Σχέδιο για τη βελτίωση των μισθών σε 500.000 εργαζόμενους που εργάζονται με διάφορες ελαστικές μορφές απασχόλησης, ταυτόχρονα με δικλίδα ασφαλείας για προστασία στον κατώτατο, ακόμα και αν οι δείκτες της οικονομίας της χώρας κινούνται αρνητικά, περιλαμβάνει το πόρισμα της αρμόδιας επιτροπής του υπουργείου Εργασίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς, που θα τεθεί σε εφαρμογή από το 2028.
Το πόρισμα
Σύμφωνα με το πόρισμα, η αυτόματη αναπροσαρμογή των μισθών που προκύπτει από τον μαθηματικό τύπο περιλαμβάνει δικλίδα ασφαλείας αν ο συντελεστής αυτός οδηγεί σε μείωση του κατώτατου μισθού ή του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου λόγω αρνητικών δεδομένων στην οικονομία. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει μείωση, αλλά δεν γίνεται αναπροσαρμογή. Προβλέπεται επίσης η δυνατότητα να μη γίνει αυτόματη αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου, σε περίπτωση που η οικονομία βρίσκεται σε σημαντική ύφεση ή και υπάρχει σημαντική απόκλιση του πληθωρισμού από τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή και υπάρχει σημαντική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών κ.λπ.
Ταυτόχρονα, βάζει στο κάδρο την προστασία εργαζομένων με μη τυπικές σχέσεις απασχόλησης στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, όπως είναι οι οικιακοί εργαζόμενοι, οι κατά παραγγελία εργαζόμενοι, οι εργαζόμενοι διαλείπουσας απασχόλησης, οι εργαζόμενοι με δελτίο παροχής, οι εργαζόμενοι σε πλατφόρμες και όλες τις άτυπες μορφές απασχόλησης, καθώς και οι αδήλωτοι εργαζόμενοι. Οι ψευδοαυτοπασχολούμενοι, όπως τους ονομάζει, εμπίπτουν επίσης στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, εάν διαπιστωθεί η ύπαρξη σχέσης εργασίας με βάση τις πραγματικές συνθήκες εκτέλεσης της εργασίας και όχι σύμφωνα με τον νομικό χαρακτηρισμό τον οποίο τα ίδια τα μέρη προσδίδουν στη μεταξύ τους σχέση, όπως άλλωστε παγίως δέχεται όχι μόνο η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων.
– Για παράδειγμα, όλες οι παραπάνω περιπτώσεις εργάζονται χωρίς σύμβαση και οι εργοδότες τούς αμείβουν με απόκλιση 300-400 ευρώ κάτω από τον κατώτατο μισθό (830 ευρώ). Αντιθέτως, οι γνήσια αυτοαπασχολούμενοι που παρέχουν υπηρεσίες με σύμβαση έργου ή παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας και άρα και του παρόντος νόμου, διότι δεν πληρούν τα εν λόγω κριτήρια.
Το καθοριστικό κριτήριο για τον χαρακτηρισμό κάποιου ως εργαζομένου είναι η φύση της δραστηριότητας που ασκείται και όχι η νομική φύση της σχέσης εργασίας ή η ένταση της δέσμευσης του εργαζομένου. Το ίδιο ισχύει και για τους οικιακούς εργαζόμενους, περιλαμβανομένων των οικόσιτων, οι οποίοι θεωρούνται εργαζόμενοι τόσο κατά το ελληνικό δίκαιο (μισθωτοί) όσο και κατά το ενωσιακό δίκαιο και άρα εμπίπτουν στις ρυθμίσεις της οδηγίας.
Ποιους αφορά
Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα και τους απασχολούμενους σε φορείς του δημοσίου τομέα που δεν έχουν ταξινομηθεί ως φορείς της γενικής κυβέρνησης, με οποιαδήποτε σύμβαση ή σχέση εργασίας ή μορφή απασχόλησης και ανεξάρτητα από τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Σύμφωνα με το πόρισμα, ο καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται αυτόματα, με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα:
– του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ής Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών,
– του ημίσεος του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Δηλαδή, η επιτροπή προτείνει η αυτόματη αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να λαμβάνει υπ’ όψιν και τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.