Προτάσεις, πρωτοβουλίες, τροπολογίες καταθέτουν εδώ και λίγα 24ωρα τα κόµµατα της αντιπολίτευσης, χωρίς ωστόσο δηµοσκοπικό αντίκρισµα. Ενα τείχος δυσπιστίας ή αδιαφορίας ορθώνεται στις προσπάθειες αυτές, την ώρα που κάποιοι στη Ν.∆. επιχειρούν κι αυτοί µε τη σειρά τους να αρθρώσουν αντιπολιτευτικό λόγο. Ο κοινός παρονοµαστής συνοψίζεται σε ένα ερώτηµα: Τελικά πόσο αποτελεσµατική είναι η αντιπολίτευση που ασκείται;
Το ΠΑΣΟΚ εκδήλωσε δύο πρωτοβουλίες µε αντιπολιτευτική διάθεση, αλλά και πρόθεση διατύπωσης προτάσεων. Η µία σχετίζεται µε τις Περιφερειακές Συνδιασκέψεις Αιγαίου και ∆υτ. Μακεδονίας. Η άλλη ήταν για τη στέγαση. Και οι δύο πρωτοβουλίες πέρασαν στα ψιλά της ενηµέρωσης, την ώρα που τα φώτα της δηµοσιότητας έπεφταν στην παραποµπή της Κατερίνας Μπατζελή στο Πειθαρχικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει στο αίτηµα για επαναφορά των 13ου και 14ου µισθών -κατέθεσε σχετική τροπολογία- την ώρα που κονταροχτυπιέται µε στελέχη της Νέας Αριστεράς για το αν θα πορευτούν µαζί ή όχι. Η Νέα Αριστερά κατέθεσε πρόταση νόµου στη Βουλή για να µη γίνει καµία εξόρυξη για υδρογονάνθρακες στην ελληνική επικράτεια…
Παράλληλα, εδώ και λίγα 24ωρα έχουν επανεµφανιστεί οι 11 βουλευτές της Ν.∆., οι οποίοι µάλιστα την περασµένη εβδοµάδα µάζευαν υπογραφές για την κατάθεση ερώτησης, την ώρα που συνεδρίαζε η Κ.Ο. της Ν.∆. Φαίνεται ότι η τακτική αυτή θα συνεχιστεί, ενώ «ψήγµατα» εσωκοµµατικής αντιπολίτευσης εκδηλώνονται τόσο κατά του Μαξίµου, για άστοχους χειρισµούς στην υπόθεση του πορίσµατος των Τεµπών, όσο και για την καταβολή των συντάξεων πριν από το Πάσχα.
Με δυο λόγια, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιµέτωπη µε µια ιδιότυπη «γαλάζια» αντιπολίτευση, που όµως δεν αµφισβητεί την κυβέρνηση ούτε βεβαίως τον πρωθυπουργό. Αλλοι εκτιµούν ότι αποτελεί ένα είδος υποκατάστατου στην αδυναµία των µεγαλύτερων κοµµάτων της αντιπολίτευσης να ασκήσουν ουσιαστική πίεση για κυβερνητικές επιλογές.
Βαρόµετρο των επιδόσεων της αντιπολίτευσης είναι η µέτρηση της MARC, µε το ερώτηµα «Ποιο κόµµα ασκεί πιο ουσιαστική αντιπολίτευση;». Οι απαντήσεις -και, κυρίως, οι συγκρίσεις µε την αντίστοιχη µέτρηση του Ιανουαρίου του 2025- προκαλούν σοκ: Πλέον, πιο αποτελεσµατική αντιπολίτευση φέρεται να ασκεί η Πλεύση Ελευθερίας µε 19,9%, σε σχέση µε το 4,2% πριν από µόλις τρεισήµισι µήνες. Παράλληλα, το ΠΑΣΟΚ στον δείκτη αυτό εµφανίζει κατακόρυφη πτώση στο 14,5% από το εντυπωσιακό 35,5% του περασµένου Ιανουαρίου. Για τον ΣΥΡΙΖΑ η εικόνα είναι απογοητευτική. Μόλις 5% αξιολογεί ότι ασκεί ουσιαστική αντιπολίτευση (7,5% προ τριµήνου).
