Στα μέσα του Ιουλίου του 2011 απεβίωσε σε ηλικία 93 ετών, ως απλός μοναχός στο ορθόδοξο μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου στην Αριζόνα, o κορυφαίος καθηγητής του Χάρβαρντ, φιλόσοφος, ιστορικός, θεολόγος και συγγραφέας Κωνσταντίνος Καβαρνός. O π. Κωνσταντίνος γεννήθηκε το 1918 στη Βοστόνη. Οι γονείς του, Έλληνες μετανάστες με καταγωγή από τη Λέσβο, αποφάσισαν να επιστρέψουν μαζί με τα τρία παιδιά τους στο χωριό τους, το Πλωμάρι, τη δεκαετία του 1920 και ο μικρός Κωνσταντίνος τελείωσε εκεί το δημοτικό. Ακολούθως, και αφού η οικογένεια ξανάφυγε για την Αμερική, έγινε δεκτός στο Χάρβαρντ, όπου τελικά, μετά από σπουδές σε βιολογία και βιοχημεία, στράφηκε στη φιλοσοφία.
Ο Κωνσταντίνος Καβαρνός μιλούσε άπταιστα ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά αλλά και αρχαία ελληνικά και λατινικά, ενώ συνέγραψε πολλά βιβλία. Μνημειώδης έχει μείνει η εργασία του «O βίος του ατόμου κατά τον Πλάτωνα εν σχέσει προς τον Χριστιανισμόν και την νεωτέραν Φιλοσοφίαν», η οποία και βραβεύτηκε το 1941 από το Χάρβαρντ. Το ίδιο πανεπιστήμιο του χρηματοδότησε ταξίδια για να μελετήσει επί τόπου φιλοσοφικά συστήματα και νοοτροπίες διαφόρων λαών. «Αγαπούσε κάθε τι το κλασικό και ελληνικό. Έβρισκε ψυχική γαλήνη και μεγάλη χαρά διαβάζοντας κλασικούς συγγραφείς της αρχαιότητας, αλλά και των μεταγενέστερων χρόνων, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Μέγας Φώτιος, ο Ιωάννης Δαμασκηνός και άλλοι. Πριν από δεκαετίες μελέτησε και μετέφρασε στην αγγλική γλώσσα και εξέδωσε σε δύο τόμους «Ανθολογία της Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών Πατέρων», έγραψε πρόσφατα στον «Εθνικό Κήρυκα» ο π. Αστέριος Γεροστέργιος (συμφοιτητής του π. Κωνσταντίνου), που συνέγραψε και τη βιογραφία του. O ίδιος θυμάται: «Τον πλήγωνε βαθιά η καταστροφή της ελληνικής γλώσσας, κι έλεγε ότι μελλοντικά οι Έλληνες θα ανανήψουν, θα εκτιμήσουν και θα αγαπήσουν το λαμπρό παρελθόν τους και θα εργασθούν για την πνευματική τους ανόρθωση»… Είναι χαρακτηριστικό ότι o π. Κωνσταντίνος, όταν επρόκειτο να συγγράψει ένα νέο βιβλίο ή να δώσει μία νέα διάλεξη, τηρούσε αυστηρή νηστεία!
