«Όχι» στη μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ λέει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή υποστηρίζοντας ότι αυτή δεν θα φανεί στις τιμές, αντίθετα θα χαθεί στον δρόμο διευρύνοντας τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων που μέσα στην «κινούμενη άμμο» της ενεργειακής κρίσης έφθασαν σε ιστορικά υψηλά, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένα όφελος για τον καταναλωτή.
ΑΝΑΤΙΜΗΣΕΙΣ
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού τα κέρδη των επιχειρήσεων αποτέλεσαν κεντρικό πυλώνα του κύματος της πληθωριστικής ακρίβειας, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη η βασική συνιστώσα για την άνοδο των τιμών ήταν η αύξηση των μισθών. Μάλιστα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «οι επιχειρήσεις είτε για λόγους μειωμένου ανταγωνισμού είτε λόγω αυξημένης ζήτησης, που προήλθε από το αυξημένο απόθεμα αποταμίευσης των νοικοκυριών και τον τουρισμό, κατάφεραν να περάσουν τις αυξήσεις του εισαγόμενου κόστους στις τιμές και να ενισχύσουν σημαντικά τα κέρδη τους, κυρίως κατά την έντονη φάση των πληθωριστικών πιέσεων».
Την ίδια στιγμή, με αφορμή τον δημόσιο διάλογο που έχει αναπτυχθεί για την προοπτική μειώσεων της έμμεσης φορολογίας στη χώρα, το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή τάσσεται κατά της μείωσης του ΦΠΑ, κυρίως σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης όπως τα τρόφιμα, τονίζοντας ότι δεν αποτελεί το κατάλληλο εργαλείο κατά της ακρίβειας. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει μετά την ενδελεχή ανάλυση πλήθους προϊόντων σε 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με τις επιπτώσεις που αποφέρουν μεταβολές (αυξομειώσεις) του ΦΠΑ στις τελικές τιμές καταναλωτή.
ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Από την ανάλυση προκύπτουν τα εξής τρία ενδιαφέροντα ευρήματα:
- Ένα μικρό μόνο μέρος των μειώσεων του ΦΠΑ, περίπου 6%, διαχέεται στις τελικές τιμές και μόνο βραχυχρόνια. Αντιθέτως, οι αυξήσεις ΦΠΑ διαχέονται στις τελικές τιμές κατά 34% περίπου. Επιπλέον, η επαναφορά των συντελεστών ΦΠΑ οδηγεί σε δυσανάλογες αυξήσεις τιμών, γεγονός που αποβαίνει σε βάρος του καταναλωτή.
- Έπειτα από ένα χρονικό διάστημα 10 μηνών, που ακολουθεί τη μείωση του ΦΠΑ, οι τιμές καταναλωτή επανέρχονται στα επίπεδα που βρίσκονταν πριν από τη μείωσή του.
- Οι μειώσεις του ΦΠΑ φαίνεται να οδηγούν σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων σε βάρος των καταναλωτών.
Τα πρώτα ευρήματα μελέτης που εστιάζει στο παράδειγμα της Ισπανίας δείχνουν ότι η σχεδόν πλήρης διάχυση της μείωσης ΦΠΑ κατά τους πρώτους μήνες υποχωρεί σημαντικά εντός τριμήνου. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω αλλά και τις συνθήκες ανταγωνισμού στην ελληνική αγορά σε σχέση με την ισπανική, το Γραφείο εκτιμά ότι η όποια επίπτωση στις τελικές τιμές καταναλωτή από μείωση του ΦΠΑ στην Ελλάδα, εάν υπάρχει, αναμένεται να είναι μικρότερη ή πολύ μικρότερη καθώς και πιο βραχύβια από αυτή στην Ισπανία.
ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Αντίθετα, το Γραφείο θεωρεί ως απαραίτητα μέτρα την ενίσχυση του ανταγωνισμού με την άρση γραφειοκρατικών και άλλων εμποδίων για είσοδο νέων επιχειρήσεων, όπως και την ενδυνάμωση και εκπαίδευση των καταναλωτών με πληροφορίες μέσω ψηφιακών εργαλείων για τη σύγκριση τιμών και χαρακτηριστικών προϊόντων, ώστε να διαθέτουν ικανή πληροφόρηση για να λαμβάνουν ορθολογικές αποφάσεις στις αγορές τους.
Σε ό,τι αφορά τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, όπως ανέφερε ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Ιωάννης Τσουκαλάς, κατά την παρουσίαση της έκθεσης, αυτές παραμένουν θετικές και για το 2024. Το Γραφείο διατηρεί σταθερές τις προβλέψεις για την ανάπτυξη φέτος στο 2,5% και για τον πληθωρισμό στο 2,8%. Όσον αφορά το δημοσιονομικό πεδίο, παρόλο που η θετική επίδραση του υψηλού πληθωρισμού στα δημόσια έσοδα αναμένεται να εκλείψει, το Γραφείο θεωρεί ότι ο στόχος για πρωτογενές αποτέλεσμα 2024 ύψους 2,1% του ΑΕΠ είναι εφικτός με την προϋπόθεση της αποφυγής έκτακτων δημοσιονομικών παρεμβάσεων και της απαρέγκλιτης τήρησης των στόχων του προϋπολογισμού.