Τα νομοθετικά κενά για τον προσδιορισμό και τον τρόπο φορολόγησης των εισοδημάτων από τις συναλλαγές με κρυπτονομίσματα επιχειρεί να κλείσει το υπουργείο Οικονομικών, προχωρώντας στην επανασύσταση της Ομάδας Εργασίας με νέα πρόσωπα και με βασική αποστολή τη διατύπωση δέσμης προτάσεων για την κάλυψή τους.
Σήμερα η απουσία συγκεκριμένου νομοθετικού πλέγματος επιτρέπει την αφορολόγητη διέλευση τεράστιων ποσών από επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα, με τα κέρδη να μη δηλώνονται στις φορολογικές δηλώσεις, ενώ όσοι θέλουν να το κάνουν δυσκολεύονται, καθώς το πλαίσιο δεν είναι ξεκάθαρο. Βασικός στόχος της επιτροπής θα είναι η φορολογική αντιμετώπιση των εισοδημάτων από κρυπτονομίσματα, με το βασικό σενάριο να προβλέπει την επιβολή φόρου με συντελεστή 15% στην υπεραξία που προκύπτει από την πώληση.
Πρόσφατα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, προανήγγειλε την ανάπτυξη «ενός αποτελεσματικού και δίκαιου θεσμικού πλαισίου για τη φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων, παράλληλα με την ενσωμάτωση της διεθνούς νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών». Όπως ανέφερε «τα κρυπτονομίσματα είναι μια νέα πραγματικότητα, δεν μπορεί να την αντιμετωπίζουμε με στρουθοκαμηλισμό. Όμως δεν υπάρχει ο έλεγχος στον βαθμό που θα έπρεπε σε εθνικό και διεθνές επίπεδο». Το θεσμικό πλαίσιο, που βρίσκεται υπό επεξεργασία και θα συνδιαμορφωθεί με την Τράπεζα της Ελλάδος, θα κινείται σε τρεις άξονες:
- Ανάπτυξη του κανονιστικού πλαισίου για τη λειτουργία και την παρακολούθηση των κρυπτονομισμάτων και των άλλων ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων.
- Ανάπτυξη του πλαισίου για τη φορολογική μεταχείριση των κρυπτονομισμάτων, που είναι μια μορφή επένδυσης, λαμβάνοντας υπόψη βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.
- Ανάπτυξη του πλαισίου ελέγχου των κρυπτονομισμάτων και της καταπολέμησης της χρήσης τους για παράνομες δραστηριότητες.
Παράλληλα, θα ενσωματωθεί στην εθνική νομοθεσία το πλαίσιο της ΕΕ και του ΟΟΣΑ για τα κρυπτονομίσματα, που βάζει κανόνες στους συμμετέχοντες στην αγορά και προστατεύει τους καταναλωτές. Τα κράτη-μέλη έχουν διορία έως τις 30 Δεκεμβρίου 2024 να ενσωματώσουν τις βασικές προβλέψεις του κανονισμού στην εθνική νομοθεσία.