Αν κάνει κανείς μία αναδρομή στην ιστορία της Νέας Δημοκρατίας, μετά βεβαίως την αποχώρηση από την αρχηγία του ιδρυτού της, θα διαπιστώσει ότι υπάρχουν πλείστα όσα παραδείγματα διαφορετικών τοποθετήσεων από κορυφαία στελέχη σε σχέση με την πολιτική που τηρούσε η εκάστοτε ηγεσία του κόμματος, χωρίς ουσιαστικώς να πληγεί η ηγεσία ή να οδηγηθεί το κόμμα σε αλλαγές στην κορυφή. Άλλοι είναι που μιλούν για πλουραλισμό και πολυφωνία, αλλά η ΝΔ είχε κάνει αυτό πράξη επί δεκαετίες.
Η πολυφωνία αυτή και μάλιστα από δύο πρώην αρχηγούς του κόμματος και πρωθυπουργούς διαπιστώθηκε και τη Δευτέρα σε πολιτικοδημοσιογραφική εκδήλωση. Εφόσον δε υπήρχαν -και ήταν γνωστό αυτό- διαφορετικές απόψεις επί μειζόνων ιδεολογικών, κοινωνικών και εθνικών θεμάτων, δεν θα ήταν δυνατόν οι φωνές αυτές, δύο κορυφαίων, να φιμωθούν. Δεν είναι αυτή η πρακτική στο DNA της παράταξης. Ειδικώς μάλιστα τώρα που η απόλυτη κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας στο πολιτικό σκηνικό επιτρέπει και διευκολύνει τη διατύπωση και διαφορετικών προσεγγίσεων στα μείζονα θέματα της επικαιρότητας.
Με αφορμή λοιπόν τις θέσεις πάνω σε μείζονα προβλήματα που διατύπωσαν οι δύο πρώην πρωθυπουργοί, το συμπέρασμα είναι ότι οι παρεμβάσεις τους ελαύνονται τόσο από την πρόθεσή τους να συμβάλουν στη διατήρηση της κυριαρχίας του κόμματος του οποίου ηγήθησαν αλλά και από αισθήματα πατριωτισμού, με παραινετική διάθεση, καθώς δεν αμφισβητούν ανάλογες προθέσεις του διαδόχου τους. Θεωρούν, με άλλα λόγια, ότι οι διαφορετικές απόψεις πρέπει να διατυπώνονται, καθώς μπορεί να είναι χρήσιμη και μία άλλη οπτική.
Άλλωστε, ενώ στη ΝΔ θεωρείται εποικοδομητική κάθε καλοπροαίρετη κριτική, στα άλλα κόμματα έχει αποδειχθεί ότι ανάλογες καταστάσεις οδηγούν κατ’ αρχάς σε εσωστρέφειες και κλυδωνισμούς στην κορυφή των κομμάτων. Το διαπιστώνουμε στα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης, που έχουν περιπέσει στη δίνη που έχει δημιουργήσει αφενός η αρχηγική τους αδυναμία και αφετέρου η απόρριψή τους από την κοινωνία.