∆ιχασµένη και άτολµη εµφανίζεται η Ε.Ε. απέναντι στην πολιτική εργαλειοποίηση των δασµών που επιχειρεί ο Ντόναλτ Τραµπ, ο οποίος τους αυξοµειώνει ή τους παγώνει κατά το δοκούν, προκαλώντας πανικό στις διεθνείς αγορές. Αν και η Επιτροπή είχε τη δυνατότητα να εφαρµόσει
σκληρά αντίµετρα κατά των ΗΠΑ, κάνοντας χρήση του λεγόµενου µηχανισµού κατά του «εξαναγκασµού», που υιοθετήθηκε το 2023, επέλεξε µια soft εκδοχή τους.
Οι δασµοί, οι οποίοι ανακοινώθηκαν την περασµένη Τετάρτη και µια µέρα µετά ανεστάλησαν, ως µια κίνηση καλής θέλησης στην απόφαση του Αµερικανού προέδρου να παγώσει για 90 ηµέρες τους δασµούς που ο ίδιος ανακοίνωσε µε κάθε επισηµότητα στις 2 Απριλίου, για όσες χώρες έδειξαν διάθεση να διαπραγµατευθούν µαζί του, εκτός της Κίνας, εξυπηρετούν κυρίως λόγους γοήτρου από την πλευρά της Ε.Ε. παρά ουσίας, καθώς είναι περιορισµένης κλίµακας, µόλις 21 δισ. ευρώ, έναντι 380 δισ. ευρώ των ΗΠΑ και σε προϊόντα δευτερεύουσας σηµασίας.
Στόχος της Επιτροπής, όπως φάνηκε από τις πρόσφατες δηλώσεις της προέδρου της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είναι να αποφύγει εµπορικό πόλεµο µε τις ΗΠΑ και µέσω µιας κοινής διαπραγµάτευσης για όλα τα κράτη-µέλη να αποτραπούν διµερείς συµφωνίες, που θα έθεταν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ενότητα. Θέλοντας να βάλει την άλλη πλευρά σε διαπραγµάτευση, πρότεινε ένα δασµολογικό καθεστώς «µηδέν προς µηδέν», για να εισπράξει την απάντηση του Αµερικανού προέδρου, ο οποίος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου δήλωσε προκλητικά ότι η Ε.Ε. θα πρέπει να δεσµευθεί να αγοράσει 350 δισ. δολάρια αµερικανικής ενέργειας, για να πάρει αναβολή από τους δασµούς, ενώ σε ερώτηση εάν η προσφορά ήταν αρκετή για να άρει τους δασµούς, ο Τραµπ απάντησε κοφτά: «Οχι, δεν είναι».
Στην έκτακτη σύνοδο των υπουργών Εµπορίου των 27 κρατών-µελών την περασµένη ∆ευτέρα στο Λουξεµβούργο, οι Γαλλία, Γερµανία και Βέλγιο τάχθηκαν υπέρ µιας ισχυρής απάντησης προς τις ΗΠΑ, προτείνοντας την επιβολή δασµών ύψους 110 δισ. ευρώ στους αµερικανικούς ψηφιακούς κολοσσούς Google, Amazon, Facebook, Apple και Microsoft.
Με την πρόταση διαφώνησαν οι Ιταλία, Ισπανία και Ουγγαρία, που αντιπρότειναν την έναρξη διαπραγµατεύσεων, για τη µείωση των δασµών. Μάλιστα, ο Ιταλός υπουργός Οικονοµίας, Τζιανκάρλο Τζορτζέτι, θέλοντας να ρίξει τους τόνους, προέτρεψε τους οµολόγους του των άλλων χωρών να µη χρησιµοποιήσουν το «κουµπί του πανικού», όπως είπε χαρακτηριστικά.
Λίγες ηµέρες νωρίτερα, µιλώντας για το ίδιο ζήτηµα η πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, αν και χαρακτήρισε «λανθασµένους» τους δασµούς Τραµπ, έσπευσε να πει ότι η Ρώµη θα έκανε τα πάντα για να επιτύχει µια συµφωνία µε την Ουάσινγκτον, µε σκοπό την αποτροπή ενός αδιέξοδου εµπορικού πολέµου.
