«Ησυχία και επικοινωνία με Τουρκία»

Αργεί ο διάλογος για ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Προτεραιότητα το Κυπριακό
16:00 - 26 Σεπτέμβριος 2023

Τόσο προεκλογικά όσο και κατά τους πρώτους μήνες της δεύτερης θητείας του κυβερνώντος κόμματος, οι Έλληνες αξιωματούχοι φαίνονταν έτοιμοι να μπουν στα βαθιά με την Τουρκία. Να επωφεληθούν από το θετικό momentum ώστε να αρχίσει η συζήτηση για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Σταδιακά αυτό άλλαξε. Κάποιοι θα πουν λόγω έκτακτων γεγονότων (φωτιές, πλημμύρες), κάποιοι λόγω απλού ρεαλισμού. Η συγκεκριμένη συζήτηση πήρε «παράταση» και πλέον βασικός στόχος φαίνεται πως είναι η διατήρηση του καλού κλίματος. Δεν είναι ότι δεν θέλουμε να τα βρούμε, απλώς αναγνωρίζουμε ότι δεν είναι εύκολο να συμβεί αυτό τώρα. Οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη, στον ομογενειακό ραδιοφωνικό σταθμό «Ελληνική Ηχώ» ήταν σ’ αυτό το κλίμα.

«Μετά από μία περίοδο στην οποία είχαμε μια σχετική δυσκολία να μπορούμε να επικοινωνούμε δημιουργικά, έχουμε εδραιώσει ένα σημαντικό δίαυλο επικοινωνίας με την τουρκική πλευρά. Για μας είναι σημαντικό, σε πρώτο επίπεδο, να μπορέσουμε να παρατείνουμε τον χρόνο, όσο το δυνατόν, της περιόδου ησυχίας στην περιοχή μας», είπε και πρόσθεσε, «είναι σημαντικό το ότι μπορούμε να επικοινωνούμε με την απέναντι πλευρά χωρίς κάθε φορά που υπάρχει η οποιαδήποτε διαφορά ή διχογνωμία να προκαλείται και κρίση. Κάποια στιγμή -η οποία όμως δεν είναι του παρόντος – να δούμε και τη μείζονα διαφορά μας, που είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης».

Ο Τούρκος ομόλογός του, Χακάν Φιντάν, πάντως δεν χάνει χρόνο. Έχει ήδη αρχίσει να στρώνει το έδαφος και να μιλά για οικονομικές δραστηριότητες με επίκεντρο το Αιγαίο. «Στις δύο πλευρές υπάρχει η βούληση να λυθούν τα προβλήματα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας με βάση τον αμοιβαίο σεβασμό και την καλή θέληση. Βέβαια, παράλληλα με αυτό, υπάρχει πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει πράξη, η κυριότερη εκ των οποίων είναι να μην κλιμακωθεί η ένταση στο Αιγαίο, ιδιαίτερα με επίκεντρο το Αιγαίο, και να αναδειχθούν οι οικονομικές δυνατότητες μεταξύ των δύο χωρών», δήλωσε για να καταλήξει σ’ ένα λιγότερο ουτοπικό συμπέρασμα: «Το πρόβλημα είναι το πώς θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο».

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις -όπως άλλωστε και οι ευρωτουρκικές- περνούν από το Κυπριακό που παραμένει και το μεγαλύτερο «αγκάθι». Στον απόηχο των δηλώσεων του Ταγίπ Ερντογάν περί ανάγκης αναγνώρισης του ψευδοκράτους, ο κ. Γεραπετρίτης έκανε μια δήλωση στον ίδιο ραδιοφωνικό σταθμό όλο νόημα. «Η ειλικρινής διάθεση θα πρέπει να αποδεικνύεται με συνέπεια και με συνέχεια. Και, βεβαίως, να μην ξεχνάμε τη θεμελιώδη προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που είναι η Κύπρος μας. Για μας είναι εξαιρετικά σημαντικό να συνεχιστούν οι συζητήσεις οι οποίες γίνονται και ήταν παρεμβάσεις της ελληνικής πολιτείας και του πρωθυπουργού μας προς την κατεύθυνση της συνέχειας των συζητήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας με την τουρκοκυπριακή πλευρά, έτσι ώστε να υπάρξει μια λύση βιώσιμη, στο πλαίσιο ακριβώς των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και της τοποθέτησης ειδικού απεσταλμένου», τόνισε ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας.

Υπό διωγμό 500.000 Σύροι στην Πόλη

Σε καθεστώς διωγμών ζουν οι πάνω από 500.000 Σύροι πρόσφυγες και μετανάστες στην Κωνσταντινούπολη, καθώς υποχρεώνονται από τις τουρκικές Αρχές να «αδειάσουν» την πόλη κι ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται δεκάδες συλλήψεις με πρόσχημα να παταχθούν οι διακινητές.

Η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί τις επόμενες μέρες, καθώς το τελεσίγραφο της Νομαρχίας Κωνσταντινούπολης έληξε και θα αρχίσουν αυστηροί έλεγχοι σε όλες τις συνοικίες της Πόλης. Όσοι θα συλλαμβάνονται θα μεταφέρονται, άγνωστο προς ποια κατεύθυνση, αν και κανείς δεν έχει αποκλείσει να τους μεταφέρουν διά της βίας στα σύνορα και από εκεί να τους απελαύνουν στη Συρία. Το τουρκικό τελεσίγραφο ανέφερε ότι εάν οι Σύροι υπήκοοι υπέβαλαν αίτηση στη Υπηρεσία Μετανάστευσης της επαρχίας Κωνσταντινούπολης μέχρι τις 24 Σεπτεμβρίου 2023 για να επιστρέψουν στις επαρχίες όπου είναι εγγεγραμμένοι, τότε θα τους χορηγούνταν ταξιδιωτική άδεια».

Για την ώρα, στον Έβρο οι κάτοικοι μέχρι στιγμής δεν βλέπουν κάποια αυξημένη ροή, μόνο μεμονωμένες μικρές ομάδες, που προσπαθούν μέσω του ποταμού να περάσουν, οι όποιες όμως γίνονται αντιληπτές από τους συνοριοφύλακες.