«Κεφάλαιο» επανεξέτασης των 1.047 φοροαπαλλαγών ανοίγει ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, προτρέποντας την κυβέρνηση να προχωρήσει σε «ψαλίδι», αποκλείοντας τους φορολογούμενους που δεν τις έχουν πραγματικά ανάγκη. Την ίδια στιγμή, τα στοιχεία του προϋπολογισμού δείχνουν σημαντική διεύρυνση των εκπτώσεων φόρου μέσα στην κρίση με το κόστος της επιβάρυνσης στα κρατικά ταμεία να έχει ανέβει στα 12,88 δισ. ευρώ ή στο 6,1% του ΑΕΠ το 2023 από 8,98 δισ. ευρώ που ήταν το 2022.
Παραοικονομία
Μιλώντας στο συνέδριο που διοργάνωσε ο «Κύκλος Ιδεών», ο κεντρικός τραπεζίτης ανέφερε ότι η παραοικονομία στην Ελλάδα ξεπερνάει τα 40 δισ. ευρώ, ενώ -όπως είπε-, θα πρέπει να επανεξεταστεί η κοινωνική χρησιμότητα των υφιστάμενων φοροαπαλλαγών και το κατά πόσο αυτές αφορούν τους πραγματικά ευάλωτους. «Η χώρα έχει ανάγκη από έσοδα», συμπλήρωσε ο διοικητής, καθώς ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2024 διπλασιάζεται στο 2,1% του ΑΕΠ από 1,1% του ΑΕΠ φέτος.
Πάντως, το ελληνικό φορολογικό σύστημα προβλέπει σήμερα 1.047 φοροαπαλλαγές από κάθε είδους φόρο με τον «χάρτη» να έχει εξής:
– Στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων καταγράφονται 231 φοροαπαλλαγές που κοστίζουν πάνω από 5 δισ. στον προϋπολογισμό, με τον αριθμό των ωφελούμενων νοικοκυριών να ανέρχεται σε 7.008.909.
– Στη φορολογία εισοδήματος των επιχειρήσεων υπάρχουν 200 φοροαπαλλαγές με κόστος 1,3 δισ. ευρώ. Κερδισμένες είναι 53.021 επιχειρήσεις.
– Στη φορολογία κεφαλαίου (ΕΝΦΙΑ, ΕΦΑ, κληρονομιές, γονικές παροχές, δωρεές, μεταβιβάσεις κ.λπ.) υπάρχουν 152 απαλλαγές, με κόστος 3,8 δισ. ευρώ στα κρατικά ταμεία από 4,2 δισ. ευρώ το 2021. Ειδικά οι απαλλαγές στον ΕΝΦΙΑ ανέρχονται σε 84.000.000 ευρώ και κάνουν χρήση 5.044.977 φορολογούμενοι, στον Ειδικό Φόρο Ακινήτων (ΕΦΑ) το ύψος των απαλλαγών για 8.499 ιδιοκτήτες φθάνει τα 3,7 δισ. ευρώ, στις μεταβιβάσεις το κόστος ανέρχεται σε 84.800.000 ευρώ, με 28.667 φορολογούμενους να αξιοποιούν την απαλλαγή που δίνεται για την αγορά πρώτης κατοικίας.
– Στον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας οι φοροαπαλλαγές εντοπίζονται σε 85 περιπτώσεις και κοστίζουν στον κρατικό προϋπολογισμό 854.000.000 ευρώ.
– Στο τέλος ταξινόμησης οχημάτων υπάρχουν 25 φοροαπαλλαγές που αφαιρούν εισπράξεις 121.000.000 ευρώ. Απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης, μερική ή ολική, έχουν τα νοσοκομεία, οι πολύτεκνοι, οι φορολογούμενοι με τρία παιδιά, οι ξένες διπλωματικές υπηρεσίες και οι κάτοχοι υβριδικών-ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
– Στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, που στερούν από τον προϋπολογισμό 1,1 δισ. ευρώ, καταγράφονται 44 απαλλαγές. Οι εκπτώσεις στα ενεργειακά προϊόντα ανέρχονται σε 589,6 εκατ. ευρώ ενώ σε ανάλογα επίπεδα κυμαίνεται το κόστος στην αιθυλική αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά (580,4 εκατ. ευρώ). Επίσης, οι εκπτώσεις στον φόρο κατανάλωσης καφέ ξεπερνούν τα 540.000 ευρώ.
– Στα τέλη κυκλοφορίας οχημάτων υπάρχουν 28 απαλλαγές που κοστίζουν 11,8 εκατ. ευρώ.
– Στα τέλη χαρτοσήμου καταγράφονται 76 απαλλαγές συνολικού κόστους 73 εκατ. ευρώ.
– Στον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου υφίστανται 19 φοροαπαλλαγές, που κοστίζουν 17 εκατ. ευρώ.
– Στον φόρο ασφαλίστρων υπάρχουν 5 απαλλαγές που μειώνουν κατά 421 εκατ. ευρώ τα έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό.
Επιπλέον έσοδα 600.000.000 ευρώ από τα τεκμήρια επαγγελματιών
Έσοδα άνω των 600.000.000 ευρώ εκτιμάται ότι θα έρθουν στα κρατικά ταμεία από το νέο καθεστώς φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, τα οποία θα κατευθυνθούν σε Υγεία και Παιδεία. Μιλώντας στο συνέδριο του «Κύκλου Ιδεών» ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Κωστής Χατζηδάκης, σημείωσε ότι «οι στόχοι της μείωσης της φοροδιαφυγής είναι δύο: η στήριξη της κοινωνικής πολιτικής – και θα δείτε στον προϋπολογισμό του 2024 αύξηση των δαπανών για την Παιδεία και την Υγεία που στηρίζεται βασικά στις παρεμβάσεις του φορολογικού νομοσχεδίου. Και στο τέλος της διαδρομής, ο τελικός στόχος είναι η περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών για όλους, στο πλαίσιο ενός πιο δίκαιου και παραγωγικού συστήματος».
Σύμφωνα με τον υπουργό, σήμερα το 85% των ελεύθερων επαγγελματιών, που έχουν εισόδημα αποκλειστικά από ελεύθερο επάγγελμα, δηλώνει εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ. Δηλαδή κάτω από τον κατώτατο μισθό. Και πληρώνουν φόρο μαζί με το τέλος επιτηδεύματος μεσοσταθμικά 867 ευρώ, ενώ ο μέσος εργαζόμενος πληρώνει 1.160 ευρώ. Απαντώντας σε ερωτήσεις, ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι ο στόχος για αύξηση του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ ως το 2027 δεν είναι τόσο μακρινός, καθώς τώρα βρίσκεται στα 1.200 ευρώ. Τέλος αναφερόμενος στη διαπραγμάτευση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ εκτίμησε ότι δεν προβλέπεται να υπάρξει συμφωνία στη συνεδρίαση του ECOFIN της Πέμπτης.