Σε όλο και δυσκολότερη κατάσταση περιέρχεται το Κίεβο, καθώς η αποτυχία της θερινής αντεπίθεσης ανατρέπει το θετικό κλίμα του πρώτου έτους του πολέμου. Η ουκρανική ηγεσία επιμένει ότι ο πόλεμος θα τελειώσει μόνο όταν ανακτηθούν όλα τα εδάφη που αντιστοιχούσαν στην Ουκρανία ως Δημοκρατία της Σοβιετικής Ένωσης. Ακόμα και οι σύμμαχοι προειδοποιούν, όμως, ότι θα χρειαστούν χρόνια για να συμβεί αυτό. «Ποιες θα είναι οι συνέπειες σε ανθρώπινες ζωές και ποιο το οικονομικό κόστος; Ποιες θα είναι οι συνέπειες για τη δυτική στήριξη;», αναρωτιόταν πρόσφατα Βρετανός αξιωματούχος στη «Washington Post».
Τα πακέτα ενισχύσεων (πυρομαχικά και χρήματα, χωρίς τα οποία η Ουκρανία θα χρεοκοπήσει άμεσα) δεν εγκρίνονται πλέον με ευκολία σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Η προοπτική της νίκης του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2024 και της ενίσχυσης των φιλικών στον Πούτιν δυνάμεων, στις ευρωεκλογές, θα το κάνει ακόμα πιο δύσκολο. Χωρίς τη βοήθεια των δυτικών συμμάχων η Ουκρανία δεν θα μπορέσει να συνεχίσει τον πόλεμο. Κάτι που σταδιακά γίνεται αποδεκτό και στα υψηλότερα κλιμάκια της ουκρανικής στρατιωτικής ηγεσίας.
Δεν μιλιούνται
Ο επικεφαλής του στρατεύματος, Βαλέρι Ζαλούζνι, φέρεται να έχει έρθει σε σύγκρουση με τον πρόεδρο Ζελένσκι (πρόσφατο δημοσίευμα της «Corriere della Sera» υποστηρίζει ότι πλέον επικοινωνούν διά αντιπροσώπων), που επιμένει να μη συζητά καν το ενδεχόμενο οποιασδήποτε υποχώρησης. Ο στρατός τού χρεώνει και την επιμονή για ανακατάληψη του Μπαχμούτ, πόλη στα ανατολικά χωρίς στρατηγική σημασία. Η προσπάθεια απέτυχε με μεγάλο κόστος σε ζωές και στρατιωτικό υλικό. Ήδη στον διεθνή Τύπο υπάρχουν αναφορές επαφών αξιωματούχων του ουκρανικού στρατού προς αναζήτηση εκεχειρίας εν αγνοία του Ζελένσκι.
Λάθος εκτίμηση
Η ρίζα του προβλήματος, βέβαια, έχει να κάνει με την αποτυχία της θερινής αντεπίθεσης. Τέλη του 2022 ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Λόιντ Όστιν, ρώτησε τον στρατηγό Ζαλούζνι τι ενισχύσεις θα χρειαστούν, για να πάρει την απάντηση: 1.000 τεθωρακισμένα και εννέα καινούργιες ταξιαρχίες εκπαιδευμένες από τους δυτικούς. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν ΝΑΤΟϊκές βάσεις στο Βιζμπάντεν της Γερμανίας. Ταυτόχρονα με την εκπαίδευση, κορυφαίοι αξιωματικοί Βρετανών, Αμερικανών και Ουκρανών πραγματοποίησαν οκτώ πολυήμερες προσομοιώσεις των συνθηκών της μάχης, σε υπολογιστές. Εκεί φαίνεται ότι εκτίμησαν λάθος τον βαθμό στον οποίο οι ουκρανικές στρατιωτικές δυνάμεις μπορούσαν να μιμηθούν τις δυτικές, μέσα σε τόσο σύντομο χρόνο και χωρίς αεροπορική κάλυψη (κάτι που οι δυτικές δυνάμεις πάντα διαθέτουν).
