Στην ενίσχυση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων προχωρά η κυβέρνηση, η οποία πρόκειται να ενσωματώσει σχετική Οδηγία της ΕΕ για την επάρκεια των κατώτατων μισθών, καθώς ελάχιστες είναι οι συλλογικές συμβάσεις που έχουν μέχρι τώρα υπογραφεί. Η υπουργός Εργασίας, Δόμνα Μιχαηλίδου, προχώρησε στη σύσταση επιτροπής η οποία θα μελετήσει την ευρωπαϊκή οδηγία και θα προτείνει μέχρι τον ερχόμενο Οκτώβριο μέτρα με στόχο:
– Την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών.
– Την προώθηση επαρκών επιπέδων νόμιμων κατώτατων μισθών και
– Τη βελτίωση της πραγματικής πρόσβασης όλων των εργαζομένων στην προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού.
Σύμφωνα με την ΕΕ, οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα σε δίκαιους μισθούς που να επιτρέπουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Επίσης, οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους έχουν δικαίωμα έγκαιρης ενημέρωσης και διαβούλευσης για ζητήματα που τους αφορούν. Στο πλαίσιο αυτό, στόχος της Οδηγίας είναι να ωθήσει τα κράτη-μέλη στα οποία είναι θεσμοθετημένος ο κατώτατος μισθός (δεν ισχύει για όλες τις χώρες της ΕΕ) να θεσπίσουν ένα πλαίσιο για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση αυτών των αμοιβών σύμφωνα με ένα σύνολο σαφών κριτηρίων. Ο κατώτατος μισθός θα επικαιροποιείται τουλάχιστον ανά διετία (ή το αργότερο ανά τετραετία για τις χώρες που χρησιμοποιούν μηχανισμό αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής). Ωστόσο η οδηγία δεν προβλέπει συγκεκριμένο επίπεδο κατώτατου μισθού, το οποίο πρέπει να επιτύχουν τα κράτη-μέλη. Στο θέμα της ενίσχυσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων, η ΕΕ εκτιμά πως είναι ένας τρόπος να καταπολεμηθεί η φτώχεια των εργαζομένων και να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας.