Απαράδεκτη χαρακτήρισε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την προσφυγή που κατέθεσε η Εύα Καϊλή κατά της άρσης της κοινοβουλευτικής ασυλίας της, η οποία είχε ζητηθεί στο πλαίσιο έρευνας με αντικείμενο τη διαχείριση των βουλευτικών αποζημιώσεων. Αρχές Δεκέμβρη του 2022 η Ευρωπαία γενική εισαγγελέας Λόρα Κοβέσι είχε ζητήσει από την πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μέτσολα, να άρει την ασυλία της κυρίας Καϊλή. Το αίτημα είχε παραπεμφθεί από την Ολομέλεια στην Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων.
Η Εύα Καϊλή άσκησε προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ, ζητώντας να ακυρωθεί τόσο το αίτημα της Ευρωπαίας γενικής εισαγγελέως όσο και η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Όπως αναφέρει η εισαγγελέας, το αίτημα άρσης της ασυλίας είναι προκαταρκτικό μέτρο, αναγκαίο προς διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των ερευνών, όταν η ασυλία του ενδιαφερόμενου προσώπου συνιστά εμπόδιο. «Δεν συνεπάγεται, καθ’ εαυτό, την άρση της ασυλίας της Ε. Καϊλή και δεν μπορεί να έχει αντίκτυπο στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της», σημειώνεται στην ίδια ανακοίνωση. Το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται επίσης ότι στις προαναφερθείσες πράξεις δεν διατυπώνεται κάποια οριστική θέση ούτε της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ως προς την έρευνα που έχει κινηθεί εις βάρος της κυρίας Καϊλή ούτε του Κοινοβουλίου, ως προς τη νομική της κατάσταση.
Επιπλέον, οι πράξεις δεν παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να θίξουν τα συμφέροντά της, μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική της κατάσταση.
Να σημειωθεί πως η πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει το δικαίωμα να ασκήσει αναίρεση ενώπιον του δικαστηρίου εντός δύο μηνών και δέκα ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης, κάτι που αναμένεται να πράξει άμεσα μέσω των δικηγόρων της. Παράλληλα η Εύα Καϊλή συνεχίζει να αρνείται όσα της καταλογίζουν, τόσο όσον αφορά την εμπλοκή της στο Qatargate όσο και με τη διαχείριση των βουλευτικών αποζημιώσεων υποστηρίζοντας ότι η ίδια έπεσε θύμα σκευωριών στις οποίες συμμετείχαν και δικαστές.