Σε τροχιά σύγκρουσης βρίσκονται και πάλι Γαλλία και Γερµανία, µετά την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου στις Βρυξέλλες, σύµφωνα µε δηµοσίευµα των «Financial Times». Παρά τη φαινοµενική οµοφωνία των 27 ηγετών της Ε.Ε., σχετικά µε την ανάγκη αύξησης των αµυντικών δαπανών, Μακρόν και Σολτς διαφωνούν για το εάν θα πρέπει να συµπεριληφθούν στο πρόγραµµα Rearm Europe, ύψους 800 δισεκατοµµυρίων ευρώ, και χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης. Συγκεκριµένα, ο Γερµανός καγκελάριος δήλωσε ότι η πρωτοβουλία θα πρέπει να είναι ανοιχτή και σε εταίρους εκτός Ε.Ε. «Είναι πολύ σηµαντικό για εµάς τα έργα που µπορούν να υποστηριχθούν µέσω αυτού του σχεδίου να είναι ανοιχτά σε χώρες που δεν είναι µέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά συνεργάζονται στενά, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Νορβηγία, η Ελβετία ή η Τουρκία», δήλωσε ο Σολτς.
Ωστόσο, ο Γάλλος πρόεδρος, που είναι υπέρ της ευρωπαϊκής αυτονοµίας και της προώθησης της εγχώριας βιοµηχανικής παραγωγής, υποστήριξε ότι τα κεφάλαια πρέπει να πάνε αποκλειστικά σε ευρωπαϊκά προϊόντα και όχι «σε νέα έτοιµα εξοπλιστικά συστήµατα, που θα είναι και πάλι µη ευρωπαϊκά». Η Τουρκία είναι από τις πρώτες που εξέφρασαν την επιθυµία να συµµετέχουν στους ευρωπαϊκούς εξοπλισµούς, στην επικοινωνία που είχε ο Ερντογάν µε τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου, Αντόνιο Κόστα, την πρόεδρο της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, καθώς και την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής ∆ιπλωµατίας, Κάγια Κάλας, οι οποίοι έσπευσαν να τον ενηµερώσουν, µαζί µε τους πρωθυπουργούς της Βρετανίας, του Καναδά, της Νορβηγίας και της Ισλανδίας, αµέσως µετά την έκτακτη Σύνοδο.
Συµµετοχή
Ο Τούρκος πρόεδρος, θέλοντας να προκαταλάβει τους Ευρωπαίους αξιωµατούχους, δήλωσε µε νόηµα ότι θα ήταν «αδιανόητη» η ευρωπαϊκή ασφάλεια χωρίς τη συµµετοχή της χώρας του, για να καταλήξει λέγοντας πως «είναι προς το αµοιβαίο συµφέρον µας όλα τα βήµατα που αφορούν την ευρωπαϊκή ασφάλεια να σχεδιάζονται από κοινού µε την Τουρκία».
Χώρες όπως οι Γερµανία, Πορτογαλία, Ισπανία, η Ιταλία, Πολωνία κ.ά., που έχουν συνάψει συµφωνίες αµυντικής συνεργασίας πολλών εκατοµµυρίων µε την κυβέρνηση Ερντογάν, στηρίζουν το αίτηµά της, διαµορφώνοντας έναν ισχυρό πόλο εντός της Ε.Ε. ∆εν είναι τυχαίο πως τόσο ο Αντόνιο Κόστα όσο και η Κάγια Κάλας εκφράστηκαν θετικά για την ενδεχόµενη συµµετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άµυνα, λέγοντας πως, αν και δεν είναι µέλος της Ε.Ε., θα ήταν ευπρόσδεκτη. Μεταξύ των υποστηρικτών της Τουρκίας είναι και ο γενικός γραµµατέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, ο οποίος έχει προτρέψει επανειληµµένως τους Ευρωπαίους ηγέτες να τη συµπεριλάβουν στους αµυντικούς τους σχεδιασµούς. Η Τουρκία, που διαθέτει µία από τις πιο ανεπτυγµένες αµυντικές βιοµηχανίες στον κόσµο, επιδιώκει να έχει µερίδιο στη µεγάλη πίτα των εξοπλισµών. Για τον λόγο αυτό έχει επιστρατεύσει όλους τους µηχανισµούς προπαγάνδας που διαθέτει, ώστε να πείσει την Ε.Ε. ότι έχει ανάγκη την αµυντική της βιοµηχανία.
