Η γενική αίσθηση που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου πως το κυβερνών κόμμα παίζει μόνο του και κινδυνεύει αποκλειστικά από τον… «κακό» εαυτό και τα λάθη του αποτυπώθηκε εν πολλοίς σε όσα είπε ο Παύλος Μαρινάκης κατά τη χθεσινή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών.
Ο κ. Μαρινάκης αναφέρθηκε στο κενό της αντιπολίτευσης, όπως καταγράφεται μετά τα όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ και με την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να ανακτήσει ρόλο κεντρικό, σημειώνοντας πως αυτή η εικόνα προκαλεί γενικότερες ανησυχίες. «Αυτά που συμβαίνουν σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δεν κάνουν καλό σε κανέναν, ούτε στα ίδια τα κόμματα ούτε στην κυβέρνηση ούτε στο πολιτικό σύστημα. Μακάρι ένα από αυτά τα κόμματα να γίνει σοβαρό κόμμα αντιπολίτευσης. Μέχρι τότε παρακολουθούμε τις εξελίξεις και περιμένουμε», σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κληθείς να σχολιάσει τα τεκταινόμενα στα δύο μεγαλύτερα αντιπολιτευτικά κόμματα.
Το Μαξίμου παρακολουθεί με ενδιαφέρον όσα γίνονται προς τα αριστερά του παρά τη διακριτική διαχείριση που γίνεται, ενώ ταυτόχρονα ακούει κάποιες «γαλάζιες» φωνές που υποστηρίζουν πως η απουσία ενός ισχυρού αντίπαλου δέους ενδέχεται να παρατείνει την αποσυσπείρωση της ΝΔ. Είναι και αυτό μια από τις προβληματικές που αναπτύσσονται στα ενδότερα των κυβερνητικών γραφείων, ωστόσο η κυρίαρχη αντίληψη περιστρέφεται αποκαλυπτικά στο πώς η κυβέρνηση θα καταφέρει να πετύχει τους στόχους που έχει θέσει με ορίζοντα το 2027. «Το αν θα πετύχουμε τον στόχο μας στις εκλογές του 2027 θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματικότητά μας. Είναι στο χέρι μας. Ο δρόμος είναι ανηφορικός, θα τον διαβούμε και θα έρθει η στιγμή που θα αξιολογηθούμε αυστηρά από την κοινωνία», σημείωσε επ’ αυτού ο Παύλος Μαρινάκης.
Στο σημείο που βρισκόμαστε, με την κυβέρνηση να νιώθει πως πρέπει να επαναφέρει τους δυσαρεστημένους της ΝΔ με την παραγωγή έργου, βελτιώνοντας την καθημερινότητα των πολλών, και την αντιπολίτευση απούσα, οι κυβερνητικοί επιτελείς δεν κλείνουν τα μάτια στον κίνδυνο οι πολίτες, που αντιμετωπίζουν τα σοβαρά προβλήματα (με πρώτο την ακρίβεια), να στραφούν σε ακροδεξιά σχήματα. Υπό αυτή την έννοια, η προτροπή Κυριάκου Μητσοτάκη για εντατικοποίηση της δουλειάς, με σύνεση και ταπεινότητα, συμπυκνώνει το στοίχημα της ερχόμενης τριετίας.