Σε πρόωρες εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου 2025 συμφώνησαν οι Σοσιαλδημοκράτες με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Μετά την αποχώρηση των Φιλελεύθερων από τον κυβερνητικό συνασπισμό και την απώλεια της δεδηλωμένης, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς πρότεινε να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στις 15 Ιανουαρίου και να στηθούν οι κάλπες στα τέλη Μαρτίου. Οι Χριστιανοδημοκράτες απαίτησαν να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης εντός της εβδομάδας και να στηθούν οι κάλπες πριν από τα Χριστούγεννα.
Τελικά συμφωνήθηκε να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στις 16 Δεκεμβρίου. Εφόσον δεν την αποσπάσει, θα ζητήσει από τον πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ τη διάλυση της Βουλής. Αυτό θα συμβεί εντός τριών εβδομάδων, εγκαινιάζοντας μια προεκλογική περίοδο 50 ημερών.
Οι εκλογές αναμένεται να φέρουν στην καγκελαρία τον ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, καθώς το κόμμα του προηγείται στις δημοσκοπήσεις με ποσοστό διπλάσιο εκείνου των Σοσιαλδημοκρατών (32,5% έναντι 15,5%). Δεύτερο κόμμα καταγράφεται η Εναλλακτική για τη Γερμανία (19,5%) και ακολουθούν οι Πράσινοι (11,5%), το αριστερό κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ (7%), οι Φιλελεύθεροι (5%) και η Αριστερά (3,5%).
Αν οι προβλέψεις αυτές επαληθευτούν, προκύπτει η επιλογή είτε ενός συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων – Πρασίνων είτε ενός μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών. Κομβικής σημασίας στην επιλογή ενδέχεται να αποδειχθεί η συζήτηση περί κατάργησης του «φρένου χρέους» από το Σύνταγμα.
Αν και οι Χριστιανοδημοκράτες ήταν εκείνοι που επέμειναν στην υιοθέτησή του, σήμερα εμφανίζονται ανοιχτοί στην κατάργηση (ίσως και να την επιθυμούν), αντιλαμβανόμενοι τους περιορισμούς που επιβάλλει σε μια περίοδο που η γερμανική οικονομία χρειάζεται επανεκκίνηση. Μια επιλογή με την οποία οι Φιλελεύθεροι δεν πρόκειται να συμφωνήσουν, αλλά ενδέχεται να θέσουν ως προϋπόθεση οι Πράσινοι και οι Σοσιαλδημοκράτες.