«Νεκροζώντανες» λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης των χρεών τους είναι σήμερα στην Ελλάδα πάνω από 4.500 επιχειρήσεις. Ανάλυση του ΙΟΒΕ που εξετάζει την έκταση του προβλήματος τις υπολογίζει στο 8,9% του συνόλου όσων ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα μας. Μέγεθος που μπορεί να έχει μειωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια, παραμένει, όμως, ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Στη γλώσσα των μοντέρνων οικονομολόγων, οι εταιρείες αυτές αναφέρονται ως επιχειρήσεις-ζόμπι, οι οποίες υπολειτουργούν, καθώς δεν μπορούν να πληρώσουν ούτε τους τόκους των δανείων τους. Επιζούν σε μια κατάσταση διαρκούς φθοράς, απομυζούν χρήματα από τις τράπεζες μέσα από συνεχείς ενέσεις ρευστότητας, ώστε να μη βάλουν λουκέτο και απολύσουν το προσωπικό τους, και στερούν χρήματα από άλλες υγιείς και δραστήριες επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν περισσότερο.
Οι κλάδοι στους οποίους δραστηριοποιούνται οι περισσότερες από τις εταιρείες-ζόμπι είναι το εμπόριο, οι κατασκευές, η μεταποίηση, οι αγροτικές επιχειρήσεις, τα ξενοδοχεία, τα ακίνητα και η πληροφορική.
Το 2012, στην «καρδιά» της μεγάλης κρίσης που σάρωσε την οικονομία μας, οι εταιρείες αυτές είχαν φτάσει περίπου τις 7.200 ή στο 18,6% του συνόλου, όπως τουλάχιστον τις μετρά το ΙΟΒΕ. Σήμερα ο αριθμός τους έχει μειωθεί στο μισό, καθώς κάποιες έκλεισαν και κάποιες κατάφεραν να διαβούν τον Ρουβίκωνα και να εξυγιανθούν βρίσκοντας τους απαραίτητους πόρους, ώστε να εξοφλούν τους τόκους των δανείων τους και τις υποχρεώσεις τους.
Ο αριθμός τους ωστόσο παραμένει ακόμη και σήμερα πολύ υψηλός για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, παρά τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων προς τις τράπεζες τα οποία σε συντριπτικό ποσοστό (πάνω από 33 δισ. ευρώ έως το 2022 από τα περίπου 60 δισ. ευρώ) έχουν μεταβιβαστεί σε funds και εταιρείες διαχείρισης υποχρεώσεων. Στην πραγματικότητα, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στη χώρα μας έχουν μειωθεί μόλις κατά 28% μεταξύ 2016-2022, σε περίπου 42 δισ. ευρώ, και ο «ελέφαντας βρίσκεται ακόμη στο δωμάτιο».
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια, είτε παραμένουν στις τράπεζες είτε έχουν αγοραστεί από τα funds, εξακολουθούν να αποτελούν πρόβλημα και ο μεγάλος αριθμός των «νεκροζώντανων» εταιρειών να στερεί πολύτιμη χρηματοδότηση και προοπτικές ανάπτυξης από τις επιχειρήσεις που είναι οικονομικά υγιείς.
Με βάση τα ευρήματα της μελέτης του ΙΟΒΕ, που αποτελεί μια έμμεση «παραίνεση» να δοθεί ένα τέλος στις εταιρείες που υπολειτουργούν, οι υγιείς επιχειρήσεις εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις από τις επιχειρήσεις-ζόμπι σε όρους ρυθμού αύξησης επενδύσεων, απασχόλησης και παραγωγικότητας. Επίσης, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε εταιρείες-ζόμπι επηρεάζει αρνητικά τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων στις υγιείς επιχειρήσεις σε επιμέρους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ εμποδίζει την ανακατανομή κεφαλαίου προς πιο παραγωγικούς τομείς δραστηριότητας.