Η Ιταλίδα πρωθυπουργός, η οποία αποκαλεί «καλύτερο φίλο» της τον Αµερικανό πρόεδρο και ταυτόχρονα διεκδικεί ρόλο «διαµεσολαβητή» µεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ, µεταβαίνει στην Ουάσινγκτον, όπου στις 17 Απριλίου θα έχει συνάντηση µε τον Ντόναλντ Τραµπ, για να συζητήσει το θέµα των δασµών.
Παίρνοντας θέση για το θέµα, ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τάχθηκε υπέρ µιας αµοιβαία επωφελούς εµπορικής συµφωνίας («win-win») και για τα δύο µέρη, πρόταση µε την οποία έδειξε να συµφωνεί ο Αµερικανός πρόεδρος όταν ρωτήθηκε σχετικά.
Ο Τραµπ, ο οποίος όπως έχει αποδείξει δεν συµπαθεί τις πολυεθνικές συµφωνίες και τους παγκόσµιους οργανισµούς, αφού αµέσως µετά την ανάληψη των καθηκόντων του το πρώτο που έκανε ήταν να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη Συµφωνία του Παρισιού και από τον ΠΟΥ, αποφεύγει συστηµατικά κάθε διαπραγµάτευση µε Ευρωπαίους αξιωµατούχους, ενώ την ίδια στιγµή αφήνει ανοιχτό το ενδεχόµενο να διαπραγµατευθεί ξεχωριστά µε κάθε χώρα: «Θα υπάρξουν δίκαιες συµφωνίες, αρκετοί ξένοι ηγέτες έχουν ζητήσει να διαπραγµατευθούν µαζί µας, δεν ασχολούµαστε µε τους εχθρούς, αλλά θα φροντίσουµε τους φίλους µας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Σύµφωνα µε διεθνείς αναλυτές, στόχος του Τραµπ στις ξεχωριστές διαπραγµατεύσεις που θα έχει µε τους ηγέτες της Ε.Ε. είναι να κλείσει µε κάποιους συµφωνίες για µηδενικούς δασµούς, έτσι ώστε ένα µεγάλο µέρος των εισαγωγών προς τις ΗΠΑ να διακινείται µέσω αυτών των
χωρών, και ταυτόχρονα να πείσει τους αναποφάσιστους να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγµατεύσεων. Η Ιταλία, που θα είναι η πρώτη που θα διαπραγµατευθεί µε τον Τραµπ, θα µπορούσε να δεχτεί µια τέτοια πρόταση.
Πρόσφορο έδαφος Η τακτική του «διαίρει και βασίλευε», που επιδιώκει ο Τραµπ, βρίσκει πρόσφορο έδαφος στην Ευρώπη, η οποία εξαρτάται αµυντικά από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, την ώρα που το µέτωπο Ρωσίας-Ουκρανίας παραµένει ανοιχτό, ενώ και η αυξανόµενη πολιτική επιρροή των κοµµάτων της Λαϊκής ∆εξιάς, καθώς και η πολιτική και οικονοµική παράλυση του γαλλογερµανικού άξονα καθιστούν την Ευρώπη πολιτικά αδύναµη, άρα και ευάλωτη απέναντι στις ΗΠΑ.
Ο Τραµπ, που είναι έµπειρος στο να κλείνει συµφωνίες, θα εκµεταλλευθεί τις αδυναµίες στις διαπραγµατεύσεις µε τους Ευρωπαίους ηγέτες µε το πρόσχηµα των δασµών για να στρέψει τα κράτη-µέλη το ένα εναντίον του άλλου, απειλώντας µε διάλυση το ευρωπαϊκό οικοδόµηµα. Στόχος του Τραµπ δεν είναι να αποµακρύνει τις ΗΠΑ από την Ευρώπη, αντίθετα θέλει να δέσει τις χώρες πιο σφιχτά στην αµερικανική συµµαχία µέσω διµερών συµφωνιών, σε εµπορικά, αµυντικά και ενεργειακά ζητήµατα.
Κυριακάτικη Απογευματινή