Μοιάζει ασύλληπτο αυτό που συμβαίνει. Και δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για τους νέους ανθρώπους που επιθυμούν ή διατηρούν τη νόμιμη φιλοδοξία να εμπλακούν στα κοινά και την πολιτική. Μα είναι δυνατόν να είναι τόσο αμοραλιστές; Τόσο κυνικοί; Τόσο υπερόπτες έναντι των πολιτών αλλά και της κοινής λογικής; Προφανώς, είναι. Τουλάχιστον εκ των πραγμάτων αυτό διαφαίνεται.
Ας πάρουμε την περίπτωση του Χάρη Δούκα. Καθηγητής Ενεργειακής και Περιβαλλοντικής Πολιτικής στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Με συνεργασίες συμβουλευτικές σε διάφορους δήμους στην Ελλάδα, εμφανίσθηκε πέρυσι ενόψει των περιφερειακών εκλογών και διεκδίκησε τον αξίωμα και την ευθύνη του πολύπαθου Δήμου Αθηναίων. Εμφανίσθηκε με ένα συμπαθητικό επικοινωνιακά και συγκροτημένο τεχνοκρατικά προφίλ και ζήτησε την εμπιστοσύνη των πολιτών-δημοτών της Αθήνας για να συμβάλει σε μια συλλογική προσπάθεια να αναβαθμισθεί η πρωτεύουσα και με διάφορες πρωτότυπες τεχνικά λύσεις να λυθούν ζητήματα πρασίνου, περιβάλλοντος και ποιότητας ζωής στην καθημερινότητα. Μάλιστα, με έντεχνο τρόπο είχε δημοσιοποιηθεί ότι ο κ. καθηγητής ανήκε στο 2% των πιο επιδραστικών επιστημόνων στον κόσμο σύμφωνα με την αξιολόγηση του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Οπότε, στις διάφορες συζητήσεις επικρατούσε το ερώτημα «ρε, λες ο καθηγητής να είναι η λύση;».
Οι Αθηναίοι, όπως φάνηκε και από το αποτέλεσμα των εκλογών τον περσινό Οκτώβριο, ήταν απογοητευμένοι από την πολιτική και τη στρατηγική Μπακογιάννη στον δήμο. Τους ενόχλησε και η υπεροψία του πρώην δημάρχου στο debate με τον υποψήφιο δήμαρχο, χαμηλών τόνων, Χ. Δούκα. Έτσι, στον δεύτερο γύρο των εκλογών, όσοι δεν απείχαν υποστήριξαν, με σημαντική πλειοψηφία, τον κ. Χάρη Δούκα. Όπως προέκυψε μάλιστα και από τις μετεκλογικές ποιοτικές έρευνες έτυχε της στήριξης δεξιών, κεντρώων και αριστερών, ακόμη και ακροαριστερών ή ακροδεξιών. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ήταν μια ψήφος «άντε, όλοι μαζί να φύγει ο Μπακογιάννης», αλλά δεν ήταν έτσι. Γιατί, αφενός ο πρώην δήμαρχος, πλέον, είχε τους υποστηρικτές του, αφετέρου ο κ. Δούκας είχε πετύχει θετικό κλίμα για την υποψηφιότητά του βάσει των χαρακτηριστικών του.
Αποτέλεσμα, ο κ. Δούκας εξελέγη μετά βαΐων και κλάδων δήμαρχος Αθηναίων, συγκεντρώνοντας μάλιστα προσδοκίες ακόμη και αυτών που δεν τον ψήφισαν. Στις αρχές του 2024 ορκίσθηκε δήμαρχος. Όλοι περίμεναν μέσα στην άνοιξη τις πρώτες ανακοινώσεις και πρωτοβουλίες ή τη δημοσιοποίηση μιας στρατηγικής ανάταξης της Αθήνας στην πενταετία του. Αντί γι’ αυτό είδαμε τον κ. Δούκα να «συμβολίζει» τη συνάντηση του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ, να διαρρέει ότι θα ηγηθεί πολιτικής πρωτοβουλίας μιας υπό σύσταση ενιαίας Κεντροαριστεράς στην κεντρική πολιτική σκηνή – και ούτω καθεξής.
Μετά μάλιστα και τις τελευταίες ευρωπαϊκές εκλογές ο κ. δήμαρχος των Αθηναίων δείχνει πλέον ότι έχει ξεχάσει την ευθύνη του απέναντι στους πολίτες-δημότες του και μιλά για το πολιτικό μέλλον της Κεντροαριστεράς, αναλώνοντας τις δυνάμεις του και την ενέργειά του στην αποδόμηση Ανδρουλάκη και την επικράτησή του έναντι των άλλων πολλών και ποικίλων μνηστήρων της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και της κάποιας υπό σχεδιασμό κοινής πολιτικής παράταξης με την Αριστερά.
Ο κ. δήμαρχος, όπως φαίνεται, ούτε περνά από το γραφείο του, που πληρώνουμε με τα ακριβά δημοτικά τέλη μας, στην πλατεία Κοτζιά, αναλώνεται στο να τρώει ή να κάνει μικροπολιτικές ίντριγκες, όπως αυτή με τον κ. Χατζηνικολάου από τα media και τον κ. Πρωτόπαπα, έμπειρο επιτελικό, πολιτικό παράγοντα και υπουργό του εκσυγχρονιστικού, αλήστου μνήμης, ΠΑΣΟΚ (αποκάλυψη και φωτό «Big Mouth», The PowerGame) και συνηθίζει νέες διακηρύξεις του τύπου: «Θέλω ο χώρος στον οποίο ανήκω, θέλω το ΠΑΣΟΚ, και η ευρύτερη δημοκρατική παράταξη, να μπορέσει να κερδίσει το στοίχημα… και θα κάνω ό,τι μπορώ γι’ αυτό…».
Κυριολεκτικά, δεν είμαστε στα καλά μας…