Την είσοδο μεγάλων ξένων τραπεζών ως στρατηγικών εταίρων στις ελληνικές τράπεζες κατά την αποεπένδυση του ΤΧΣ, θα επιθυμούσε η ΤτΕ. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξή του στο Reuters, «θα ήθελα να δω στρατηγικούς εταίρους, ιδανικά μία η δύο μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες», αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι κάτι τέτοιο είναι δύσκολο, καθώς ακόμη δεν έχουμε ένα ενοποιημένο τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη, αφού δεν έχει ολοκληρωθεί η τραπεζική ενοποίηση.
Ο διοικητής της ΤτΕ δήλωσε πως η έναρξη της αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις ελληνικές τράπεζες κλείνει έναν κύκλο που ξεκίνησε με την οικονομική κρίση του 2010 και πρόσθεσε πως ελπίζει ότι το ΤΧΣ θα προσπαθήσει να βρει καλούς στρατηγικούς, μακροπρόθεσμους επενδυτές για να πουλήσει τις μετοχές του και ότι οι μεγάλοι Ευρωπαίοι δανειστές θα συμμετάσχουν στις τράπεζες.
Σημειώνεται ότι σε χθεσινή έκθεσή της η Moody’s υπολογίζει ότι από την αποεπένδυσή του από τις ελληνικές τράπεζες το ΤΧΣ θα εισπράξει 3-4 δισ. ευρώ με βάση τις τρέχουσες αποτιμήσεις των μετοχών, μειώνοντας έτσι το συνολικό κόστος του ελληνικού Δημοσίου από την ανακεφαλαιοποίηση και σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος. Όπως αναφέρει ο διεθνής οίκος, το Ταμείο συσσώρευσε ζημίες εύλογης αξίας 38,6 δισ. ευρώ (με βάση τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου του 2022).
Ο διοικητής της ΤτΕ είπε ότι η Ελλάδα απολαμβάνει ένα πολύ ευνοϊκό αποτέλεσμα «χιονοστιβάδας», αναφερόμενος στον συνδυασμό ονομαστικού ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ, πραγματικού επιτοκίου του δημόσιου χρέους και πρωτογενούς πλεονάσματος, εκτιμώντας ρεαλιστική ακόμη και μια ετήσια μείωση 10 ποσοστιαίων μονάδων του χρέους προς το ΑΕΠ κάθε χρόνο. Πρόσθεσε, δε, ότι ο στόχος της Ελλάδας για ανάπτυξη 3% το επόμενο έτος, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, είναι εφικτός λόγω των ισχυρών επενδύσεων.