«Έφυγε» στα 73 του ο μαέστρος Νέσκενς, ποδοσφαιρικό ταίρι του Κρόιφ στον Άγιαξ και στην Ολλανδία
Πέθανε σε ηλικία 73 ετών ο θρύλος της Ολλανδίας Γιόχαν Νέσκενς. Υπήρξε μέλος των ομάδων του Άγιαξ και της Ολλανδίας που εφάρμοσαν το λεγόμενο ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο. «Με τον Γιόχαν Νέσκενς, ο ολλανδικός και διεθνής ποδοσφαιρικός κόσμος χάνει έναν θρύλο», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η ομοσπονδία της Ολλανδίας. Αγωνίστηκε 49 φορές με την Εθνική Ολλανδίας, μέλος των ομάδων που τερμάτισαν στη δεύτερη θέση στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1974 και του 1978. Βοήθησε τον Άγιαξ να κερδίσει τρία συνεχόμενα κύπελλα πρωταθλητριών και δύο πρωταθλήματα Ολλανδίας. Πέρασε επίσης πέντε σεζόν στην Μπαρτσελόνα, κατακτώντας το Copa del Rey και το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης. Συνέχισε στη Νιου Γιορκ Κόσμος μαζί με τον Φραντς Μπεκενμπάουερ και στις Χρόνιγκεν, Σάουθ Φλόριντα, Σανς Κάνσας, Σίτι Κόμετς και τις ελβετικές Μπάαρ και Τσουγκ.
Ξεκίνησε την καριέρα του από τη Χέμστεντε, την ομάδα της πόλης όπου γεννήθηκε, και στη συνέχεια αποκτήθηκε από τον Άγιαξ του Ρίνους Μίχελς, το 1970. Κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1971 στον τελικό εναντίον του Παναθηναϊκού, αγωνιζόμενος ως δεξιός πλάγιος αμυντικός. Από την επόμενη χρονιά άρχισε να αγωνίζεται ως κεντρικός μέσος δίπλα στον Γιόχαν Κρόιφ. Έτσι απέκτησε το παρατσούκλι «Johan Segon», δηλαδή «Γιόχαν ο δεύτερος».
Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΤΟΥ 1974
Γεννημένος στις 15 Σεπτεμβρίου 1951, ξεδίπλωσε το ποδοσφαιρικό του ταλέντο στους χωματόδρομους του Χέμστεντε. Η αποφασιστικότητά του να διαπρέψει και η ακόρεστη πείνα του να μάθει τα μυστικά του παιχνιδιού ήταν εμφανείς από τότε. Γρήγορα έγινε αυτός που μπορούσε να καταστρέψει τις επιθέσεις των αντιπάλων και να πυροδοτήσει τη δημιουργικότητα της δικής του ομάδας.
Μία από τις καθοριστικές στιγμές της καριέρας του τύπου με τα μακριά μαλλιά, τις φαβορίτες και τα ψηλά πόδια, ήταν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 με την πορτοκαλί φανέλα της Ολλανδίας. Η συνεργασία του με τον Γιόχαν Κρόιφ ήταν μια συμβιωτική σχέση που ώθησε τους «οράνιε» σε δυσθεώρητα ύψη. Ο ίδιος αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά της ομάδας.
Θεωρήθηκε η ενσάρκωση του ολλανδικού «total football», μιας φιλοσοφίας που έδινε έμφαση στην ομαδικότητα. Αγκάλιασε αυτή τη λογική και έγινε βασικό γρανάζι στο σύστημα του θρυλικού προπονητή Ρίνους Μίχελς. Ο τελικός του 1974 εναντίον της Δυτικής Γερμανίας έμεινε στην ιστορία. Ξεκίνησε με το εύστοχο πέναλτι του Νέσκενς, ολοκληρώθηκε με ήττα της Ολλανδίας με 2-1 και θεωρήθηκε η απόδειξη ότι στο ποδόσφαιρο δεν κερδίζει πάντα η καλύτερη ομάδα. Τα δάκρυά του εκείνη την ημέρα δεν ήταν μόνο για την ήττα, ήταν τα δάκρυα ενός μαχητή που είχε πολεμήσει γενναία.
Η ικανότητά του να ελέγχει τον ρυθμό ενός αγώνα, να κάνει έγκαιρα κοψίματα και να ξεχύνεται στην επίθεση τον έκανε έναν πλήρη μέσο, ένα πρωτότυπο που οι σύγχρονοι παίκτες προσπαθούν ακόμα και σήμερα να μιμηθούν. Αλλά πέρα από τα στατιστικά ήταν η μαχητικότητά του που έκανε τους οπαδούς να τον λατρεύουν και τους αντιπάλους να υποκλίνονται. Το πέρασμά του στην προπονητική σήμανε τη μετάδοση της ποδοσφαιρικής σοφίας του στην επόμενη γενιά ποδοσφαιριστών. Οι γνώσεις του για το παιχνίδι, που αποκτήθηκαν μέσα από χρόνια αφοσίωσης και σκληρής δουλειάς, αποδείχθηκαν ανεκτίμητες για την καλλιέργεια νέων ταλέντων. Υπήρξε ένας μαέστρος της μεσαίας γραμμής και ένα μείγμα ταλέντου, εργατικότητας και ψυχικής δύναμης.