Εύσημα σε 8 κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και η ελληνική, για την επιτυχή εφαρμογή του νέου δημοσιονομικού πλαισίου έδωσε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρώτη φορά αξιολογήθηκαν τα προσχέδια προϋπολογισμού και δημοσιονομικών προγραμμάτων υπό το φως του νέου κανόνα, που εστιάζει στο ποσοστό αύξησης των καθαρών δαπανών του προϋπολογισμού. Μέχρι την προθεσμία της 15ης Οκτωβρίου, σχέδια είχαν υποβάλει 17 κράτη-μέλη. Σε Ελλάδα, Κύπρο, Λετονία, Σλοβενία, Σλοβακία, Ιταλία, Κροατία και Γαλλία οι καθαρές δαπάνες κινούνται εντός των ανώτατων ορίων που συνέστησαν οι Βρυξέλλες.
Τι παρουσίασε η εξαμηνιαία έκθεση
Στο πλαίσιο της διαδικασίας του «ευρωπαϊκού εξαμήνου», η Κομισιόν δημοσιοποίησε επίσης τις εκθέσεις για τις οικονομίες που ελέγχονται για υπερβολικό έλλειμμα, καθώς και εκείνες που υπήρξαν σε πρόγραμμα σταθεροποίησης. Για την Ελλάδα παρουσιάστηκε η 5η μετα-μνημονιακή αξιολόγηση, στην οποία αποτιμάται θετικά η πορεία της οικονομίας. Η έκθεση επισημαίνει τον σχετικά υψηλό ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ (2,1%), τη μείωση της ανεργίας και τη συνέχιση του «νοικοκυρέματος» στα δημοσιονομικά μεγέθη, με τον προϋπολογισμό να εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει πλεόνασμα το 2026. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να υποχωρήσει στο 146,8% το 2025, ενώ θετικά αποτιμάται η πρόωρη αποπληρωμή των δανείων της μνημονιακής περιόδου.
Ως σημαντικότερος παράγοντας ανησυχίας αναφέρεται το εμπορικό έλλειμμα, που αποτελεί «βαρίδι» για την ανάπτυξη φέτος αλλά και το 2025. Ακόμα και σε αυτό το πεδίο, όμως, υιοθετείται η αισιόδοξη πρόβλεψη του οικονομικού επιτελείου, ότι σημαντικό μέρος της αύξησης των εισαγωγών οφείλεται σε εισαγωγές κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, που θα αξιοποιηθούν σε επενδύσεις. Αυτό τα επόμενα χρόνια θα επιτρέψει στην οικονομία μέσω αυξημένης εγχώριας παραγωγής (και άρα μικρότερης ανάγκης για εισαγωγές) την ενίσχυση των εξαγωγών.
Προς την κατεύθυνση αυτή βοηθά η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Βέβαια, η έκθεση επισημαίνει ότι σειρά διαρθρωτικών αδυναμιών (μικρό μέγεθος επιχειρήσεων, εμπόδια στον ανταγωνισμό, ελλιπής πρόσβαση σε χρηματοδότηση, αναντιστοιχία αναγκών και δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας) επιβαρύνει την παραγωγικότητα. Κάτι το οποίο θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στον καθορισμό των μισθολογικών αυξήσεων τα επόμενα χρόνια. Περιθώρια βελτίωσης εντοπίζονται στην αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου (πρωτίστως των νοσοκομείων) και στην εκκαθάριση των κόκκινων δανείων.
Οι σημαντικότεροι, όμως, κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία εντοπίζονται στο διεθνές περιβάλλον. Ενδεχόμενη επιβράδυνση των οικονομιών στην Ευρωζώνη θα επηρεάσει αρνητικά τον τουρισμό και γενικότερα τις εξαγωγές. Κλιμάκωση της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία ενδέχεται να οδηγήσει και πάλι στα ύψη τις τιμές της ενέργειας. Ιδιαίτερη σημασία, τέλος, θα έχει η επόμενη ημέρα του Ταμείου Ανάκαμψης (δηλαδή εάν θα υπάρξει διάδοχο σχήμα), από τη χρηματοδότηση του οποίου εξαρτάται σημαντικά η ελληνική οικονομία μέχρι το 2026.
Ποιές είναι οι χώρες “παραβάτες”
Μεταξύ των υπόλοιπων κρατών της Ευρωζώνης, εκτός ορίων κινείται το δημοσιονομικό σχέδιο της Ολλανδίας, μιας παραδοσιακά ιδιαίτερα «φειδωλής» δημοσιονομικά χώρας. Προειδοποίηση υπέρβασης των ορίων απευθύνει η Κομισιόν και στη νέα κυβέρνηση της Λιθουανίας. Επισημαίνει, επίσης, ότι τα σχέδια Εσθονίας, Γερμανίας, Φινλανδίας και Ιρλανδίας δεν συμμορφώνονται πλήρως με τις δημοσιονομικές συστάσεις, ενώ παρατήρηση γίνεται και σε Λουξεμβούργο, Μάλτα και Πορτογαλία για τη διατήρηση των μέτρων στήριξης των ενεργειακών δαπανών.
Καταλήγοντας, όμως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εισηγείται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την έγκριση των 20 από τα 21 υποβληθέντα δημοσιονομικά σχέδια, με μόνη εξαίρεση εκείνου της Ολλανδίας, που θα πρέπει να συμμορφωθεί με χαμηλότερο όριο δαπανών.