Η Χατσεψούτ πέθανε λόγω της κολόνιας της
Η βασίλισσα Χατσεψούτ, η τρίτη θρυλική γυναίκα-φαραώ της αρχαίας Αιγύπτου, ανήκε στην 18η δυναστεία και βασίλευσε γύρω στο 1450 π.χ. Η μούμια της ανακαλύφθηκε το 1903, αλλά η ταυτοποίησή της έγινε το 2007 με ειδικές γενετικές εξετάσεις. Η βασίλισσα έπασχε από αρθρίτιδα, διαβήτη και ψωρίαση και τα τελευταία χρόνια της ζωής της είχε προσβληθεί και από καρκίνο. Γερμανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι η βασίλισσα χρησιμοποιούσε καρκινογόνα λοσιόν. Στο Μουσείο Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων του Πανεπιστημίου της Βόννης φυλάσσεται εδώ και χρόνια ένα φιαλίδιο που ανήκε στη βασίλισσα. Μέχρι το 2009 οι αρχαιολόγοι πίστευαν πως πρόκειται για ένα αρωματοδοχείο της Χατσεψούτ που περιείχε… πηλό. Ο διευθυντής της συλλογής του μουσείου, Μίχαελ Χέβελερ-Μίλερ, μαζί με τον φαρμακολόγο Χέλμουτ Βίντενφελντ ανακοίνωσαν στις 20/8/2011 σε συνέντευξη Τύπου πως το αρωματοδοχείο δεν περιείχε πηλό, αλλά ούτε και αρώματα: ήταν φιάλη με υπολείμματα από λοσιόν σώματος, και συγκεκριμένα από βάμμα φοινικέλαιου, αιθέριων ελαίων μοσχοκάρυδου και ισχυρή δόση πίσσας.
Η χρήση λοσιόν σώματος στην αρχαία Αίγυπτο ήταν πολύ συνηθισμένη, γιατί λόγω κλίματος ο πληθυσμός έπασχε συχνά από εκζέματα και δερματοπάθειες που προκαλούν κνησμό. Είναι επίσης γνωστό και επιβεβαιώθηκε από γενετικές εξετάσεις ότι η βασίλισσα Χατσεπσούτ έπασχε, όπως και όλη η φαραωνική οικογένεια, από ψωρίαση, που προκαλεί φοβερό κνησμό. Φαίνεται λοιπόν πως ο γιατρός της παρασκεύασε αυτή τη λοσιόν για να ανακουφίζεται. Εκείνο που δεν ήξερε όμως ο γιατρός ούτε και η Χατσεψούτ ήταν ότι η πίσσα είναι καρκινογόνα. Η καρκινογόνα επίδραση της πίσσας διαπιστώθηκε μόλις στη δεκαετία του 1970 και από τότε δεν χρησιμοποιείται πια ως συστατικό σε λοσιόν, αλλά μόνον σε… τσιγάρα!
Κινητά και μείωση του πληθυσμού των μελισσών
Σε μια πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό περιοδικό «Apidologie», ο ειδικός στις μέλισσες Daniel Favre αποκαλύπτει ότι η μείωση του πληθυσμού των μελισσών παγκοσμίως οφείλεται στην εκτεταμένη χρήση των κινητών τηλεφώνων! Συγκεκριμένα στα πειράματά του τοποθέτησε δύο κινητά τηλέφωνα μέσα σε μια κυψέλη και με ειδικά μηχανήματα κατέγραψε τους ήχους των μελισσών όταν τα τηλέφωνα ήταν κλειστά, σε αναμονή και όταν λειτουργούσαν. Με τα τηλέφωνα ανοιχτά για περίπου 20 με 40 λεπτά, οι μέλισσες άρχισαν να παράγουν ένα υψίσυχνο ήχο τον οποίο κάτω από κανονικές συνθήκες εκπέμπουν όταν βρίσκονται σε κίνδυνο και δευτερευόντως όταν θέλουν να συγκεντρωθούν σε σμήνος. Μόλις δύο λεπτά μετά το σταμάτημα της κλήσης στο κινητό οι μέλισσες επανέρχονταν σε κατάσταση ηρεμίας. Ο Favre κάλεσε τη διεθνή επιστημονική κοινότητα να συνεχίσει τις έρευνες για τη σύνδεση μεταξύ κινητών και ηλεκτρομαγνητικών πεδίων με τη μείωση του πληθυσμού των μελισσών που παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο. Αν και δεν γνωρίζουμε τι προέκυψε από εκείνο το επιστημονικό κάλεσμα, τολμούμε να υποθέσουμε ότι δεν πρέπει να τις ωφέλησε.