Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, όπως προκύπτει από το χθεσινό υπουργικό συμβούλιο, υιοθετεί έναν πολύ συγκεκριμένο και ορισμένο σχεδιασμό ως προς τις προϋποθέσεις για να ανοίξουν και πάλι τα γήπεδα σε περίπου δύο μήνες. Ουσιαστικά οι εταιρείες ποδοσφαίρου θα πρέπει να οργανώσουν τις υποδομές τους στη βάση τριών προαπαιτούμενων. Πρώτον, του ηλεκτρονικού ατομικού εισιτηρίου για την είσοδο ενός φιλάθλου στο γήπεδο. Δεύτερον, κάμερες συγκεκριμένων δυνατοτήτων από τις προδιαγραφές τους, συνδεδεμένες με τα επιχειρησιακά κέντρα της Αστυνομίας. Τρίτον, μία και επίσημη της ΠΑΕ λέσχη φιλάθλων. Το τέταρτο δεδομένο που τίθεται είναι πως οι κυρώσεις που θα επιβάλλονται στην ομάδα οι φίλαθλοι ή οι παράγοντες της οποίας θα προκαλούν ταραχές θα είναι αυτόματες και όχι ύστερα από εκτίμηση αθλητικού δικαστή.
Σε πρακτικό επίπεδο η είσοδος στα γήπεδα από την Αστυνομία αρχικά θα γίνεται στη βάση της πρακτικής και της εμπειρίας από την εποχή της πανδημίας, με τη χρήση εφαρμογών στα κινητά.
ΜΕ ΤΟΝ τρόπο αυτόν η κυβέρνηση ευελπιστεί να πετύχει σε αυτό που σειρά κυβερνήσεων, αλλά και η διακυβέρνηση Μητσοτάκη μέχρι τώρα, έχουν αποτύχει. Η απλότητα και η «ευθεία γραμμή» των προϋποθέσεων πράγματι προδιαθέτουν για ένα θετικό αποτέλεσμα. Πέραν των γηπέδων και των εταιρειών ποδοσφαίρου, η αθλητική βία άπτεται της δράσης εγκληματικών οργανώσεων που σχετίζονται και με τον χουλιγκανισμό. Στο πεδίο αυτό κεντρικό ρόλο θα έχει η επιχειρησιακή δεινότητα της Ελληνικής Αστυνομίας. Οι ομάδες αυτές θα αντιμετωπισθούν ως περίμετρος του οργανωμένου εγκλήματος και φυσικά θα χρειασθεί περισσότερος χρόνος για την εξάρθρωσή τους από το δίμηνο των κλειστών για τους θεατές γηπέδων. Πάντως οι προσδοκίες για μια «νέα σελίδα» αυξάνονται, με τον διάλογο στο Κοινοβούλιο να αναμένεται με ενδιαφέρον και την ίδια την πραγματικότητα που θα διαμορφωθεί να αποτελεί τον πλέον κρίσιμο παράγοντα για τις εξελίξεις.