Διανύοντας κρίσιμες ώρες εξαιτίας της νέας έντασης στη Μέση Ανατολή μετά την άνευ προηγουμένου επίθεση του Ιράν σε ισραηλινό έδαφος, η ανάλυση του Τόμας Φρίντμαν για τους «New York Times» προσφέρει πολύ χρήσιμες πληροφορίες για την κατανόηση των επόμενων βημάτων τόσο του Ισραήλ όσο και των ΗΠΑ. «Θα ήταν εύκολο να θαμπωθούμε από τον τρόπο με τον οποίο Ισραηλινοί, Αμερικανοί και άλλοι συμμαχικοί στρατοί κατέρριψαν σχεδόν κάθε ιρανικό drone, πύραυλο Κρουζ και βαλλιστικό πύραυλο που εκτοξεύτηκε εναντίον του Ισραήλ το Σάββατο και να συμπεράνουμε ότι αυτή ήταν η αντίδραση του Ιράν (ως αντίποινα για τη φερόμενη δολοφονία ενός κορυφαίου αξιωματούχου του από το Ισραήλ στη Συρία) και ότι τώρα μπορούμε να πούμε ότι το πράγμα τελείωσε», σημειώνει ξεκινώντας την ανάλυσή του ο Φρίντμαν.
Ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Αμερικανός δημοσιογράφος ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι «αυτό θα ήταν μια επικίνδυνη παρανόηση αυτού που μόλις συνέβη και ένα τεράστιο γεωπολιτικό λάθος από τη Δύση και τον κόσμο γενικότερα». Τι πρέπει να γίνει; Κατά τον Φρίντμαν, τώρα είναι η ώρα για «μια ευρεία, διαρκή, παγκόσμια πρωτοβουλία για την απομόνωση του Ιράν – όχι μόνο για να το αποτρέψει από το να επιχειρήσει ξανά κάτι ανάλογο, αλλά και για να δοθούν επιχειρήματα στο Ισραήλ να μην ανταποκριθεί στρατιωτικά με αυτοματισμούς». Και υπογραμμίζει ότι μια αυτόματη στρατιωτική απόκριση από πλευράς του Ισραήλ «θα ήταν ένα σοβαρό λάθος».
Ως προς τις συμμαχίες των δύο εχθρών, σημειώνει ότι το Ιράν έχει από την πλευρά του ένα περιφερειακό δίκτυο και το Ισραήλ από τη δική του χρειάζεται μια περιφερειακή συμμαχία μαζί με τις ΗΠΑ για μελλοντικές αποτροπές. Η απάντηση στο Ιράν πρέπει, κατά την ανάλυση του Φρίντμαν, να συνίσταται από «μεγάλες διπλωματικές και οικονομικές συνέπειες» για τη χώρα και να δούμε και «χώρες όπως η Κίνα επιτέλους να τις υποστηρίζουν».
Ο Τόμας Φρίντμαν εξετάζει τι θα μπορούσε να είχε συμβεί αν τα drones και οι πύραυλοι δεν είχαν αναχαιτιστεί και λέει: «Όταν η Τεχεράνη εκτόξευσε όλα αυτά τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και τους πυραύλους, δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι σχεδόν όλα θα αναχαιτίζονταν. Κάποιοι (σ.σ. πύραυλοι) καταρρίφθηκαν πάνω από την Ιερουσαλήμ. Ένας πύραυλος θα μπορούσε να πλήξει το τέμενος του Αλ Άκσα, έναν από τους ιερότερους τόπους λατρείας για το Ισλάμ. Ένας άλλος θα μπορούσε να είχε χτυπήσει το ισραηλινό Κοινοβούλιο ή μια πολυκατοικία, προκαλώντας τεράστιες απώλειες».
Και συνεχίζει: «Μιλάμε για μια άνευ προηγουμένου κλιμάκωση στον μακροχρόνιο, αυστηρά περιορισμένο, σκιώδη πόλεμο μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, που περιοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά σε στοχευμένα ισραηλινά πλήγματα εναντίον μονάδων του σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης στον Λίβανο και στη Συρία» από τη μία, και από την άλλη το Ιράν «να βάζει τη λιβανέζικη πολιτοφυλακή του, τη Χεζμπολάχ, να εκτοξεύει ρουκέτες στο Ισραήλ».
Ο Τόμας Φρίντμαν θυμίζει ότι «καμία χώρα δεν είχε επιτεθεί απευθείας στο Ισραήλ από τότε που το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν το είχε κάνει με τους πυραύλους Scud πριν από 33 χρόνια». Ποιος είναι ο κίνδυνος αν δεν υπάρξει η ευρεία και διαρκής παγκόσμια πρωτοβουλία υπό την ηγεσία των ΗΠΑ στην οποία αναφέρεται; Ότι «χωρίς την επιβολή αυστηρών κυρώσεων και την απομόνωση του Ιράν από την παγκόσμια σκηνή, δεν θα υπάρξει αποτέλεσμα». Αν, αντίθετα, το Ισραήλ ανταπαντήσει με μια επίθεση πιθανότατα στο ίδιο επίπεδο, τότε «βρισκόμαστε καθ’ οδόν προς έναν μεγάλο πόλεμο στη Μέση Ανατολή και το πετρέλαιο στα 250 δολάρια το βαρέλι».
Και συμπληρώνει ο Φρίντμαν ότι η απομόνωση του Ιράν είναι «ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλιστεί ότι ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, δεν θα παρασύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν περιφερειακό πόλεμο για να στηρίξει το δικό του πολιτικό αφήγημα».