Στα 4 δισ. ευρώ έφθασε τελικά το υπερπλεόνασμα που πέτυχε η Ελλάδα τον προηγούμενο χρόνο. Το ποσό αυτό θα μείνει στα κρατικά ταμεία και δεν θα ξοδευτεί σε έκτακτες παροχές, λόγω της αβεβαιότητας από την ένταση στη Μέση Ανατολή, που δεν αφήνει περιθώρια για δημοσιονομική χαλάρωση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) και επικυρώθηκαν από τη Eurostat, το πρωτογενές πλεόνασμα το 2023 έσπασε κάθε ρεκόρ, φθάνοντας σε επίπεδα κοντά στο 1,9% του ΑΕΠ, όταν ο στόχος στον προϋπολογισμό ήταν για 1,1% του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα να προκύπτει υπέρβαση 0,8 ποσοστιαίων μονάδων. Η συγκεκριμένη επίδοση, σε συνδυασμό με την εκτίναξη του ΑΕΠ, που σε απόλυτα μεγέθη ανήλθε στα 220,3 δισ. ευρώ, και την πτωτική τροχιά του δημοσίου χρέους, καθώς κατηφόρισε στο 161,9% του ΑΕΠ το 2023 από 172,7% του ΑΕΠ το 2022, αποτελούν από τα πλέον ισχυρά σήματα της ελληνικής Οικονομίας προς τις αγορές.
Σύμφωνα με το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, παρά τις δυσκολίες και τα έκτακτα γεγονότα που αντιμετώπισε η χώρα (φυσικές καταστροφές, διεθνείς κρίσεις, διπλές εθνικές εκλογές κ.λπ.) κατά το προηγούμενο έτος, η χώρα καταφέρνει και ανεβάζει ταχύτητες, με αποτέλεσμα να ισχυροποιείται και να αναπτύσσεται πέραν των επίσημων προβλέψεων. Τα επιτεύγματα σε αυτό το μέτωπο έχουν ισχυρή αντανάκλαση στη δημιουργία μιας καλύτερης αφετηρίας για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2024, καθώς ο πήχυς για το πρωτογενές αποτέλεσμα έχει ανέβει στο 2,1% του ΑΕΠ, σε ένα περιβάλλον με έντονες διεθνείς αναταράξεις και με την ύφεση να χτυπά την πόρτα της Ευρωζώνης και να συνιστά απειλή για τις Οικονομίες των κρατών-μελών, με τη χώρα μας να αποτελεί φωτεινή εξαίρεση.
Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο είναι ότι το παραπάνω υπερπλεόνασμα λύνει τα χέρια στην κυβέρνηση, δημιουργώντας περισσότερα περιθώρια ευελιξίας αναφορικά με τους νέους, «ατσάλινους» κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, που μπαίνουν σε εφαρμογή από το 2025, βάζοντας τέλος στα έκτακτα επιδόματα που δίνονται με τη μορφή εισοδηματικών ενισχύσεων μέσω εφάπαξ επιδομάτων και «επιταγών» σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Η δραστική αποκλιμάκωση του χρέους αποτελεί πλεονέκτημα για την Ελλάδα απέναντι στις νέες θέσεις του Συμφώνου για την ταχύτερη μείωση του στις χώρες της Ευρωζώνης. Σημειώνεται ότι με το νέο πλαίσιο δεν θα μπορεί ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος που προκύπτει από την υπέρβαση του στόχου για το πλεόνασμα να διατεθεί για τη χρηματοδότηση έξτρα παροχών, όπως συνέβη τα προηγούμενα χρόνια.
ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ
Όπως σημειώνουν αρμόδια στελέχη, το κέντρο βάρους για τη δημοσιονομική προσαρμογή μετατοπίζεται από το πρωτογενές πλεόνασμα στη συγκράτηση της αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών, η οποία δεν θα μπορεί να ξεπερνά ένα ορισμένο ποσοστό, που πιθανότητα θα είναι της τάξης του 3% και θα μεταβάλλεται στην τετραετία. Μόνο εφόσον ο ρυθμός αύξησης των δαπανών είναι χαμηλότερος από το πλαφόν θα δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος για πρόσθετες ενισχύσεις στα νοικοκυριά, ενώ αντίθετα, σύμφωνα με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Κωστή Χατζηδάκη, «χειρότερη εκτέλεση επί του στόχου δαπανών θα αφαιρεί χώρο από τα επόμενα έτη. Και στην περίπτωση υπέρβασης του στόχου κατά ποσοστό που ξεπερνά το 0,3% του ΑΕΠ για ένα έτος ή 0,6% σωρευτικά, η ΕΕ θα μπορεί να θέσει το κράτος-μέλος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος».