Ο Σαμαράς «Θέτει εαυτόν (και πάλι) εκτός ΝΔ»- Οι λόγοι της διαγραφής και η επόμενη μέρα στην κυβέρνηση

Διαγραφή-μήνυμα του Μητσοτάκη ότι δεν θα επιτρέψει την υπονόμευση του κυβερνητικού έργου - Τα τρία σημεία της συνέντευξης Σαμαρά που οδήγησαν στην τιμωρία του
14:19 - 18 Νοέμβριος 2024

Η επόμενη μέρα της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά επιβεβαιώνει την ανάγνωση που γίνεται στο Μέγαρο Μαξίμου ότι ουδείς εκ των «γαλάζιων» βουλευτών θα θέσει σε διακύβευση την πολιτική σταθερότητα ακολουθώντας τον Μεσσήνιο πολιτικό στις όποιες επιδιώξεις του. Αυτό άλλωστε ήταν και το μήνυμα του Κυριάκου Μητσοτάκη όταν το Σάββατο κλήθηκε να πάρει μια δύσκολη πλην όμως αναγκαία απόφαση, που συνιστούσε μονόδρομο για την ομαλή κυβερνητική συνέχεια.

Ο πρωθυπουργός με τη διαγραφή Σαμαρά τόνισε προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν θα επιτρέψει την υπονόμευση του κυβερνητικού έργου και του ίδιου προσωπικά μέσα από συνεχείς εσωκομματικές επιθέσεις και τριβές. Στην πραγματικότητα ο κ. Μητσοτάκης δεν είχε απολύτως καμία άλλη επιλογή, έχοντας το προηγούμενο διάστημα δώσει όλα εκείνα τα περιθώρια ελευθερίας στον κ. Σαμαρά, ως πρώην πρωθυπουργός, να εκφράσει προσωπικές απόψεις και επί παντός. Όλα όμως έχουν ένα όριο και ο Μεσσήνιος με τη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» όχι απλώς το υπερέβη κατά πολύ, αλλά έδειξε να θέλει να προκαλέσει ουσιαστικά την απομάκρυνσή του από τη ΝΔ. Και αυτό βέβαια καθώς αμφισβήτησε όχι μόνο τον πολιτικό πυρήνα της διακυβέρνησης αλλά και τον πατριωτισμό της.

Πάνω σε αυτόν τον άξονα ήταν λογικό να κινηθεί η ανακοίνωση της διαγραφής, που έγινε από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Παύλο Μαρινάκη με τη φράση «θέτει εαυτόν, για δεύτερη φορά μετά το 1993, εκτός Νέας Δημοκρατίας».

Τρία ήταν τα σημεία της συνέντευξης Σαμαρά τα οποία δεν άφησαν άλλη επιλογή στον πρωθυπουργό. Το πρώτο ότι επέμεινε στην «προσβλητική διαστρέβλωση δηλώσεων του υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη, κάνοντας λόγο περί δήθεν “μειοδοσίας”», εγκαλώντας ουσιαστικό τον ίδιο τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση. Το δεύτερο ότι κατηγόρησε με οξύτατες εκφράσεις τον Κυριάκο Μητσοτάκη αλλά και τον Κύπριο Πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη, τονίζοντας ότι δήθεν «χαριεντίζονταν» με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν και με τον πρωθυπουργό της Αλβανίας, Έντι Ράμα, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής στη Βουδαπέστη. Και τρίτον, η αναφορά στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, όταν ενέπλεξε και τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, πιθανότατα εν αγνοία του σύμφωνα με το περιβάλλον του.

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΝΗ

Το τελευταίο διάστημα στο Μέγαρο Μαξίμου είχε τεθεί στο τραπέζι το ενδεχόμενο διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ωστόσο η πλειονότητα των στελεχών δεν πίστευε ότι τα πράγματα θα έφταναν σε αυτό το σημείο. Παρά το γεγονός ότι κλιμάκωνε τις επιθέσεις, ξεπερνώντας «κόκκινες γραμμές» και αναγκάζοντας τον πρωθυπουργό να του απαντήσει προσωπικά, ουδείς πίστευε ότι θα προχωρούσε σε συνολική καταγγελία της κυβερνητικής πολιτικής και μάλιστα με τον ωμό τρόπο που το έκανε στη συνέντευξή του. Η ΝΔ πλέον καλείται να αναμετρηθεί με τον φόβο μιας εσωκομματικής δίνης και να βγει από αυτή την καμπή που προκαλεί το νέο χτύπημα του Μεσσήνιου, το οποίο από πολλούς στο Μέγαρο Μαξίμου και στην Πειραιώς θεωρείται χτύπημα κάτω από τη ζώνη. Σε μια συγκυρία δε στην οποία, εκτός των προβλημάτων της καθημερινότητας, η χώρα δεν αποκλείεται να βρεθεί στο μέσον γεωπολιτικών αναταράξεων, με δύο πολέμους να μαίνονται στον βορρά και στον νότο. Ειδικότερα, όσον αφορά τα σενάρια περί πρόωρης προσφυγής στην κάλπη εξαιτίας μια ενδεχόμενης απώλειας της δεδηλωμένης και τα οποία ανασύρονται μετά την αποπομπή Σαμαρά, θεωρούνται ανεδαφικά, όπως φάνηκε από τη συλλογική αποδοκιμασία των «γαλάζιων» βουλευτών προς το πρόσωπο του Μεσσήνιου. Ακόμη και όσων συνδέονται πολιτικά και προσωπικά μαζί του.

Πρακτικά, πάντως, η Νέα Δημοκρατία διαθέτει 155 βουλευτές, αν και ο Λευτέρης Αυγενάκης, που έχει διαγραφεί από τη «γαλάζια» Κοινοβουλευτική Ομάδα, στηρίζει όλες τις νομοθετικές πρωτοβουλίες. Ο αριθμός αυτός δημιουργεί εύλογα ερωτήματα, αν δηλαδή κάποιοι εκ των σαμαρικών -κόντρα στις προβλέψεις- επιλέξουν να τον ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα. Από το Μέγαρο Μαξίμου ωστόσο εμφανίζονται κατηγορηματικοί επ’ αυτού, τονίζοντας ότι «ουδείς εκ των “γαλάζιων” θα θελήσει να πάρει πάνω του και να θέσει σε κίνδυνο την πολιτική σταθερότητα, εν μέσω μάλιστα αυτών των μεγάλων προκλήσεων».

Η ιστορία επαναλαμβάνεται – Το πρώτο αμάρτημα του Μεσσήνιου το 1992-1993

 Τριάντα δύο χρόνια μετά, η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται με τη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από τη Νέα Δημοκρατία. Απρίλιος 1992, συγκαλείται το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για το Μακεδονικό. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ανακοίνωσε την αποπομπή του τότε υπουργού Εξωτερικών από την κυβέρνηση, καθώς είχε διαφοροποιηθεί από την κυβερνητική γραμμή. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, ο Αντώνης Σαμαράς παραιτείται από τη βουλευτική του έδρα και η πορεία της ρήξης ξεκινά. Στις 30 Ιουνίου 1993 ιδρύει την Πολιτική Άνοιξη. Μόλις τρεις μήνες μετά, ο Στέφανος Στεφανόπουλος και ο Γιώργος Συμπιλίδης αποχωρούν από τη «γαλάζια» παράταξη και προσχωρούν στο νέο κόμμα του Μεσσήνιου πολιτικού διατηρώντας την έδρα τους ως ανεξάρτητοι βουλευτές. Έτσι, η Νέα Δημοκρατία χάνει τη δεδηλωμένη και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προκηρύσσει πρόωρες εκλογές. Νικητής αναδείχθηκε το ΠΑΣΟΚ υπό τον Ανδρέα Παπανδρέου και η Πολιτική Άνοιξη του Αντώνη Σαμαρά αποσπά 4,88% καταλαμβάνοντας 10 έδρες στη Βουλή. Οι σχέσεις Σαμαρά – Νέας Δημοκρατίας αναθερμαίνονται αρχές της δεκαετίας του 2000 υπό την ηγεσία του Κώστα Καραμανλή. Το 2004 επιστρέφει και επίσημα στη ΝΔ, το 2007 εκλέγεται βουλευτής και το 2009 κατακτά την προεδρία του κόμματος. Οι διαφοροποιήσεις όμως -και πάλι με αιχμή την εξωτερική πολιτική- επιστρέφουν μετά την εκλογική νίκη της ΝΔ το 2019, επιβεβαιώνοντας ότι η «πληγή» του 1992 δεν επουλώθηκε ποτέ.