Σκότωσε τη 13χρονη κόρη του µε 17 µαχαιριές

Ο 38χρονος δράστης καταδικάστηκε σε 20 χρόνια, λόγω προτέρου εντίµου βίου, µπήκε σε Ψυχιατρείο, καθώς και στο µοναστήρι των «παπαροκάδων», και από το 2018 είναι ελεύθερος
18:00 - 15 Απριλίου 2025

Ελεύθερος αφέθηκε τον Νοέµβριο του 2018 ο Χρήστος Βουλγαράκης, 16,5 χρόνια µετά την ειδεχθή δολοφονία της ανήλικης κόρης του Βάσως. Ηταν 27 Απριλίου του 2002, όταν εντοπίστηκε η 13χρονη Βάσω Βουλγαράκη άγρια δολοφονηµένη µέσα στο σπίτι του πατέρα της, στην Πελασγία Φθιώτιδας. Το άτυχο κορίτσι βρέθηκε από µια γειτόνισσα, τη Χαρίκλεια Κατσαούνη, η οποία πέρασε από το σπίτι να δει τι συνέβαινε, κατόπιν παράκλησης της 28χρονης µητέρας του κοριτσιού, Αθανασίας, η οποία ανησυχούσε γιατί το παιδί της δεν είχε δώσει σηµεία ζωής για αρκετές ηµέρες. Σηµειώνεται πως η Βασούλα -όπως ήταν το χαϊδευτικό της- είχε βρεθεί στα χέρια του πατέρα της λίγο µετά τον σεισµό του 1999 στην Πάρνηθα, καθώς το σπίτι της µητέρας της στη Μεταµόρφωση διαλύθηκε και ετοιµαζόταν να επιστρέψει στην Αθήνα µέσα στις επόµενες ηµέρες. Την ίδια στιγµή ο 38χρονος πατέρας της είχε εξαφανιστεί από το χωριό µε το αυτοκίνητό του, γι’ αυτό και θεωρούνταν από τους αστυνοµικούς της Ασφάλειας Φθιώτιδας ως ο νούµερο ένα ύποπτος για τη δολοφονία της κόρης του. Και πράγµατι, αποδείχθηκε πως ήταν αυτός που της αφαίρεσε τη ζωή, καταφέροντάς της 17 µαχαιριές µε ένα µαχαίρι µε λεπίδα 18 εκατοστών, αφού προηγουµένως την είχε κακοποιήσει βάναυσα.

Ενδεικτικό της αγριότητας του εγκλήµατος είναι πως ο ιατροδικαστής, που διενήργησε τη νεκροψία-νεκροτοµή στο άψυχο σώµα της Βασούλας, Χρήστος Λευκίδης, έκανε λόγο για «εγκληµατική σφαγή», καθώς η καρωτίδα της ήταν κοµµένη τρεις φορές. Μάλιστα, υπήρξε υποψία και σεξουαλικής κακοποίησής της από τον πατέρα της, αλλά δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ. Πέντε ηµέρες µετά την αποκάλυψη του φονικού, ο Χρήστος Βουλγαράκης βρέθηκε σε άθλια κατάσταση και µε σκισµένα ρούχα έξω από τη Μονή Τρικόρφου στη Φθιώτιδα, όπου εκµυστηρεύτηκε στον πατέρα Νεκτάριο Μουλατσιώτη πως του σκότωσαν το παιδί και εκείνος ξύπνησε το επόµενο πρωί στην Πάργα µε τα χέρια και τα πόδια του γεµάτα αίµατα, χωρίς να θυµάται τι είχε συµβεί. Επειτα από αυτό το ξέσπασµά του, ο καταζητούµενος πατέρας παραδόθηκε στην Αστυνοµία της Ναυπάκτου, συνοδευόµενος από δικηγόρο της Μονής και έπειτα µεταφέρθηκε στην Ασφάλεια Λαµίας. Και παρόλο που κατά την ανακριτική διαδικασία αρνήθηκε κατηγορηµατικά την εµπλοκή του στη δολοφονία της κόρης του, υποστηρίζοντας πως πιθανότατα να ευθύνονται γι’ αυτήν τοκογλύφοι που τον απειλούσαν, αρχαιοκάπηλοι µε τους οποίους είχε προηγούµενα ή ακόµα και η τροµοκρατική οργάνωση «17 Νοέµβρη», το 2002 το Μικτό Ορκωτό ∆ικαστήριο Καρπενησίου τον έκρινε ένοχο. Του αναγνώρισε, όµως, το ελαφρυντικό του προτέρου εντίµου βίου, προκαλώντας την οργή της κοινής γνώµης, και του επέβαλε ποινή κάθειρξης 21 ετών. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο δράστης έκανε χρήση του δικαιώµατος της σιωπής και αρνήθηκε να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση. «Κανένας δεν χειρίζεται καλύτερα τη γλώσσα από εκείνον που κρατά το στόµα του κλειστό», είχε γράψει σε σηµείωµα που έστειλε στους δικηγόρους του και συµπεριλήφθηκε στη δικογραφία.

