Σε μάχη με τη… Λερναία Ύδρα εξελίσσεται ο πόλεμος κατά της ακρίβειας. Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Eurostat, οι προσπάθειες συγκράτησης των τιμών στα ράφια των σουπερμάρκετ έχουν αποφέρει καρπούς. Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα στην Ελλάδα ήταν ο χαμηλότερος μεταξύ των οικονομιών της Ευρωζώνης, υποχωρώντας στο 1,5% τον Οκτώβριο, από 2,9% τον Σεπτέμβριο και 8,8% έναν χρόνο νωρίτερα. Ο συνολικός τιμάριθμος, όμως, επιτάχυνε ελαφρώς, «τρέχοντας» με 3,2% τον Οκτώβριο (από 3,1% τον Σεπτέμβριο), εξαιτίας των ανατιμήσεων στις υπηρεσίες (5,5% από 4,4% τον προηγούμενο μήνα). Αντίστοιχη είναι πάντως η εικόνα και στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, όπου ο μέσος πληθωρισμός επιτάχυνε στο 2% (από 1,7% τον Σεπτέμβριο), με τις υπηρεσίες να ακριβαίνουν περισσότερο από κάθε άλλη κατηγορία (3,9%).
Μεταξύ των 20 οικονομιών της Ευρωζώνης η Ελλάδα είχε τον έκτο υψηλότερο πληθωρισμό (μετά από Βέλγιο, Εσθονία, Κροατία, Σλοβακία και Ολλανδία), βελτιώνοντας τη θέση της σε σχέση με τον Σεπτέμβριο, όταν ήταν τέταρτη. Στα αξιοσημείωτα, η αύξηση του πληθωρισμού στη Γερμανία στο 2,4%, από 1,8% τον προηγούμενο μήνα. Αυτό σίγουρα δεν θα… αρέσει στη διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Πάντως σε μεγάλο βαθμό η επιτάχυνση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη ήταν αναμενόμενη, καθώς περιορίζεται η θετική επίδραση από την «προσγείωση» των τιμών στην ενέργεια το τελευταίο 12μηνο. Ενώ τον Σεπτέμβριο οι τιμές στα ενεργειακά αγαθά υποχώρησαν κατά 6,1%, τον Οκτώβριο μειώθηκαν μόλις 4,6%. Αντιθέτως στην Ελλάδα η μείωση διπλασιάστηκε, από 0,8% (τον Σεπτέμβριο) σε 1,6% (τον Οκτώβριο). Στα υπόλοιπα βιομηχανικά αγαθά, όμως, η αύξηση των τιμών στην Ελλάδα, αν και συγκρατημένη (1,7%), ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στην Ευρωζώνη (πίσω από την Σλοβακία).
Συνέπεια των παραπάνω είναι ο λεγόμενος «πυρήνας» του πληθωρισμού, που δεν περιλαμβάνει αγαθά με ευμετάβλητες τιμές (τρόφιμα και ενέργεια), να είναι στην Ελλάδα 4,3%, με υψηλότερο μόνο εκείνον στην Κροατία 4,5% και μέσο όρο στην Ευρωζώνη 2,7%. Η μάχη, δηλαδή, κατά του πληθωρισμού έχει ακόμα δρόμο, καθώς η μείωση του «πυρήνα» θεωρείται πάντα πιο δύσκολη υπόθεση.