αυτοδιοικητική», στην οποία συμμετέχουν κατά 50% και άλλες συλλογικότητες. Το debate έλαβε τέλος με τον Γιώργο Κουβαρά να βάζει τη δική του σφραγίδα, ευχαριστώντας και τους δύο και κάνοντας λόγο για έναν «ωραίο, πολιτισμένο, διαφορετικό και ανοιχτό πολιτικό διάλογο».