Στην ενίσχυση και αναβάθμιση του ελεγκτικού μηχανισμού για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής από τα «χοντρά πορτοφόλια» προχωρά η ΑΑΔΕ με τη συγκρότηση μίας νέας υπερσύγχρονης μονάδας με την επωνυμία Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Φορολογουμένων (ΚΕΜΕΦ), η οποία από τις 17 Φεβρουαρίου 2025 αναλαμβάνει δράση σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια.
Στο στόχαστρο
Στο μικροσκόπιο της νέας «υπερεφορίας», που θα δουλεύει με υπερσύγχρονα μέσα τεχνολογίας, θα τεθούν οι δραστηριότητες και οι κινήσεις όσων έχουν στην κατοχή τους και διαχειρίζονται σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, είτε αυτά αφορούν καταθέσεις πολλών εκατομμυρίων και επιχειρηματικές δραστηριότητες που εξαπλώνονται εντός και εκτός χώρας είτε επενδύσεις, ακόμη και ψηφιακά assets, άγνωστα στους περισσότερους από εμάς, όπως είναι τα κρυπτονομίσματα, το blockchain και τα ψηφιακά έργα τέχνης (τα λεγόμενα NFTs), που τα προηγούμενα χρόνια αποτέλεσαν σύμβολο επίδειξης πλούτου, αλλά και… ξεπλύματος μαύρου χρήματος.
Το σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας κοινής επιχειρησιακής υποδομής που προκύπτει από τη συγχώνευση του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ) και του Κέντρου Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου, του γνωστού έως σήμερα ΚΕΦΟΜΕΠ. Το ΚΕΜΕΦ θα αναλάβει ηγετικό ρόλο στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και του «μαύρου χρήματος», με κεντρικό στόχο την επίτευξη του οροσήμου είσπραξης επιπλέον εσόδων ύψους 1,8 δισ. ευρώ ετησίως – ποσό που μετά από συνεννόηση με την Κομισιόν θα κατευθυνθεί σε νέες φορολογικές ελαφρύνσεις και παροχές με έμφαση στη μεσαία τάξη.
Η νέα μονάδα, εφοδιασμένη με σύγχρονες μεθόδους και καινοτόμες πρακτικές, θα χειρίζεται τις πιο απαιτητικές υποθέσεις φοροδιαφυγής, επικεντρωμένη σε άτομα με πολύ υψηλά εισοδήματα και περιουσία, ελέγχοντας ακόμη και τις πιο σύνθετες περιπτώσεις, όπως η εκμετάλλευση κρυπτονομισμάτων, NFTs και άλλες ψηφιακές συναλλαγές. Οι έλεγχοι θα καλύπτουν όλη την επιχειρηματική αλυσίδα, από φυσικά πρόσωπα (μετόχους και διαχειριστές) μέχρι εταιρικά σχήματα και οντότητες, με στόχο τη μείωση των εστιών φοροαποφυγής και -όπως χαρακτηριστικά λένε από την ΑΑΔΕ- θα γίνονται σε περίμετρο «360 μοιρών», δηλαδή θα «περικυκλώνουν» από παντού τις κινήσεις των ελεγχόμενων. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, η νέα οργανωτική δομή του ΚΕΜΕΦ θα επιτρέψει παράλληλα τη μείωση του διοικητικού κόστους, εξασφαλίζοντας παράλληλα υψηλότερη απόδοση στον φορολογικό έλεγχο.
Τα απολογιστικά στοιχεία της ΑΑΔΕ για το ΚΕΦΟΜΕΠ δείχνουν ότι το κέντρο «εκτελούσε» 30-50 μεγάλες υποθέσεων τον μήνα σε αυτοαπασχολούμενους και άτομα μεγάλου πλούτου. Από αυτές, ολοκληρώνονταν περίπου 20 κάθε μήνα. Ωστόσο, στο τέλος Οκτωβρίου, οι ανοιχτές υποθέσεις είχαν φθάσει τις 932. Στο πρώτο δεκάμηνο του 2024, το ΚΕΦΟΜΕΠ είχε καταλογίσει πρόσθετους φόρους και πρόστιμα ύψους 91 εκατ. ευρώ, ενώ από το 2020 έως σήμερα οι καταλογισμοί ανέρχονται συνολικά σε 1 δισ. ευρώ.
Απολογισμός
Παρά ταύτα, από το 2020 και μετά έχουν εισπραχθεί μόλις 135 εκατ. ευρώ, καθώς οι υπόχρεοι συχνά καταφεύγουν σε ρυθμίσεις χρεών ή προσφεύγουν στα δικαστήρια, προκειμένου να καθυστερήσουν την άμεση καταβολή των ποσών αυτών στο Δημόσιο. Συνολικά, σε συνδυασμό με τις έρευνες για υποθέσεις ακινήτων, κεφαλαίου ή κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, έχουν βεβαιωθεί πρόστιμα ύψους 1,732 δισ. ευρώ τα τελευταία 5 χρόνια. Ωστόσο, από το συνολικό αυτό ποσό, το Δημόσιο έχει καταφέρει να εισπράξει μόλις 173,7 εκατ. ευρώ, δηλαδή περίπου το 10% των προστίμων και των φόρων που επιβλήθηκαν από το 2020 και μετά.
Το ΚΕΜΕΕΠ, αντίστοιχα, ολοκληρώνει περίπου 500 ελέγχους μεγάλων επιχειρήσεων ετησίως, φτάνοντας συνολικά τις 2.580 υποθέσεις από το 2020 μέχρι τον Οκτώβριο του 2024. Από αυτές, βεβαιώνονται φόροι και πρόστιμα που κυμαίνονται από 100 έως 250 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο, ενώ φέτος, από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο, το ποσό που βεβαιώθηκε έφτασε στα 337,57 εκατ. ευρώ. Συνολικά στην πενταετία έχουν επιβληθεί καμπάνες ύψους 1,169 δισ. ευρώ, από τις οποίες το Δημόσιο έχει εισπράξει μόλις 365,25 εκατ. ευρώ, γεγονός που αναδεικνύει τις σημαντικές δυσκολίες στην είσπραξη αυτών των ποσών και καθιστά αναγκαία μια ριζική αναθεώρηση της στρατηγικής που ακολουθείται.
Πηγή: Εφημερίδα Απογευματινή