Την πόρτα για την επαναπροσέγγιση της Αγκυρας µε την Ε.Ε., έπειτα από µια µακρά περίοδο κακών έως και ανύπαρκτων σχέσεων, άνοιξε ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρµερ, ο οποίος κάλεσε τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, να πάρει µέρος στη Σύνοδο για την Ουκρανία, στις 2 Μαρτίου στο Λονδίνο.
Παζάρι
Με την άποψη της Γαλλίας συντάσσονται η Ελλάδα και η Κύπρος, που θεωρούν τη συµµετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άµυνα απειλή για
την ενότητα και την ασφάλεια της Ευρώπης. Μένει να φανεί ποια στάση θα κρατήσουν και οι ΗΠΑ, οι οποίες υπό την απειλή των δασµών αναµένεται επίσης να διεκδικήσουν µερίδιο στην ευρωπαϊκή άµυνα. Η Τουρκία, που γνωρίζει πως η στήριξη της Γερµανίας δεν είναι αρκετή για να τη βάλει στο παζάρι των εξοπλισµών, καθώς η άσχηµη οικονοµική και πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της την έχει αποδυναµώσει πολιτικά, στράφηκε στην Πολωνία. Μάλιστα ο Ερντογάν απηύθυνε πρόσκληση στον πρωθυπουργό και προεδρεύοντα του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, να επισκεφθεί την Αγκυρα για να συζητήσουν το θέµα των εξοπλισµών. Στη συνάντηση που έγινε την περασµένη Τετάρτη ο Τουσκ απέφυγε να δεσµευθεί υπέρ της Τουρκίας.
Η Πολωνία, µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, έχει να επιδείξει θεαµατικές επιδόσεις στην κούρσα των εξοπλισµών, καθώς έφθασε να δαπανά το 4,7% του ΑΕΠ της στην άµυνα, µε στόχο να φθάσει στο 5% το 2026. Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο µεταξύ των χωρών της Ε.Ε., αλλά και του ΝΑΤΟ, ενώ και ο πολωνικός στρατός, που αριθµεί 200.000 στρατιώτες, είναι ο µεγαλύτερος στην Ε.Ε. και ο τρίτος µεγαλύτερος στο ΝΑΤΟ, µετά τις ΗΠΑ και την Τουρκία.
Νέα δύναµη
Αν και ο Ντόναλντ Τουσκ χαρακτήρισε πρόσφατα «πολλά υποσχόµενη» την πρόταση του Γάλλου προέδρου Μακρόν για την κάλυψη της Ευρώπης από το γαλλικό πυρηνικό οπλοστάσιο, µιλώντας στο Κοινοβούλιο της χώρας του δήλωσε αποφασισµένος να αναπτύξει πυρηνικά όπλα. «Η Πολωνία δεν µπορεί να µείνει µόνο στα συµβατικά όπλα, πρέπει να φθάσει στις πιο σύγχρονες δυνατότητες που σχετίζονται µε τα πυρηνικά όπλα». Ανακοίνωσε επίσης την πρόθεση της κυβέρνησής του να θέσει σε εφαρµογή µέχρι το τέλος του 2025 ένα πρόγραµµα στρατιωτικής εκπαίδευσης για όλους τους ενήλικους άνδρες, που θα τους καθιστά ετοιµοπόλεµους.
Καθώς η Ευρώπη διψά για εξοπλισµούς και η Γερµανία αδυνατεί να καλύψει αυτή την ανάγκη, η Πολωνία θα µπορούσε να αποτελέσει τη νέα ηγετική δύναµη στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Μένει να φανεί αν θα συνεργαστεί µε τη Γαλλία, αναβιώνοντας τον γαλλογερµανικό άξονα, ή θα επιλέξει να αυτονοµηθεί, διαµορφώνοντας νέες ισορροπίες εντός της Ε.Ε
Κυριακάτικη Απογευματινή