Πριν από περίπου ένα χρόνο, τον Φεβρουάριο του 2024, το Μαξίµου γινόταν δέκτης µιας ποιοτικής έρευνας για τα κρίσιµα προβλήµατα του τόπου. Ο ερευνητής, ένα χρόνο µετά την τραγωδία στα Τέµπη, είχε επιχειρήσει να σφυγµοµετρήσει τις διαθέσεις της κοινής γνώµης.
Το αποτέλεσµα ήταν σοκαριστικό. Πάνω από 80% των απαντήσεων ήταν αρνητικά φορτισµένες για το πώς η κυβέρνηση χειριζόταν το θέµα. Και αυτό το ποσοστό διαπερνούσε οριζόντια τον κορµό των πολιτικών κοµµάτων, συµπεριλαµβανοµένης και της Ν.∆. Στο κόκκινο ήταν και οι απαντήσεις για το τι πρέπει να γίνει. Και στο ερώτηµα αυτό, πάνω από 8 στους 10 απαίτησαν την παραδειγµατική τιµωρία των υπευθύνων.
Ωστόσο, παρά την ενηµέρωση του Μαξίµου δεν σήµανε συναγερµός από τα ευρήµατα της έρευνας. Η προσοχή ήταν στραµµένη αλλού. Εκείνη την περίοδο σχεδόν το σύνολο των δηµοσκοπήσεων αγνοούσε το θέµα, ως ήσσονος σηµασίας. Η προτεραιότητα δινόταν στην ακρίβεια, την κατάσταση της οικονοµίας, τις υποκλοπές. Τα τελευταία 24ωρα αποδεικνύεται πως τα προβλήµατα αυτά δεν αναιρούσαν τη διαπίστωση ότι η κρίση εµπιστοσύνης της κοινής γνώµης στην κυβέρνηση και το κράτος γενικότερα αποκτούσε µόνιµα χαρακτηριστικά, εξαιτίας των χειρισµών στην τραγωδία των Τεµπών. Η τραγωδία δεν ξεχάστηκε…
Οταν η καχυποψία αναζωπυρώθηκε
Ενα µήνα µετά, στις 20 Μαρτίου 2024, η Ολοµέλεια της Βουλής ενέκρινε κατά πλειοψηφία το πόρισµα της εξεταστικής επιτροπής µε την υπογραφή των µελών της Ν.∆. Συνοδευτικά, κατατέθηκαν και τα ξεχωριστά πορίσµατα των άλλων κοµµάτων της αντιπολίτευσης. Το πόρισµα της πλειοψηφίας δεν απέδιδε πολιτικές ευθύνες σε υπουργούς ή άλλα κυβερνητικά στελέχη.
Η καχυποψία της κοινής γνώµης για ατολµία στη διερεύνηση των ευθυνών αναζωπυρώθηκε. «∆εν πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη στιγµή της Βουλής» ήταν το σαφές σχόλιο του πρωθυπουργού, στη συνέντευξη της περασµένης Τετάρτης στον Alpha, για το έργο της επιτροπής. Ηταν τότε που καταγραφόταν και επίσηµα το ρεκόρ αρνητικών κρίσεων της κοινής γνώµης για τον χειρισµό της τραγωδίας…
Τους καθησύχασε η κάλπη;
Πώς εξηγείται αυτή η υποτίµηση στη διαχείριση µιας τόσο κρίσιµης υπόθεσης από το κυβερνητικό επιτελείο; Πολλοί αποδίδουν το πρόβληµα στο γεγονός ότι πέντε µήνες µετά τα Τέµπη η κυβέρνηση ψηφίστηκε πανηγυρικά µε το 41%, κερδίζοντας την αυτοδυναµία.
Εξελήφθη τότε ότι η ετυµηγορία της κάλπης «παρέγραψε» τις όποιες ευθύνες, µε αποτέλεσµα το θέµα να θεωρηθεί λήξαν; Επαιξε ρόλο ότι ο τότε υπουργός Μεταφορών Κώστας Καραµανλής -που παραιτήθηκε την εποµένη της τραγωδίας- έθεσε υποψηφιότητα στην περιφέρειά του στις Σέρρες και επανεξελέγη; «Το γεγονός ότι είναι βουλευτής δεν επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την όποια πιθανή διερεύνηση αφορά τον ρόλο του κ. Καραµανλή», είπε ο κ. Μητσοτάκης στον Alpha. Αφήνοντας µάλιστα ανοιχτό το θέµα της προανακριτικής, είπε πως εάν οι δικαστές αποφασίσουν να στείλουν αιτιολογηµένα τη δικογραφία στη Βουλή, για ενδεχόµενη ποινική εµπλοκή πολιτικών προσώπων, «η κυβερνητική πλειοψηφία δεν θα σταθεί εµπόδιο στην περαιτέρω διερεύνηση ενός τέτοιου ενδεχοµένου».
