Δικαστής στις ΗΠΑ απέρριψε την έφεση του Ντόναλντ Τραμπ για ακύρωση της καταδίκης του στις 30 Μαΐου από το Ποινικό Δικαστήριο του Μανχάταν για 34 κατηγορίες παραποίησης λογιστικών εγγράφων. Οι κατηγορίες αφορούσαν την απόκρυψη πληρωμής ύψους 130.000 δολαρίων στη Στόρμι Ντάνιελς, προκειμένου να εξασφαλιστεί η σιωπή της για ερωτική τους σχέση το 2016, την οποία ο Τραμπ αρνείται.
Οι δικηγόροι του νεοεκλεγέντα προέδρου επικαλέστηκαν το τεκμήριο ποινικής ασυλίας, το οποίο αναγνωρίστηκε την 1η Ιουλίου από το Ανώτατο Δικαστήριο στον πρόεδρο των ΗΠΑ, ζητώντας ακύρωση της απόφασης που είχε εκδοθεί εναντίον του. Ο δικαστής Χουάν Μέρσαν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα επίμαχα έγγραφα δεν είχαν επίσημο χαρακτήρα και, επομένως, δεν καλύπτονταν από την προεδρική ασυλία. Μετά τη νίκη του στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, οι δικηγόροι του Τραμπ κατέθεσαν νέα προσφυγή, επικαλούμενοι την ιδιότητά του ως εκλεγμένου προέδρου. Ο δικαστής απέρριψε εκ νέου την προσφυγή. Ο Τραμπ μπορεί να προσφύγει στο Εφετείο και στη συνέχεια στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Σε μια δεύτερη δικαστική εξέλιξη με πολιτικό ενδιαφέρον, ο πρώην πληροφοριοδότης του FBI Αλεξάντερ Σμιρνόφ παραδέχθηκε χθες ότι είπε ψέματα για δήθεν σχέδιο δωροδοκίας στο οποίο φέρεται να εμπλέκονται ο Τζο Μπάιντεν και ο γιος του Χάντερ. Ο 44χρονος είχε δηλώσει ότι στελέχη της ουκρανικής ενεργειακής εταιρείας Burisma είχαν καταβάλει 5 εκατ. δολάρια σε κάθε έναν από τους Μπάιντεν το 2015. Στη βάση αυτών των κατηγοριών οι Ρεπουμπλικανοί στο Κογκρέσο προσπάθησαν να αποπέμψουν τον πρόεδρο των ΗΠΑ.