Μία σημαντική δικαστική δικαίωση έδωσε το Τριμελές Εφετείο Αθηνών σε 30 καταθέτες-επενδυτές, κρίνοντας πως η τράπεζα οφείλει να τους καταβάλει συνολικά αποζημίωση ύψους 2.500.000 ευρώ, αφού τους παραπλάνησε για την επένδυση των καταθέσεών τους.
Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με αποτέλεσμα η τράπεζα να καλείται να καταβάλει συνολικά 2.362.493,85 ευρώ για την απώλεια των επενδύσεών τους και 112.500 ευρώ για ηθική βλάβη, συνολικά δηλαδή περίπου 2.500.000 ευρώ προς 30 πρόσωπα.
Οι ενάγοντες υποστήριζαν ότι «τον Ιούλιο του 2008, τον Μάιο του 2009 και τον Μάιο του έτους 2011, τοποθέτησαν τα κεφάλαια που αναφέρονται στην αγωγή σε ομόλογα έκδοσης της συγκεκριμένης τράπεζας με την ονομασία “Μετατρέψιμα Χρεόγραφα” (ΜΧ), “Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου” (ΜΑΚ) και “Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου” (ΜΑΕΚ) αντίστοιχα, πειθόμενοι στις ψευδείς διαβεβαιώσεις των υπαλλήλων της τράπεζας ότι πρόκειται για μία ασφαλή τοποθέτηση των χρημάτων τους, ομοιάζουσα με αυτή της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλό ωστόσο επιτόκιο. Ότι το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων σε ΜΧ και ΜΑΚ οι ενάγοντες μετέτρεψαν σε ΜΑΕΚ κατά τις διακρίσεις της αγωγής, αλλά και πως η τράπεζα δολίως ουδέποτε τους ενημέρωσε για τη φύση των ανωτέρω ομολόγων και για την άληκτη διάρκειά τους, τους αυξημένους κινδύνους της τοποθέτησης των χρημάτων τους σε αυτά, ότι οι επενδύσεις σε ομόλογα όπως τα ανωτέρω δεν ταίριαζαν στις επενδυτικές τους ανάγκες, δηλαδή σε επένδυση χωρίς ρίσκο που θα τους απέδιδε μία σταθερή απόδοση, καλύτερη από τις προθεσμιακές τραπεζικές καταθέσεις».
Το Εφετείο στην απόφασή του δέχεται πως η τράπεζα «με δολίως ελλιπή και παραπλανητική ενημέρωση και σύσταση, τους έπεισε μέσω των αρμοδίων υπαλλήλων της των υποκαταστημάτων με τα οποία συνεργάζονταν οι ενάγοντες, να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους στα ΜΑΕΚ, χωρίς να προβεί ως όφειλε στον αναγκαίο έλεγχο καταλληλότητας αυτών με τα συγκεκριμένα προϊόντα και χωρίς να τους ενημερώσει για τους παραπάνω λεπτομερώς αναφερόμενους κινδύνους». Μάλιστα, κατά τους δικαστές «από την υπαίτια παράνομη συμπεριφορά της τράπεζας, η οποία δεν τήρησε τις υποχρεώσεις σαφούς πληροφόρησης και πλήρους διαφώτισης, που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τη γενική υποχρέωση πρόνοιας και ασφάλειας στις συναλλαγές, καθώς και τις προστατευτικές των συμφερόντων του επενδυτή και του καταναλωτή διατάξεις, οι ενάγοντες υπέστησαν αιτιωδώς συνδεόμενη ζημία, συνιστάμενη στην απώλεια του επενδυμένου κεφαλαίου τους».