Επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας σε 2,3% το 2024, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, μείωση του πληθωρισμού στο 2,8%, πρωτογενές πλεόνασμα αυξημένο σε 2,1% του ΑΕΠ και αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους στο 152,3% του ΑΕΠ, μειωμένου σε ονομαστικούς όρους για πρώτη φορά από το 2019, προβλέπει η έκθεση του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα. Σύμφωνα με τον ίδιο, η επίτευξη ικανοποιητικού ρυθμού ανάπτυξης αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση για την ελληνική οικονομία. Και τονίζει ότι παρά τις συνεχείς θετικές αξιολογήσεις της ελληνικής οικονομίας και την αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας στην επενδυτική κατηγορία, την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας και την εμπέδωση δημοσιονομικής επίγνωσης στους ιθύνοντες χάραξης πολιτικής, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού.
ΣΕΙΡΑ ΚΙΝΔΥΝΩΝ
Ο κ. Στουρνάρας χτύπησε «καμπανάκι» εγρήγορσης για σειρά κινδύνων που παραμένουν στο οικονομικό περιβάλλον, όπως π.χ. ενδεχόμενη περαιτέρω επιβράδυνση της ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, η αυξανόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα, τυχόν καθυστέρηση της υλοποίησης των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», με βραδύτερο ρυθμό απορρόφησης των κονδυλίων, η εμφάνιση μεταρρυθμιστικής κόπωσης, με αρνητικές συνέπειες στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, και οι επιπτώσεις ενδεχόμενων φυσικών καταστροφών λόγω κλιματικής κρίσης. Όπως τόνισε, απαιτείται δημοσιονομική σύνεση και υπευθυνότητα, ώστε να μην υπονομευθεί η πτωτική τροχιά του δημόσιου χρέους, καθώς το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης προϋποθέτει ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχεδιασμό με περιορισμούς ως προς τη λήψη έκτακτων μέτρων. Επομένως, θα πρέπει να τεθούν ξεκάθαρες προτεραιότητες κατά τη λήψη πιθανών νέων στοχευμένων μέτρων στήριξης προς τις πιο ευάλωτες εισοδηματικές ομάδες.
Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί, είπε ο κ. Στουρνάρας, στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, και στην επαναξιολόγηση των υφιστάμενων φοροαπαλλαγών. Τόνισε επίσης ότι οι μισθολογικές αυξήσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις εξελίξεις στην παραγωγικότητα της εργασίας μεσοπρόθεσμα, καθώς και την τρέχουσα συγκυρία υψηλής αβεβαιότητας. Αναφερόμενος στη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης, την απλοποίηση του φορολογικού συστήματος και την εξάλειψη ολιγοπωλιακών πρακτικών ως μερικούς μόνο τομείς που χρειάζονται άμεσες παρεμβάσεις.
ΠΕΜΠΤΟΣ ΠΟΛΟΣ
Για τον τραπεζικό τομέα, ο κ. Στουρνάρας είπε ότι οι τράπεζες οφείλουν να ενισχύσουν περαιτέρω τα κεφαλαιακά τους αποθέματα, αξιοποιώντας την αυξημένη οργανική κερδοφορία, ενώ αναφέρθηκε και στη δημιουργία «πέμπτου πόλου» από κεφαλαιακά ενισχυμένες μη συστημικές τράπεζες που αναμένεται να βελτιώσει τις συνθήκες ανταγωνισμού και χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Όπως είπε ο διοικητής της ΤτΕ, η αποκλιμάκωση των επιτοκίων της ΕΚΤ θα επιτρέψει μείωση των επιτοκίων δανεισμού και ενίσχυση της ζήτησης. Όπως σημειώνεται στην Έκθεση της ΤτΕ, τα επιτόκια αυξήθηκαν το 2023 στις χορηγήσεις προς ιδιώτες και επιχειρήσεις, όμως η αύξησή τους στην Ελλάδα ήταν ηπιότερη από ό,τι κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη. Τέλος, ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε στην αντιμετώπιση του υψηλού ιδιωτικού χρέους που βρίσκεται εκτός τραπεζικού τομέα, ενθαρρύνοντας ρυθμίσεις για «βιώσιμους» πιστούχους και πλειστηριασμούς για τους υπόλοιπους.
Τα υπερκέρδη «ταΐζουν» την ακρίβεια
«Πληθωρισμό απληστίας», με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση που επέφερε, διαπιστώνει η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη διετία 2021-2022, για την οποία αναφέρει ότι σημειώθηκε σημαντική αύξηση των περιθωρίων κέρδους (4% και 9% αντίστοιχα). «Η αύξηση των τιμών καταναλωτή υπερέβαινε την άνοδο του ενεργειακού κόστους και, κατά συνέπεια, ο πληθωρισμός σε κάποιο βαθμό οφείλεται σε αυξημένα επιχειρηματικά κέρδη», αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος, «ενοχοποιώντας» τους κλάδους της βιομηχανίας, του εμπορίου, των κατασκευών, των τεχνών και της διασκέδασης. Το σημαντικότερο για την ανάγνωση των διαπιστώσεων της έκθεσης είναι ότι η κυβερνητική διάταξη για την καταπολέμηση της αισχροκέρδειας απαγορεύει στις επιχειρήσεις να ξεπεράσουν το περιθώριο κέρδους που είχαν αναπτύξει τη συγκεκριμένη διετία (2021-2022), την πρώτη μετά την πανδημία.
Τελικά και σύμφωνα με την ΤτΕ ο ρυθμός μεταβολής των περιθωρίων κέρδους στη βιομηχανία, εκτός κατασκευών, διαμορφώθηκε σε ιστορικώς υψηλά επίπεδα, φτάνοντας στο 19,5% το 2022 και 6,5% το 2021 από 1,5% το 2020. Στον τομέα «βιομηχανία και κατασκευές» έφτασε στο 17,8% το 2022. Σε εμπόριο, ξενοδοχεία και εστιατόρια, μεταφορές και αποθήκευση, η μεταβολή από -10,3% το 2020 (πανδημία) διαμορφώθηκε στο 11,1% το 2021 και στο 17% το 2022. Στον τομέα των υπηρεσιών ο ρυθμός μεταβολής των περιθωρίων κέρδους (7,4%) ήταν επίσης αξιοσημείωτος.