Καλαμπάκα: Πώς ξέσπασε η φωτιά στο ξενοδοχείο – Νεκρός ο ιδιοκτήτης

Σοκάρουν οι μαρτυρίες από ενοίκους του ξενοδοχείου στην Καλαμπάκα - 12 άτομα νοσηλεύονται, ανάμεσά τους και 4 παιδιά
21:53 - 30 Δεκέμβριος 2024
φωτιά καλαμπάκα, ξενοδοχείο καλαμπάκα, νεκρός καλαμπάκα ξενοδοχειο

Έναν νεκρό και 12 τραυματίες -ανάμεσά τους και 4 παιδιά- άφησε πίσω η φωτιά που ξέσπασε σε ξενοδοχείο στην Καλαμπάκα.

Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστα, η φωτιά ξεκίνησε από την αίθουσα υποδοχής, στο ισόγειο και επεκτάθηκε γρήγορα στον 1ο όροφο του ξενοδοχείου. Σε λίγη ώρα πυκνοί καπνοί έφθασαν και στους υπόλοιπους ορόφους.

Ο 55χρονος ιδιοκτήτης εντοπίστηκε νεκρός από τους πυροσβέστες στο ισόγειο.

φωτιά καλαμπάκα, ξενοδοχείο καλαμπάκα, νεκρός καλαμπάκα ξενοδοχειο

Πώς ξεκίνησε η φωτιά στο ξενοδοχείο στην Καλαμπάκα

Η αδερφή του ιδιοκτήτη μίλησε στο Mega για την τραγωδία που εκτυλίχθηκε στο ξενοδοχείο στην Καλαμπάκα. «Εγώ ανακάλυψα από που έβγαιναν οι φλόγες. Από ένα κλιματιστικό ξεκίνησε, καινούριο κιόλας. Ξεκίνησε να πετάει φλόγες. Είχε πάρει φωτιά ένα κάδρο, το οποίο το πέταξα έξω. Πήρα αμέσως την πυροσβεστική για να προλάβω αυτά που ήθελα να προλάβω, τον αδερφό μου και τους πελάτες, αλλά δυστυχώς τον αδερφό μου δεν τον πρόλαβα».

Η περιγραφή της συγκλονίζει: «Βραχυκύκλωσε το air-condition στην αίθουσα υποδοχής, στη ρεσεψιόν δίπλα στο σαλόνι. Ο αδερφός μου, τον ενημέρωσα ότι έχει πάρει φωτιά ‘Νίκο κατέβα’, ‘δεν μπορώ’, μου λέει από τον καπνό. Έχει πρόβλημα με τα πνευμόνια του. Ήταν ψηλά, στον δεύτερο όροφο. Προσπάθησε αλλά δυστυχώς από εκεί που πήγε να προσπαθήσει, έχασε τη ζωή του».

Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες

«Βγήκε με αναπνευστικά προβλήματα. Είχε κάποια προβλήματα, πάντως το σίγουρο είναι ότι εγώ σαν παιδικός του φίλος ακούμπησα τους σφυγμούς του. Όταν έφυγε από εδώ το ΕΚΑΒ, είχε σφυγμό ακόμα», συμπληρώνει ο Στέφανος Μάης. «Πολεμούσε για να βγει να καλέσει βοήθεια».

«Κοιμόμασταν, μεταξύ 07.00 – 08.00 η ώρα ακούω σε κάποια φάση ‘βοήθεια’. Δεν πήγε το μυαλό μου ότι θα έχει κάποια φωτιά. Μετά από λίγο ακούω ‘καιγόμαστε’ και σηκώνομαι από το κρεβάτι και ανοίγω την πόρτα να δω τι συμβαίνει. Με το που ανοίγω την πόρτα μπαίνει μέσα όχι καπνός… μιλάμε δεν μπορείτε να φανταστείτε, χαμός», λέει ο Γιώργος Καραμπάτσος, ένοικος ξενοδοχείου.

«Ερχόταν όλο το ντουμάνι»

Όπως λέει ο ίδιος: «Ήμασταν στον 2ο όροφο, βγαίνουμε έξω στο μπαλκόνι. Εφόσον είχα αφήσει την πόρτα ανοιχτή, ερχόταν όλο το ντουμάνι. Είχαμε βγει ξυπόλητοι με πιτζάμες και έξω είχε πολύ κρύο. Κρατάω την αναπνοή μου, μπήκα μέσα να πάρω ένα σεντόνι να σκεπάσω το παιδί. Είχε πολλά παιδάκια μέσα το ξενοδοχείο, 15 σίγουρα».

«Καθόμασταν στο μπαλκόνι και η Πυροσβεστική ήρθε μετά. Έβλεπα τα πρόσωπα των ανθρώπων μαύρα, εμείς που καθόμασταν στο μπαλκόνι μαυρίσαμε όλοι. Η Πυροσβεστική πέταγε σκάλες στον 3ο όροφο πάνω από όλα», συμπληρώνει.

«Εφιάλτης κανονικός, να ουρλιάζει κόσμος, να έρχονται τα πυροσβεστικά. Ήρθε η Πυροσβεστική και μας έβγαζε με τις σκάλες, έφεραν αναβατόριο και μας κατέβασαν. Δεν μπορούσες να μπεις στον διάδρομο», προσθέτει.

Ο κ. Καραμπάτσος σημειώνει: «Δεν είχαν ούτε πυροσβεστήρα ούτε πυρόσβεση, σύστημα αυτά που βάζουν στο ταβάνι».

«Είχε πολλά παιδάκια μέσα το ξενοδοχείο»

Άλλη ένοικος του καταλύματος περιγράφει στο «Μεγάλο Κανάλι» τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε με την οικογένειά της.

«Αυτό που ζήσαμε να μην το ζήσει άνθρωπος. Ήμασταν ξαπλωμένοι, κοιμόμασταν, εγώ ο άντρας μου και το παιδάκι μου στον 2ο όροφο και ξαφνικά μέσα στον ύπνο μας ακούγαμε ουρλιαχτά και φωνές, ‘βοήθεια’, μία γυναίκα να φωνάζει ‘βοήθεια, βοήθεια’. Και ξαφνικά ακούμε ‘βοήθεια καιγόμαστε’. Έρχεται ξαφνικά καπνός και ανοίγει και ο σύζυγος την πόρτα να δει τι γίνεται στον διάδρομο και μπαίνει φουγάρο μέσα στο δωμάτιο, ντουμάνι. Ξαφνικά μαύρισαν όλα. Μου φώναζε το παιδί, βουτάω το παιδί, βγαίνουμε σε ένα μπαλκονάκι έξω και φωνάζαμε να μας σώσουν ‘βοήθεια, βοήθεια καιγόμαστε’».

Όπως λέει η ίδια: «Πολλά παιδάκια γδυτά, μέσα στο κρύο. Να φεύγει από το δωμάτιο, να είμαστε στο μπαλκόνι, να βγαίνει έξω ντουμάνια. Να μην μπορούμε από τις αναθυμιάσεις. Να ζητάμε απελπισμένα βοήθεια. Μπήκαν με μάσκες και μας κατεβάζανε, πήρε ο πυροσβέστης το παιδί αγκαλιά, χέρι χέρι μέσα στα σκοτάδια, μέσα στα γυαλιά, μέσα στα καμένα».