Οι δημοσιονομικοί κανόνες ενεργοποιήθηκαν ξανά στην Ευρωζώνη (είχαν «παγώσει» από την περίοδο της πανδημίας) και μαζί τους επέστρεψε η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποίησε επτά κράτη-μέλη ότι κινδυνεύουν με κυρώσεις: Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Σλοβακία, Μάλτα, Πολωνία και Ουγγαρία.
Αύριο οι υπηρεσίες της Κομισιόν θα παρουσιάσουν προτάσεις, στη βάση των οποίων οι κυβερνήσεις θα πρέπει μέχρι τις 20 Σεπτεμβρίου να καταρτίσουν μεσοπρόθεσμα σχέδια πώς το δημοσιονομικό έλλειμμα θα περιοριστεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος κάτω από το 60%.
Η ισχυρότερη πίεση προκύπτει για τη Γαλλία, όπου σε δέκα ημέρες στήνουν κάλπες. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, στις βουλευτικές εκλογές θα επικρατήσει είτε η Εθνική Συσπείρωση, που ίδρυσε η Μαρίν Λεπέν, είτε το Λαϊκό Μέτωπο των τεσσάρων κομμάτων στα αριστερά του πολιτικού συστήματος. Οι προεκλογικές εξαγγελίες και των δύο οδηγούν σε αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος που φέτος εκτιμάται ότι θα υπερβεί το 5,3%. Το δε γαλλικό χρέος η Κομισιόν εκτιμά ότι θα φτάσει το 113,8% το 2025. Ήδη οι επενδυτές ανησυχούν, προκαλώντας τη μεγαλύτερη αύξηση στο κόστος δανεισμού μετά το 2011. Στα δεκαετή ομόλογα η απόκλιση του επιτοκίου από τα αντίστοιχα γερμανικά ξεπέρασε τις 0,8 ποσοστιαίες μονάδες (πριν από την προκήρυξη εκλογών υπολειπόταν των 0,5 μονάδων) και οι αναλυτές προειδοποιούν ότι ίσως ξεπεράσει τη 1 ποσοστιαία μονάδα – επίπεδο όπου δεν έχει βρεθεί μετά τη δημοσιονομική κρίση στην Ευρωζώνη.
Η αύξηση του κόστους δανεισμού ανησυχεί ιδιαίτερα και την ιταλική κυβέρνηση, που καλείται να εξυπηρετήσει το υψηλότερο χρέος στην Ευρωζώνη (2,9 τρισ. ευρώ ή 138% του ΑΕΠ), με δημοσιονομικό έλλειμμα 7,4% και ανάπτυξη χαμηλότερη του 1%. «Είναι απαραίτητο να διατηρήσουμε μια υπεύθυνη προσέγγιση στον δημοσιονομικό σχεδιασμό», παραδέχθηκε ο υπουργός Οικονομίας, Τζιανκάρλο Τζορτζέτι. Πλην όμως αυτό, μεταξύ άλλων, συνεπάγεται την εγκατάλειψη σχεδίου μείωσης φόρων στους μισθωτούς, που κοστολογείται περί τα 10 δισ. ευρώ. Κάτι που ενδεχομένως δημιουργήσει κυβερνητική αστάθεια, καθώς ο Ματέο Σαλβίνι αναζητά τρόπο ανάκαμψης μετά την ήττα στις ευρωεκλογές.
Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καλώντας τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν άμεσα σε σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση. Ειδική μελέτη συμπεραίνει ότι θα πρέπει «αμέσως και μονίμως» να υπάρξει δημοσιονομική σύσφιξη κατά 2% του ΑΕΠ προκειμένου τα επίπεδα χρέους να βρεθούν κάτω από το 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2070. Επιπροσθέτως θα απαιτηθούν περικοπές 3% του ΑΕΠ ώστε να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που θέτουν η γήρανση του πληθυσμού, η κλιματική κρίση και η αύξηση εξοπλισμών.
Η Γερμανία χρειάζεται 40 δισ. € για να επιβιώσει
Δημοσιονομική «τρύπα» 40 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό του 2025 απειλεί με κατάρρευση τη γερμανική κυβέρνηση. Στον απόηχο των ευρωεκλογών, όπου τα τρία κυβερνητικά κόμματα άθροισαν μόλις 31%, επιτρέποντας στην αντιπολίτευση να ζητά πρόωρες εκλογές, η κυβέρνηση καλείται να παρουσιάσει, πριν από το θερινό διάλειμμα της Βουλής (Ιούλιος), προσχέδιο προϋπολογισμού για το επόμενο έτος. Το συνταγματικά κατοχυρωμένο «φρένο χρέους» επιβάλλει ο προϋπολογισμός να έχει έλλειμμα μέχρι 0,35% του ΑΕΠ. Κατά συνέπεια τα 40 δισ. ευρώ θα πρέπει να εξοικονομηθούν από τις δαπάνες (κάτι που αποκλείει ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος, Όλαφ Σολτς) ή να εξευρεθούν από φόρους (κάτι που αποκλείει ο Φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ).
Η προερχόμενη από τους Πράσινους υπουργός Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ, πρόσφατα πρότεινε εξοπλιστικές δαπάνες 6,5 δισ. ευρώ να θεωρηθούν έκτακτες και να χρηματοδοτηθούν εκτός προϋπολογισμού, πλην όμως η φιλελεύθερη συνιστώσα της κυβέρνησης διαφωνεί. «Θα είναι ολέθριο να καταλήξουμε να λέμε “σώσαμε το φρένο χρέους αλλά χάσαμε την Ουκρανία”», απαντά η Μπέρμποκ, αλλά προσθέτει: «Η μεγαλύτερη χάρη που μπορούμε να κάνουμε στους εχθρούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας είναι οι πρόωρες εκλογές».