Μέσα στο επόμενο τρίμηνο και αφού λάβει καθαρογραμμένη την απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην εκταμίευση των 500 εκατ. ευρώ για την καταβολή των αναδρομικών από 800 έως 4.100 ευρώ για τους 400.000 δικαιούχους, που είχαν καταθέσει αγωγές μέχρι το 2020.
Ποιους αφορά
Αυτοί θα λάβουν τα αναδρομικά του 11μήνου σε επικούρηση και δώρα, όπως έχει αποφασίσει το ΣτΕ, τόσο στον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα, εκτός της Τραπέζης της Ελλάδος. Οι συγκεκριμένοι θα λάβουν εντόκως αναδρομικά ποσά έως 4.100 ευρώ ως επιστροφή των περικοπών. Για συνταξιούχους του τ. ΙΚΑ τα αναδρομικά υπολογίζονται από 450 ευρώ έως 2.500 ευρώ, για συνταξιούχους ταμείων ΔΕΚΟ και τραπεζών από 1.111 ευρώ έως 4.100 ευρώ και για τις υπόλοιπες κατηγορίες 750-3.700 ευρώ.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι η γενικευμένη εφαρμογή και στους 800.000 δικαιούχους που δεν προσέφυγαν δεν πρόκειται να ισχύσει, παρά μόνο αν υπάρξει πολιτική απόφαση, όπως έγινε με το 11μηνο στα αναδρομικά των συντάξεων για την περίοδο Ιούνιος 2015-Μάιος 2016. Προς το παρόν, πάντως, πηγές του υπουργείου Εργασίας αναφέρουν ότι η κυβέρνηση εμμένει στην απόφαση του ΣτΕ.
Το σκεπτικό
Ουσιαστικά, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο -έναν χρόνο μετά τη συνεδρίασή του- αποφάσισε ότι… «δεν χρειάζεται να πάρει απόφαση». Έκρινε ότι οι δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και του Αρείου Πάγου δεν αντίκεινται μεταξύ τους και συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να λάβει θέση υπέρ της μίας ή της άλλης. Κρίνει λοιπόν το συγκεκριμένο δικαστήριο (ΑΕΔ) ότι «στερείται σχετικής δικαιοδοσίας» να αποφανθεί κατά πόσο θα πρέπει να υπερισχύσει η απόφαση του Αρείου Πάγου που έκρινε (το 2023) την κατάργηση των δώρων ως συνταγματική ή του ΣτΕ (το 2015) που έχει κρίνει πως ήταν αντισυνταγματική. Αντιθέτως, οι υπόλοιποι συνταξιούχοι (που δεν έχουν προσφύγει) δεν θα λάβουν αναδρομικά, εάν η κυβέρνηση δεν αποφασίσει να λύσει με πολιτική απόφαση το ζήτημα αυτό.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο σκεπτικό του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου: «Στερείται σχετικής δικαιοδοσίας, λόγω μη αντιθέσεως μεταξύ της αποφάσεως 1509/2023 του Αρείου Πάγου και 2287 και 2088/ 2015 του ΣτΕ. Και τούτο, διότι το Συμβούλιο της Επικρατείας, αποφανθέν υπέρ της αντισυνταγματικότητας, περιόρισε την κρίση του επί των συνταξιούχων δημόσιων φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως, στηριζόμενο στην υποχρεωτικότητα της (επικουρικής) κοινωνικής ασφάλισης και στην συνακόλουθη παροχή της αποκλειστικώς από το κράτος ή από ΝΠΔΔ, έλαβε υπόψη κατά τρόπο καταλυτικό το σωρευτικό αποτέλεσμα της ένδικης περικοπής με το σύνολο των προηγηθεισών, κατά τα έτη 2000 έως 2012, πολλαπλών διαδοχικών νομοθετικών περικοπών των συντάξεων, κρίνοντας -βάσει της ποσότητας και της έντασης αυτών επί της συγκεκριμένης κατηγορίας συνταξιούχων- ότι επιβαλλόταν συνταγματικώς, αλλά δεν εχώρησε η εκπόνηση ειδικής επιστημονικά τεκμηριωμένης μελέτης ως προς την επιρροή της ένδικης ρύθμισης στον πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος των εν λόγω συνταξιούχων».
Το ιστορικό
Το θέμα οδηγήθηκε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο μετά τις διαφορετικές-αντικρουόμενες αποφάσεις των δύο ανώτατων δικαστηρίων (Άρειος Πάγος και Συμβούλιο της Επικρατείας) που αφορούσαν το ενδεκάμηνο Ιούνιος 2015-Μάιος 2016 και όχι το συνολικό διάστημα, για το οποίο έχουν προσφύγει οι συνταξιούχοι.
Ο Άρειος Πάγος έκρινε ομόφωνα πως οι περικοπές στις επικουρικές συντάξεις του ιδιωτικού τομέα σε ό,τι αφορά τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας για το 11μηνο από το 2015 έως το 2016 είναι συνταγματικές. Το σκεπτικό του δικαστηρίου στηρίζεται στην παραδοχή ότι οι περικοπές έγιναν για την εξυπηρέτηση θεμάτων γενικότερου ενδιαφέροντος, που άπτονται του δημοσίου συμφέροντος, καθώς σχετίζονται με την οικονομική διάσωση της χώρας. Αντιθέτως, το ΣτΕ έχει κρίνει ότι οι περικοπές είναι αντισυνταγματικές για τα δώρα και το επίδομα αδείας που έγιναν με βάση τους νόμους για τη δημοσιονομική προσαρμογή το 2012, και ειδικότερα για το 11μηνο ανάμεσα στο 2015 και το 2016.
Των Αντώνη Βασιλόπουλο, Βάσω Παλαιού από την Εφημερίδα Απογευματινή