Επιφυλάξεις για το μεγάλο deal εξαγοράς της εταιρείας Ηλέκτωρ από τη Motor Oil διατυπώνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού, έχοντας ήδη ξεκινήσει σε βάθος διερεύνηση της συμφωνίας των 114.700.000 ευρώ, η οποία φιλοδοξεί να καταλήξει στη δημιουργία ενός πανίσχυρου παίκτη στη διαχείριση αποβλήτων και απορριμμάτων. Είναι η δεύτερη φορά σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα που η Επιτροπή εστιάζει στον Όμιλο Βαρδινογιάννη μετά το υψηλό πρόστιμο των 9.200.000 ευρώ που επιβλήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 στη Motor Oil και των 50.000 ευρώ προσωπικά στον διευθύνοντα σύμβουλο Γιάννη Βαρδινογιάννη, για παρακώλυση αυτεπάγγελτου ελέγχου στα γραφεία της το 2021.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού ανακοίνωσε επίσημα χθες ότι από την προκαταρκτική αξιολόγηση της συμφωνίας εξαγοράς της Ηλέκτωρ, που ανήκει στον Όμιλο Ελλάκτωρ, από τη Manetial Limited, θυγατρική της Motor Oil, «εκτιμά ότι προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό αυτής της συγκέντρωσης, με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού σε επιμέρους αγορές τις οποίες αφορά». Σύμφωνα με την εποπτική Αρχή, η οποία θα καταλήξει σε απόφαση εντός 90 ημερών, «εγείρονται προβληματισμοί ως προς τα αποτελέσματα της γνωστοποιηθείσας πράξης, τόσο στην κατασκευή μονάδων όσο και στη διαχείριση μη επικίνδυνων στερεών αποβλήτων».
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα αξιολογήσει τα στοιχεία σχετικά με την ακριβή οριοθέτηση και τη διάρθρωση των σχετικών αγορών, τα μερίδια αγοράς και τη λειτουργία του ανταγωνισμού, συνεκτιμώντας και τον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έκανε γνωστό ότι έχει ήδη ξεκινήσει από τις 23 Οκτωβρίου 2024 τη διαδικασία πλήρους διερεύνησης της συμφωνίας, στο πλαίσιο της οποίας θα εξετάσει εάν επιβεβαιώνονται οι αμφιβολίες της ως προς το συμβατό της συγκέντρωσης με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις επιμέρους αγορές στις οποίες αφορά.
Σημειώνει δε με νόημα πως η νομοθεσία για τον ανταγωνισμό (άρθρο 8 παρ. 4 του N. 3959/2011) παρέχει τη δυνατότητα, σε όσες επιχειρήσεις τελούν υπό πλήρη διερεύνηση, να προβαίνουν σε τροποποιήσεις ή να προτείνουν στην Επιτροπή Ανταγωνισμού την ανάληψη δεσμεύσεων, ώστε να μην προκαλούνται σοβαρές αμφιβολίες με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις επί μέρους αγορές τις οποίες αφορά και να τις κοινοποιούν στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.