Από τα «παιχνίδια πολέμου» προέκυπτε ότι θα απαιτηθούν 60 με 90 ημέρες για να φτάσουν οι Ουκρανοί μέχρι τη θάλασσα του Αζόφ. Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες έχοντας εικόνα των ρωσικών οχυρώσεων ήταν πιο απαισιόδοξες δίνοντας πιθανότητα επιτυχίας 50%. Οι Αμερικανοί πρότειναν η επίθεση να επικεντρωθεί σε ένα μέτωπο αλλά οι Ουκρανοί ήλπιζαν να επαναλάβουν την επιτυχία του περσινού φθινοπώρου, όταν ανακατέλαβαν εδάφη τόσο στα νότια όσο και στα ανατολικά. Έτσι επέλεξαν να επιτεθούν σε δύο σημεία στον νότο και στο Μπαχμούτ ανατολικά.
Διαφωνίες με τις ΗΠΑ
Η αμερικανική πλευρά πίεζε το Κίεβο να ξεκινήσει η αντεπίθεση αρχές της άνοιξης, ώστε οι Ρώσοι να μην έχουν πολύ χρόνο να οχυρωθούν. Οι Ουκρανοί, όμως, ήθελαν να περιμένουν πρόσθετες ενισχύσεις και εκπαίδευση. Ανέθεσαν την πρώτη σημαντική επίθεση για την κατάληψη του Ρομποτίνο στην 47η μεραρχία, η οποία εκπαιδεύτηκε στη Γερμανία και είχε δυτικό εξοπλισμό. Όμως, εκ των υστέρων αποκαλύφθηκε ότι το 70% δεν είχε εμπειρία μάχης και οι περισσότεροι ήταν εξαιρετικά νέοι – με τον διοικητή μόλις 28 ετών.
Στα σχέδια η κατάληψη του Ρομποτίνο θα κρατούσε 4 ημέρες – στην πραγματικότητα χρειάστηκαν 12 εβδομάδες. Αντί να προχωρήσουν εννέα μίλια την πρώτη ημέρα, έπειτα από έξι μήνες έχουν προχωρήσει 12 μίλια. Πλέον ο χειμώνας παγώνει τις γραμμές και εάν δεν υπάρξουν ενισχύσεις από τους δυτικούς, τα πολεμοφόδια θα αρχίσουν να εξαντλούνται πριν από το τέλος του χρόνου. Το ηθικό στην ουκρανική πλευρά είναι στα τάρταρα. Αντιθέτως, ο πρόεδρος Πούτιν γνωρίζει ότι απλώς χρειάζεται να περιμένει. Εκείνος αντέχει. Οι Ουκρανοί;
ΚΟΛΑΣΗ ΤΑ ΝΑΡΚΟΠΕΔΙΑ ΤΟΥ ΡΟΜΠΟΤΙΝΟ
Πρώτος στόχος της αντεπίθεσης ήταν η πόλη του Ρομποτίνο. Οι δυσκολίες έγιναν αντιληπτές από το πρώτο 24ωρο. Τα ναρκοπέδια ήταν εξαιρετικά πυκνά, με τις νάρκες συχνά στοιβαγμένες σε σωρούς. Οι Ουκρανοί δεν είχαν εκπαιδευτεί να οδηγούν στο ανώμαλο έδαφος, που προέκυψε μετά τις πρώτες εκρήξεις ναρκών, στο υγρό χώμα της Ζαπορίζια. Τα οχήματα αναγκάζονταν να παρεκκλίνουν από τις διόδους που είχαν καθαριστεί από νάρκες κι έτσι συχνά ανατινάσσονταν. Οι ρωσικές δυνάμεις βρίσκονταν σε υψηλότερα σημεία και σάρωναν τους Ουκρανούς με αντιαρματικά βλήματα. Ρωσικά ελικόπτερα και drones συμπλήρωναν την εικόνα της κόλασης.
Την τέταρτη ημέρα ο στρατηγός Ζαλούζνι αποφάσισε ότι δεν είχε νόημα να σπαταλά άλλες ζωές και στρατιωτικό υλικό. Διέταξε να εγκαταλειφθεί η τακτική με τα οχήματα και οι στρατιώτες να προχωρούν με τα πόδια σε ομάδες των δέκα. Η πιο προσεκτική προσέγγιση περιόρισε τις απώλειες αλλά καθυστέρησε την προέλαση. Οι Αμερικανοί διαφωνούσαν υποστηρίζοντας ότι έτσι τελικά θα χαθούν περισσότερες ζωές. Μάλιστα, προέκυψε ένταση μεταξύ των δύο πλευρών, με αποτέλεσμα επί εβδομάδες, στις αρχές της αντεπίθεσης, ο Ζαλούζνι να αρνείται να επικοινωνήσει απευθείας με τον διοικητή της αμερικανικών δυνάμεων στην Ευρώπη.