Τα οφέλη της συμφωνίας για το ελληνικό Δημόσιο και την Οικονομία από τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πόλου, με τη συγχώνευση Attica Bank – Παγκρήτιας Τράπεζας και την κεφαλαιακή ενίσχυση της πρώτης με την είσοδο πλειοψηφούντος ιδιώτη επενδυτή (Thrivest) ανέπτυξε χθες στη Βουλή ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, παρουσιάζοντας τις πτυχές της σύμβασης.
Βεβαρημένο παρελθόν
Ο διοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε στο βεβαρημένο παρελθόν της Τράπεζας Αττικής, με το μεγάλο μέρος των προβλημάτων της να προέρχεται από την περίοδο 2015-2016, επισημαίνοντας ότι η λύση που προωθεί η κυβέρνηση είναι όχι μόνο η μοναδική αλλά και η ενδεδειγμένη ώστε το νέο τραπεζικό σχήμα να διασφαλίσει κερδοφορία και καίριο ρόλο στον τραπεζικό ανταγωνισμό και στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων και μικρών επιχειρήσεων, οχυρώνοντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Για τα παραπάνω, ο διοικητής της ΤτΕ ενημέρωσε εκτενώς και τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανο Κασσελάκη, με τον οποίο συναντήθηκε.
Όπως ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, το κόστος για το ελληνικό Δημόσιο από τη συμμετοχή του ΤΧΣ και του ΕΦΚΑ στην επερχόμενη αύξηση κεφαλαίου είναι ελάχιστο σε σχέση με το κόστος οποιασδήποτε άλλης επιλογής. Είναι δε κόστος επένδυσης για το Δημόσιο, αφού σε μια δεκαετία, τα 955.000.000 ευρώ των παλαιότερων και των σημερινών επενδύσεων του ΤΧΣ στην Attica Bank και στη νέα υπό συγχώνευση τράπεζα αναμένεται να έχουν αυξηθεί σημαντικά και να έχουν γίνει από 1,2 έως 1,6 δισ. ευρώ.
Ο κ. Στουρνάρας είπε ότι σήμερα οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας Attica Bank και Παγκρήτιας υπολείπονται συνολικά κατά 106.000.000 ευρώ των συνολικών κεφαλαιακών απαιτήσεων και δεν επαρκούν για να επιλυθεί το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών είναι αδύνατη χωρίς την ολοκλήρωση της συμφωνίας, που προβλέπει τη συγχώνευση των δύο τραπεζών και την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Attica Bank έως 735.000.000 ευρώ με τη συμμετοχή του ιδιώτη επενδυτή. Δεδομένης της ευάλωτης οικονομικής κατάστασης των δύο τραπεζών, τόσο λόγω έλλειψης κεφαλαίων όσο και λόγω υψηλών μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα ήταν πιθανό το σενάριο σημαντικής εκροής καταθέσεων στην περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας.
Κατάρρευση
Πράγμα που θα οδηγούσε σε κατάρρευση τις δύο τράπεζες και απώλεια των καταθέσεων των πελατών τους. Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, με στοιχεία μέχρι 31/3/2024, οι μη εγγυημένες καταθέσεις (σ.σ.: δηλ. καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ που δεν καλύπτονται από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων) ανέρχονται σε περίπου 909.000.000 ευρώ για την Attica Bank και 726.000.000 ευρώ για την Παγκρήτια Τράπεζα. Άρα θα υπήρχε απώλεια αποταμιεύσεων πάνω από 1,6 δισ. ευρώ.
Ακόμα και αν ήταν εφικτή, όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, η χρήση του άρθρου 145Β του ν. 4261/2014 για τη μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων των δύο τραπεζών, το ΤΕΚΕ θα καλούνταν να καταβάλει περίπου 1,7 δισ. ευρώ, με το ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει 2,5 δισ. ευρώ, χωρίς να περιλαμβάνεται η απώλεια της αξίας συμμετοχής του ΤΧΣ στην Attica Bank, ύψους 480.000.000 ευρώ.