Στον αέρα βρίσκονται δύο κατηγορίες ανέργων, με αποτέλεσμα να μην έχουν την άμεση στήριξη που παρέχει το κράτος σε ευάλωτες ομάδες, όπως επιδόματα ανεργίας και άλλες παροχές, διαπιστώνει ο Συνήγορος του Πολίτη στις παρατηρήσεις που απέστειλε χθες στην νέα ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, αναφορικά με τις αλλαγές σε εργασία και ασφάλιση με την πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης. Σύμφωνα με αναφορές που έχει δεχθεί ο Συνήγορος, πρόκειται για ανέργους οι οποίοι εμφανίζονται ως εργαζόμενοι, αν και βρίσκονται σε δικαστική διένεξη με την εργοδοσία, όσους εξαναγκάστηκαν σε οικειοθελή αποχώρηση και δεν εμφανίζονται ως άνεργοι, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνουν επίδομα ανεργίας.
Ουσιαστικά πρόκειται για περιπτώσεις που δεν ολοκληρώνεται ομαλά η διαδικασία, με τυπική καταγγελία των συμβάσεων των εργαζομένων ή με απόφαση δικαστηρίου ή με απόφαση του συνδίκου της πτώχευσης ή του εκκαθαριστή της επιχείρησης και η σχέση εργασίας εξακολουθεί να παραμένει τυπικά ενεργή, ενώ η επιχείρηση έχει παύσει -εν τοις πράγμασι- τη λειτουργία της για χρονικό διάστημα που μπορεί να υπερβαίνει τη δεκαετία και ενώ ο πρώην εργαζόμενος απασχολείται πλέον σε νέους εργοδότες.
Ως εκ τούτου, δημιουργούνται προβλήματα με τις παροχές ανεργίας, καθώς δεν είναι δυνατόν να εκδοθεί δελτίο ανεργίας και ο άνεργος αδυνατεί να επιδοτηθεί, παρόλο που συγκεντρώνει τις λοιπές προϋποθέσεις επιδότησης. Στην πράξη, ο εργαζόμενος/άνεργος δεν τυγχάνει προστασίας κατά του κινδύνου της ανεργίας, όταν πραγματικά τη χρειάζεται, παρόλο που η κατάστασή του εξομοιώνεται με αυτή της ανεργίας. Επιπλέον, εξακολουθεί να εμφανίζεται, επί χρόνια, ως ενεργός εργαζόμενος σε μια «νεκρή» επιχείρηση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιδοτηθεί, ακόμα και αν συγκεντρώνει προϋποθέσεις επιδότησης από τις μεταγενέστερες σχέσεις εργασίας του.