 

Στους «παπαροκάδες»

Τον Αύγουστο του 2009, δηλαδή µόλις 7 χρόνια µετά το στυγερό έγκληµα, ο παιδοκτόνος αποφυλακίστηκε προσωρινά από το Ψυχιατρείο των Φυλακών Κορυδαλλού, µε τον όρο να παραµείνει για το υπόλοιπο της ποινής του στο Τρίκορφο Φωκίδας, και συγκεκριµένα στο Μοναστήρι των Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείµ του Σαρώφ, γνωστό και ως µοναστήρι των «παπαροκάδων». Υστερα, όµως, από αίτηµα της µητέρας της Βασούλας προς την εισαγγελέα Εφετών Πειραιά, ο παιδοκτόνος επέστρεψε και πάλι στο Ψυχιατρείο των Φυλακών Κορυδαλλού σχεδόν τέσσερις µήνες αργότερα µε διαταγή του Συµβουλίου Εφετών, εν αναµονή της εκδίκασης της έφεσης που είχε ασκήσει η µητέρα κατά της πρωτόδικης απόφασης. Το 2015, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λαµίας επέβαλε τελικά την ποινή της ισόβιας κάθειρξης στον παιδοκτόνο, ωστόσο τον Νοέµβριο του 2018 αποφυλακίστηκε οριστικά.

Ο Τύπος της εποχής

Η συγκεκριµένη υπόθεση παιδοκτονίας, που σόκαρε το πανελλήνιο, απασχόλησε κατά κόρον τον Τύπο της εποχής, εξαιτίας της πρωτοφανούς αγριότητάς της. Μεταξύ των εφηµερίδων που ασχολήθηκαν µε το έγκληµα στην Πελασγία Φθιώτιδας ήταν και η «Απογευµατινή», η οποία είχε φιλοξενήσει πολλά σχετικά ρεπορτάζ στις σελίδες της. «Αποτρόπαιο έγκληµα ― Εσφαξαν 13χρονη ― Σοκ από τη δολοφονία της µικρής Βασιλικής στη Φθιώτιδα ― Τον πατέρα της αναζητεί η Αστυνοµία», «Εκαιγε µε τσιγάρα τη 13χρονη πριν τη σφάξει», «Απίστευτη κτηνωδία ― Τη βασάνισε πριν της πάρει τη ζωή», ήταν µερικοί από τους τίτλους της «Απογευµατινής» που αναφέρονταν στη φρικτή δολοφονία, ενώ ιδιαίτερη µνεία είχε γίνει και στην «παράδοση-θρίλερ» του πατέρα της 13χρονης, που «πήγε στο µοναστήρι των “ροκ” µοναχών και είπε ότι είναι αθώος… ».

 

Κυριακάτικη Απογευματινή