Συνέχεια της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια βλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνοντας ότι η οικονομική πολιτική θα πρέπει να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, της αποτελεσματικής χρήσης των διαθέσιμων εγχώριων και ευρωπαϊκών πόρων για την αύξηση των επενδύσεων και της δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, η ΤτΕ αναμένει ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 2,2% το 2024, 2,5% το 2025 και 2,3% το 2026 και πληθωρισμό 3% φέτος από 4,2% το 2023, με σημαντική μείωση τα επόμενα χρόνια.
ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Η ΤτΕ κρούει δέκα «καμπανάκια» για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που έχει μπροστά της η ελληνική οικονομία προτείνοντας:
1.Υλοποίηση πολιτικών που διασφαλίζουν τη διατηρήσιμη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και ειδικά του πληθωρισμού των ειδών διατροφής και των υπηρεσιών. Παράλληλα, οι αυξήσεις των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών όσο και οι μισθολογικές αυξήσεις να είναι συνεπείς με το μεσοπρόθεσμο στόχο του πληθωρισμού. Βραχυπρόθεσμα να ενταθούν οι έλεγχοι των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων. Μεσοπρόθεσμα, να αρθούν τα πάσης φύσεως εμπόδια στον ανταγωνισμό στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών.
2.Έγκαιρη απορρόφηση και εκταμίευση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης προς τον ιδιωτικό τομέα.
3.Εφαρμογή, κατά προτεραιότητα, των μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούν στην εξάλειψη διαρθρωτικών αδυναμιών (καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, γραφειοκρατία στη δημόσια διοίκηση και έλλειμμα ψηφιακών δεξιοτήτων).
4.Επίτευξη διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων μέσω μιας φιλικής προς την ανάπτυξη δημοσιονομικής πολιτικής. Είναι απαραίτητη η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων 2% του ΑΕΠ ετησίως. Βασική προϋπόθεση για αυτό είναι η αύξηση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών μέσω καλύτερης στόχευσης των κοινωνικών δαπανών, ώστε να αυξηθούν οι δημόσιες επενδύσεις και οι δαπάνες για Εκπαίδευση και Υγεία, οι οποίες έχουν ιδιαίτερα θετικές επιδράσεις στη μεσο-μακροπρόθεσμη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ. Επίσης, πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
5.Περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα μεταξύ άλλων με την ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της κεφαλαιακής βάσης των ελληνικών τραπεζών και την περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ.
6.Αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων στην αγορά εργασίας με σύζευξη των αναγκών της αγοράς εργασίας με τις δεξιότητες των εργαζομένων. Για να καλυφθεί το καίριο κενό εργατικού δυναμικού και δεξιοτήτων στην εγχώρια αγορά εργασίας είναι σημαντική η ενσωμάτωση μεταναστών και η θέσπιση κινήτρων για την αντιστροφή του brain drain και για την αύξηση της συμμετοχής γυναικών, νέων, Ατόμων με Αναπηρία, ατόμων της τρίτης ηλικίας και συνταξιούχων στο εργατικό δυναμικό.
7.Υλοποίηση πολιτικών για την αύξηση της αποταμίευσης των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα: α) ανάπτυξη της αγοράς κεφαλαίων, β) παροχή στοχευμένων φορολογικών κινήτρων έτσι ώστε να τονωθεί η αποταμίευση σε προϊόντα της κεφαλαιαγοράς, σε συνδυασμό με μέτρα για την προαγωγή του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού, γ) ενίσχυση του κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα του πρώτου πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος (κοινωνική ασφάλιση) και δ) ενίσχυση του τρίτου πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος (ιδιωτική ασφάλιση).
8.Προσέλκυση ξένων επενδυτικών κεφαλαίων που, εφόσον κατευθύνονται σε παραγωγικούς τομείς της οικονομίας, θα μπορούν να χρηματοδοτήσουν την απόκλιση εγχώριων αποταμιεύσεων – επενδύσεων, αλλά και να βοηθήσουν στην αναβάθμιση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας και τη διάχυση νέων τεχνολογιών και μορφών οργάνωσης της παραγωγής.
9.Διασφάλιση της πρόσβασης των πολιτών σε στέγαση με αποδεκτούς όρους. Κρίνεται αναγκαία η λήψη μέτρων για τη διευκόλυνση της απόκτησης κατοικίας και την ενίσχυση της προσφοράς προσιτής κατοικίας, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα με υψηλή πληθυσμιακή συγκέντρωση.
10.Προώθηση όλων των διαθέσιμων μορφών ιδιωτικής χρηματοδότησης των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ιδίως των νεοφυών και καινοτόμων.