Η µαζικότητα και η έκταση των συγκεντρώσεων την περασµένη Κυριακή, µε τη συµµετοχή πολιτών από κάθε πολιτική απόχρωση και πάνδηµη την απαίτηση για πλήρη διερεύνηση των αιτιών του δυστυχήµατος, ήταν ένα σοκ για το κυβερνητικό επιτελείο. Ταυτόχρονα όµως φανερώθηκε και το χάσµα ανάµεσα στους πολίτες που διαµαρτυρήθηκαν και το σύνολο του πολιτικού συστήµατος. Κι αυτό γιατί η τραγωδία στα Τέµπη λειτούργησε σωρευτικά στη συνείδηση της κοινής γνώµης –έπαιξαν ρόλο και η Μάνδρα, το Μάτι, οι πυρκαγιές του περασµένου καλοκαιριού-, άσχετο αν εκδηλώθηκαν µαζικά «στη βάρδια» της κυβέρνησης. Αυτό δεν αναιρεί τη διαπίστωση ότι κρίση εµπιστοσύνης υπάρχει και για τα κόµµατα της αντιπολίτευσης -τόσο για το ΠΑΣΟΚ όσο και για τον ΣΥΡΙΖΑ, που άσκησαν κυβερνητική εξουσία- καθώς εί ναι κοινώς παραδεκτή η διαχρονικότητα της κρατικής ανικανότητας και στη διαχείριση του προβλήµατος των σιδηροδρόµων, αλλά και το πρόβληµα της διαφθοράς και αναξιοκρατίας.
Επιχειρούν επανεκκίνηση
Και τώρα τι γίνεται; Η κυβέρνηση επιχειρεί ένα restart από δυσµενέστερη θέση, καθώς η θέση για συγκάλυψη φαίνεται να κυριαρχεί στα µυαλά των συµπολιτών µας. Τι µπορεί να πετύχει; Κατ’ αρχάς κρίσιµος θα είναι ο ρό λος της ∆ικαιοσύνης σε ό,τι αφορά την απόδοση των ποινικών ευθυνών. Πολιτικά, το πρόβληµα παραµένει ανοιχτό, όπως και το ενδεχόµενο για σύσταση προανα κριτικής επιτροπής, εφόσον προκύψουν νέα στοιχεία.
Ο πρωθυπουργός ήταν ξεκάθαρος απέναντι στη στάση της κ. Καρυστιανού, που δέχτηκε και «γαλάζια πυρά» για τις πρωτοβουλίες της: «Η κ. Καρυστιανού έχασε το παιδί της. Βάζω τίτλους τέλους σε αυτό». Ασφαλώς αναθεώρηση αρµόζει και στις φιλόδοξες αναφορές περί «επιτελικού κράτους», καθώς τα Τέµπη απέδειξαν την τραγική ανεπάρκειά του.
H αντιπολίτευση
Παράλληλα, είναι αµφίβολο εάν τα µεγαλύτερα κόµµατα της αντιπολίτευσης -που επενδύουν από την περασµένη Κυριακή στο αφήγηµα της συγκάλυψης και αναζητούν συγκλίσεις στο «αντιµητσοτακικό µέτωπο»– µπορούν να προσδοκούν κοµµατικά οφέλη από το άχαρο «καπέλωµα» των διαµαρτυριών. ∆εν είναι τυχαίο πως οι πρώτες δηµοσκοπικές ενδείξεις εµφανίζουν απώλειες όχι µόνο για την κυβέρνηση, αλλά και για το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, µε την παράλληλη ενίσχυση κάποιων από τα µι κρότερα κόµµατα. Σε κάθε περίπτωση, η αντιπολίτευση δεν πρόκειται να υποστείλει τη σηµαία της σφοδρής κριτικής για τα Τέµπη. Η κυβέρνηση, ωστόσο, οφείλει να απολογηθεί πρωτίστως στους πολίτες για τα αναπά ντητα «γιατί». Κι αυτό το έργο είναι εξαιρετικά δύσκολο.
Εφημερίδα Κυριακάτικη Απογευματινή