Η ανατροπή αυτή απεικονίζεται και στον δείκτη καταλληλότητας για την πρωθυπουργία. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου εκτοξεύεται στο 14,8% από το 4,9% του Ιανουαρίου του 2025. Ο Νίκος Ανδρουλάκης πέφτει στο 6,3% από το 9,5% -τον προσπερνά και ο Κυριάκος Βελόπουλος µε 6,9% (5%). Πώς µπορεί να ερµηνευθεί αυτή η ανατροπή κυρίως ανάµεσα σε Πλεύση Ελευθερίας και ΠΑΣΟΚ;
Η πρώτη ανάγνωση είναι η κοινή διαπίστωση ότι η υπόθεση των Τεµπών, έτσι όπως εξελίχθηκε πολιτικά, ωφέλησε την Πλεύση Ελευθερίας και ζηµίωσε το ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ είδε την ήδη συρρικνωµένη παρουσία του να δέχεται ακόµη ένα ισχυρό πλήγµα. Αρκεί να αναφέρουµε, στην ίδια δηµοσκόπηση, ότι στις εισροές που δέχεται (από παντού) η Πλεύση Ελευθερίας, το µεγαλύτερο µερίδιο είναι οι απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ µε 27,1%, πάνω-κάτω δηλαδή το 5% του εκλογικού σώµατος.
Εάν είναι όµως µόνο τα Τέµπη ο καταλύτης για τέτοιες κρίσιµες µεταβολές, µήπως έχουµε να κάνουµε µε ένα συγκυριακό ρεύµα, το οποίο θα «ξεφουσκώσει»; Πιθανόν όχι και να γιατί: Πρώτον, η έρευνα της MARC αξιολογεί και τις προτεραιότητες που έδωσαν οι πολίτες σε ό,τι αφορά τα πιο σοβαρά προβλήµατα. Κυριαρχεί και πάλι η οικονοµία και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών µε 43,7%, ακολουθεί η καθηµερινότητα (Παιδεία, Υγεία, Ασφάλεια) µε 41,7%, έπεται η πολιτική σταθερότητα µε 23,4% και µετά τα Τέµπη µε 21,2%. Η ατζέντα των προβληµάτων διαφοροποιείται, δεν είναι πλέον µονοθεµατική -και δεν υπολογίζουµε εδώ τους κραδασµούς που έρχονται από τις διεθνείς ανατροπές.
∆εύτερον, µε δεδοµένο ότι η Ν.∆., αν και µε σοβαρές απώλειες, παραµένει πρώτη δύναµη στα επίπεδα των ευρωεκλογών και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κρίνεται µακράν ως καταλληλότερος πρωθυπουργός µε 30,2% (33,9% τον Ιανουάριο 2025), µήπως οι µετατοπίσεις δεν είναι συγκυριακές, λόγω Τεµπών και µόνο, αλλά υποκρύπτουν µια διάθεση της κοινής γνώµης για αναζήτηση όχι του ποιος θα είναι πρώτος στις προσεχείς εκλογές, αλλά του ποιος θα είναι σε θέση να ασκήσει δυναµική αντιπολίτευση; Μια αντιπολίτευση που θα υπερβαίνει τόσο τις εξόφθαλµες αδυναµίες του ΠΑΣΟΚ ή του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τις ανώδυνες για το Μαξίµου ερωτήσεις των «11» και θα εδραιώνει τον οξύ
αντιπολιτευτικό λόγο πρωτίστως της κ. Κωνσταντοπούλου και δευτερευόντως του κ. Βελόπουλου;
Τελικά, µήπως ένα σηµαντικό αλλά καθοριστικό τµήµα της κοινής γνώµης θεωρεί δεδοµένο ότι ο Μητσοτάκης θα είναι νικητής των επόµενων εκλογών και αναζητεί -σε αυτήν τη φάση τουλάχιστον- όχι εναλλακτικό κυβερνητικό πόλο, αλλά µια σκληρή αντιπολίτευση, µε «τραµπική» απόχρωση;
Κυριακάτικη Απογευματινή